Κατ΄ αρχήν συγγνώμη. Από τον εαυτό μου και από όσους ειρωνεύτηκα κατά καιρούς, που έκαναν αυτό που έλεγα πως ποτέ δεν θα το κάνω. Να «δημοσιοποιούν» τα παιδιά τους. Με οποιονδήποτε τρόπο –δεν μιλάω για την επίταση μιας «νεοπλουτίστικης» επιδειξιομανίας με κοινές φωτογραφίσεις σε life style περιοδικά- ακόμη και ως απλή αναφορά στις συνεντεύξεις τους και τα κείμενά τους. Σιγά, έλεγα, το κατόρθωμα, έκανες παιδί, τίποτ’ άλλο έχεις να μας πεις; Όχι, τελικά, τίποτ’ άλλο δεν έχω να σας πω, όμως το θέμα δεν είναι αυτό. Είναι ότι μόνο τότε έρχεσαι αντιμέτωπος με τον απόλυτο, τον πιο ανηλεή φόβο που σε γδέρνει ζωντανό δίχως να υπόσχεται την παραμικρή λύτρωση στο μαρτύριο. Αν νόμιζες πως έως τώρα είχες φόβους, συνειδητοποιείς πως ήταν απλά ναζάκια, πολυτελείς υποχονδρίες, μπροστά στο έρεβος της σκέψης πως κάτι παθαίνει το παιδί σου. Όταν έγραφα πριν λίγους μήνες το «ταϊζω ένα μωρό» δεν είχα περάσει ακόμη στην σκοτεινή πλευρά. Δεν σκάλωνε το μυαλό μου, δεν συνθλίβονταν τα σπλάχνα μου, δεν με πονούσε το κορμί στην ιδέα και μόνο.
Έχουμε ένα σπίτι γεμάτο βιβλία και δίσκους. Το γάλα της και τα ρουχαλάκια της μπορώ να τα βρώ. Είμαι ευτυχισμένος. Και φοβάμαι…