Όλες οι κατηγορίες:

Φανή Πεταλίδου
Ιδρύτρια της Πρωινής
΄Έτος Ίδρυσης 1977
ΑρχικήΑπόψειςΟι προτεραιότητες και οι προκλήσεις του Γιούνκερ

Οι προτεραιότητες και οι προκλήσεις του Γιούνκερ

- Advertisement -

Ο νέος πρόεδρος της Κομισιόν καλείται να ανατρέψει τη δραματική μείωση των επενδύσεων στην ΕΕ. Ποιες οι κινήσεις που θα μπορούσε να κάνει, τα περιθώρια ευελιξίας, αλλά και τα βασικά προβλήματα. Η λύση δεν είναι να δοθούν κι άλλα χρήματα στις τράπεζες. 

Wolfgang Munchau, Financial Times

 

- Advertisement -

Από τη θέση του νέου προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ δεν μπορεί να κάνει πολλά για να βοηθήσει τον Ντέιβιντ Κάμερον. Μπορεί όμως να βοηθήσει την ευρωζώνη, και αυτό μάλλον θα είναι το σημαντικό του καθήκον τα επόμενα πέντε χρόνια. Αδιαμφισβήτητα απαιτείται μεγαλύτερη συγκέντρωση εξουσιών – ακριβώς το αντίθετο δηλαδή από αυτό που ζητούσε ο Βρετανός πρωθυπουργός. Δεν είναι μόνο η διπλωματία που οδηγεί τον κ. Κάμερον μακριά από τους άλλους Ευρωπαίους ηγέτες. Τα θεμελιώδη οικονομικά συμφέροντα είναι εξίσου σημαντικά.

Για την ευρωζώνη, το πιο δύσκολο καθήκον θα είναι να ανατραπεί η δραματική μείωση των επενδύσεων. Πρόκειται για πανευρωπαϊκό πρόβλημα, αλλά στην ευρωζώνη αποδείχθηκε πολύ πιο επίμονο από ό,τι στις άλλες χώρες. Στην ευρωζώνη, οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου – εκ των οποίων οι περισσότερες πραγματοποιούνται από επιχειρήσεις – μειώθηκαν κατά 18% σε πραγματικούς όρους από τα τέλη του 2007 μέχρι τα τέλη του 2013 και προς το παρόν δεν διαφαίνονται ενδείξεις ανάκαμψης. Στη Βρετανία μειώθηκαν κατά 22%, αλλά το μεγαλύτερο μέρος αυτής της μείωσης έγινε την περίοδο 2008-09. Την περίοδο 2010 – 2013 ήταν σχεδόν αμετάβλητες και τώρα ανακάμπτουν.

Η μείωση των επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της αύξησης των χρεών που καταγράφηκε την προηγούμενη δεκαετία. Τώρα, επιχειρήσεις και νοικοκυριά δαπανούν λιγότερα επειδή αποπληρώνουν τα χρέη τους. Σε ορισμένες χώρες, όπως η Ιταλία, η κατάσταση έγινε χειρότερη όταν οι τράπεζες άρχισαν να μειώνουν τον δανεισμό.

Εύκολα εξηγείται και η μείωση των δημοσίων επενδύσεων. Αποτελεί άμεσο αντίκτυπο της λιτότητας. Για τις κυβερνήσεις που καλούνται να προχωρήσουν σε μείωση ελλειμμάτων, είναι πιο εύκολο να μειώσουν τις επενδύσεις από ό,τι τις τρέχουσες δαπάνες. Στην Ιταλία, οι κυβερνήσεις σταμάτησαν μάλιστα να πληρώνουν τιμολόγια στους προμηθευτές τους. Οικονομικά, αυτός είναι ο λιγότερο συνετός τρόπος να εφαρμόσει κανείς τη λιτότητα. Καταστρέφει θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις και μακροπρόθεσμα μειώνει την παραγωγική δυναμική της οικονομίας. Σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε τώρα.

Τι μπορεί να κάνει η Κομισιόν; Με μία πρώτη ματιά, οι επιλογές είναι περιορισμένες. Οι δημοσιονομικοί κανόνες, αν ερμηνευτούν γενναιόδωρα, δίνουν το περιθώριο για κάποια ευελιξία. Ήδη, όμως, εφαρμόζεται σε μεγάλο βαθμό αυτή η ευελιξία. Ο βασικός περιορισμός στην Ιταλία, για παράδειγμα, δεν είναι ο κανόνας που περιορίζει το ετήσιο έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ. Το πρόβλημα της χώρας βρίσκεται στο λόγο χρέους προς ΑΕΠ που βρίσκεται στο 135% και κινείται ανοδικά. Χωρίς ανάπτυξη, οι δαπάνες που χρηματοδοτούνται από ελλείμματα δεν μπορούν να συνεχίζονται εσαεί.

Στη Γερμανία,  οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου μειώθηκαν το 2012 και το 2013. Και η Γερμανία χρειάζεται να κάνει περισσότερα, αλλά περιορίζεται από έναν συνταγματικό κανόνα για τον προϋπολογισμό που περιορίζει το δομικό έλλειμμα στο 0,35% του ΑΕΠ. Η κυβέρνηση συνασπισμού προέβλεπε για το 2014 αμελητέα αύξηση των επενδύσεων του δημοσίου τομέα. Σε αυτό το σημείο, ο περιορισμός δεν επιβάλλεται από τις Βρυξέλλες, αλλά από το Σύνταγμα της χώρας.

- Advertisement -

Μπορεί να λυθεί το πρόβλημα σε επίπεδο Ε.Ε.; Ο προϋπολογισμός της Ε.Ε., που αντιστοιχεί στο 1% περίπου του ΑΕΠ, είναι ελάχιστος και το μεγαλύτερο μέρος του απορροφάται από υφιστάμενα προγράμματα.

Μία άλλη λύση που παραδοσιακά χρησιμοποιεί η Ε.Ε. για να δώσει επενδυτικά κίνητρα είναι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Το 2012, οι Ευρωπαίοι ηγέτες αύξησαν τα κεφάλαιά της κατά 20 δισ. ευρώ ετησίως, για την περίοδο 2013-15. Αυτή η κίνηση όμως, δεν κατάφερε να δώσει την απαιτούμενη ώθηση στις επενδύσεις, κι αυτό οφείλεται σε σειρά παραγόντων. Υπάρχουν επαχθείς κανόνες συγχρηματοδότησης οι οποίοι αναγκάζουν την ΕΤΕ να αναζητά συνεπενδυτές κάθε φορά που προσφέρει τη ρευστότητά της. Επίσης, ρόλο έπαιξε και η μείωση της ζήτησης για πίστωση.

Τι μένει λοιπόν; Θεωρητικώς, η ευκολότερη λύση θα ήταν για την ίδια την Ε.Ε. να εκδώσει ένα ομόλογο και να αρχίσει απλώς να επενδύει τα χρήματα, για παράδειγμα σε ένα πανευρωπαϊκό δίκτυο υποδομών ή σε ενεργειακά δίκτυα. Μπορούμε να τα αποκαλέσουμε ομόλογα σταθερότητας αντί για ευρωομόλογα εάν αυτό καταστήσει την ιδέα πιο ελκυστική για το Βερολίνο. Στη συνέχεια, θα μπορούσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αγοράσει αυτά τα ομόλογα – αρκεί να μην αναφέρει κανείς τον όρο τιτλοποίηση χρέους. Έτσι θα μπορούσαμε να έχουμε με έναν σμπάρο δύο τρυγόνια: λύση στις ανεπαρκείς επενδύσεις και στον υπερβολικά χαμηλό πληθωρισμό.

Υπάρχει ωστόσο παγίδα. Αυτή η πρόταση είναι υπερβολικά δραστική για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς τόσο για πολιτικούς όσο και για νομικούς λόγους. Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται να βρεθεί ένα σχήμα που θα μπορέσει να οδηγήσει σε αύξηση των συνολικών επενδύσεων. Ενδεχομένως η απάντηση να βρίσκεται σε ένα μίγμα μέτρων. Η Κομισιόν θα μπορούσε να εξαιρέσει κάποιες επενδύσεις από τη διαδικασία προστίμων για τα υπερβολικά ελλείμματα. Θα μπορούσε να προτείνει αύξηση του δανεισμού από την ΕΤΕ. Φοβάμαι, όμως, ότι τίποτα από όλα αυτά δεν θα είναι αρκετό. Ο κ. Γιούνκερ θα πρέπει να εξασφαλίσει αμοιβαία συναίνεση  υπέρ της αύξησης των δημοσίων επενδύσεων στην Ε.Ε. και θα πρέπει να καταλήξει σε έναν ευρηματικό τρόπο χρηματοδότησής της.

Η Κομισιόν θα μπορούσε επίσης να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην πορεία της Ε.Ε. προς μία μεγάλη διάσκεψη για την εκκαθάριση του χρέους, η οποία θα φωτίσει τα μη βιώσιμα χρέη που βαραίνουν τους ισολογισμούς σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Το θέμα αυτό θα βρεθεί ξανά στην ατζέντα από τη στιγμή που θα γίνει σαφές ότι το χρέος δεν μειώνεται αρκετά.

Με την εκστρατεία που έκανε ο κ. Γιούνκερ δεν είμαι τόσο βέβαιος εάν θα απευθυνθεί σε αυτά τα ζητήματα με την απαραίτητη αίσθηση του επείγοντος. Δεν θα κρίνω ακόμη. Ο νέος πρόεδρος της Κομισιόν, όμως, χρειάζεται να κατανοήσει ότι δεν έχει χρόνο για χάσιμο. 

- Advertisement -

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ