Όλες οι κατηγορίες:

Φανή Πεταλίδου
Ιδρύτρια της Πρωινής
΄Έτος Ίδρυσης 1977
ΑρχικήΟικονομίαΤο βάρος του ελληνικού χρέους

Το βάρος του ελληνικού χρέους

- Advertisement -
ΑΠΟ ΤΟΝ WILLIAM R. CLINE *, Peterson Institute

Στην προκαταρκτική ανάλυση για τη βιωσιμότητα του χρέους, που ολοκληρώθηκε στις 26 Ιουνίου του 2015, το ΔΝΤ προειδοποιούσε ότι «οι αλλαγές στις πολιτικές και στις προοπτικές» κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 σημαίνουν ότι οι ανάγκες χρηματοδότησης από τον Οκτώβριο του 2015 έως το τέλος του 2018 θα φθάσουν στα 50 δισεκατομμύρια ευρώ. Κατά συνέπεια, «κατ’ ελάχιστον, οι λήξεις των υφιστάμενων ευρωπαϊκών δανείων θα πρέπει να επεκταθούν σημαντικά, ενώ νέα ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών… θα είναι αναγκαία με παρόμοιους ευνοϊκούς όρους».

 
» ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΚΗ επικαιροποίηση της ανάλυσης που δημοσιοποιήθηκε στις 14 Ιουλίου, μετά το δημοψήφισμα και το κλείσιμο των τραπεζών, το Ταμείο έθεσε τις εκτιμώμενες ανάγκες χρηματοδότησης στα 85 δισ. ευρώ και δήλωσε ότι το χρέος αναμένεται να φτάσει σχεδόν στο 200% του ΑΕΠ. Ως αποτέλεσμα, «το χρέος στην Ελλάδα μπορεί τώρα να γίνει βιώσιμο μόνο μέσω μέτρων ελάφρυνσής του που υπερβαίνουν κατά πολύ αυτά που η Ευρώπη είναι έτοιμη να εξετάσει μέχρι στιγμής». Επίσης, το Ταμείο αναγνώρισε ότι το ακαθάριστο χρέος είναι παραπλανητικό λόγω των ευνοϊκών όρων των επιτοκίων. Συνεπώς, στις εκτιμήσεις του ΔΝΤ στις 26 Ιουνίου, η καταβολή των τόκων προβλέπεται να είναι κατά μέσο όρο 3,7% του ΑΕΠ το 2015-20 και 4,3% το 2021-24.
 
» ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΑ, η τελευταία έκθεση για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας προβλέπει ότι οι πληρωμές των τόκων κατά τη διάρκεια του 2015 – 2020 αναμένεται να είναι κατά μέσο όρο 3,4% του ΑΕΠ στην Ιταλία και 4,3% στην Πορτογαλία. Έτσι, κρίνοντας με βάση το βάρος των επιτοκίων, η Ελλάδα δεν είναι περισσότερο υπερχρεωμένη από ότι είναι η Ιταλία ή η Πορτογαλία. Η ανάλυση του ΔΝΤ της 26ης Ιουνίου για τη βιωσιμότητα του χρέους αναγνώρισε την ειδική περίπτωση των χαμηλών τόκων του ελληνικού χρέους και εισήγαγε μια νέο σύστημα μέτρησής της (βιωσιμότητα του χρέους): τις ακαθάριστες δανειακές ανάγκες (GFN). Η ιδέα είναι ότι χωρίς πρόσβαση στον ιδιωτικό τομέα με μέτρια επιτόκια, γίνεται πιο σημαντική η χρονική στιγμή της μετακύλισης του χρέους της επίσημης χρηματοδότησης με χαμηλό επιτόκιο, τόσο στο ζήτημα της απόσβεσης, όσο και στο ζήτημα των επιτοκίων. Η προκαταρκτική ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους του Ταμείου έθεσε το σημείο αναφοράς των χωρών που έχουν πρόσβαση στις αγορές (MAC) του 15-20% του ΑΕΠ για τον καθορισμό μιας βιώσιμης πορείας.
 
» ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ σαφές ποια εμπειρική βάση δικαιολογεί το συγκεκριμένο αυτό εύρος στο κατώτατο όριο. Ωστόσο, αυτό που είναι σαφές είναι ότι τουλάχιστον στην ανάλυση για τη  βιωσιμότητα του χρέους στα τέλη Ιουνίου, η Ελλάδα δεν αναμένεται ξεπεράσει το 15 έως 20% του ΑΕΠ για τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές της ανάγκες (GFN) την περίοδο 2016 – 2030, χάρη στην ήδη μεγάλη διάρκεια των ωριμάνσεων του χρέους που οφείλει στους εταίρους της στην ευρωζώνη. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες (GFN) τότε θα ανέλθουν στο περίπου 25% έως το 2040 και θα παραμείνουν στα υψηλά αυτά επίπεδα μέχρι το 2064. Το Ταμείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «Είναι απίθανο η Ελλάδα να μπορέσει να κλείσει τα κενά της χρηματοδότησης από τις αγορές υπό όρους συμβατούς με βιωσιμότητα του χρέους». 
 
» ΩΣΤΟΣΟ, το συμπέρασμα αυτό βασίστηκε στην κατάσταση μετά το 2030. Έτσι, ένα πρώτο σημαντικό ερώτημα σχετικά με την ανάλυση του Ταμείου για τη βιωσιμότητα του χρέους είναι το κατά πόσον έχει νόημα να βασιστεί μια απόφαση στις προβλέψεις για το μακρινό μέλλον. Πράγματι, στην αξιολόγηση του Ταμείου τον Ιούνιο του 2014, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες δεν ξεπέρασαν ποτέ το 12% του ΑΕΠ. Το ερώτημα στη συνέχεια που δημιουργείται είναι αν μπορεί κανείς να κρίνει ουσιαστικά ότι μια πρόβλεψη για 25 χρόνια μετά είναι αποφασιστικά πιο ακριβής σήμερα, από ό,τι ήταν η αντίστοιχη εκτίμηση πριν από ένα χρόνο. Εν ολίγοις, η φαινομενική αποφασιστικότητα της απόφασης για τη μη βιωσιμότητα του χρέους έχει αναμφισβήτητα υπερεκτιμηθεί. Μια προσεκτική ματιά στην βάση της παρούσας εκτίμησης προκύπτει ότι η κρίση αυτή στηρίζεται σε μια κατάσταση που δεν αναμένεται να φθάσει πριν τη δεκαετία του 2030 (αν και το Ταμείο δεν έχει ακόμη παράσχει συγκρίσιμες λεπτομέρειες για τις προοπτικές μετά το δημοψήφισμα και το κλείσιμο των τραπεζών). Πιο ρεαλιστική φαίνεται η ανάλυση που αφορά στην κατάσταση για την επόμενη δεκαετία.
Επιβράβευση της κακής συμπεριφοράς;
 
» ΜΙΑ ΠΕΡΙΕΡΓΗ επίπτωση της νέας έκκλησης του ΔΝΤ για την ελάφρυνση του χρέους είναι ότι δεν αποτελεί συνέπεια των δυσμενών εξωγενών σοκ (όπως η υψηλότερη τιμή του πετρελαίου), αλλά της επιδείνωσης στην εφαρμογή της πολιτικής. Ωστόσο, στην ελάφρυνση του χρέους στον επίσημο τομέα, -στις υπερχρεωμένες φτωχές χώρες- η κλασική προσέγγιση είναι η ελάφρυνση του χρέους να εξαρτάται από τις βελτιώσεις της πολιτικής. Κάνοντας ένα ακόμα βήμα, θα ήταν λογικό να συνδέεται η ελάφρυνση του χρέους με τις επιδόσεις στην πολιτική σε επίπεδο μακροοικονομικό και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. 
 
» ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ συμμετέχει το Ταμείο; Το ΔΝΤ έχει δηλώσει ότι δεν μπορεί να συμμετάσχει σε ένα νέο πακέτο χωρίς ελάφρυνση του χρέους που θα κάνει το χρέος βιώσιμο. Αυτή η θέση είναι δεδομένη, αν και ο προηγούμενος «συστημικός κίνδυνος» για άρση της «μεγάλης πιθανότητας» για βιωσιμότητα φαίνεται να έχει εξαφανιστεί, είτε επειδή δεν φαίνεται πλέον πιθανή η μετάδοση από την Ελλάδα ή επειδή το Ταμείο έχει δεύτερες σκέψεις για την δική του τη συστημική εξαίρεση. Αλλά υπάρχει μια περίπτωση το Ταμείο πραγματικά να μην συμμετάσχει στο νέο δανεισμό, αν και ίσως θα πρέπει να συμμετέχει σε ένα σύστημα εποπτείας. Ο λόγος είναι ότι η χρηματοδότηση του ΔΝΤ δεν είναι τόσο φθηνή, όσο είναι η επίσημη χρηματοδότηση της ζώνης του ευρώ. Έτσι, για το 2015-2020, το μέσο επιτόκιο για το χρέος προς το ΔΝΤ είναι 3,7%, ενώ το μέσο επιτόκιο για το χρέος προς τον EFSF είναι 1,65%. Πράγματι, από την άποψη της μείωσης του κόστους των επιτοκίων θα είχε νόημα για τον δανεισμό από τον ESM να είναι επαρκής να αποπληρωθεί το χρέος προς το ΔΝΤ. 
 
*Το παρόν αποτελεί μέρος εκτενούς ανάλυσης με τίτλο «Από την λαϊκιστική αποσταθεροποίηση στις μεταρρυθμίσεις και την ελάφρυνση του χρέους στην Ελλάδα».
- Advertisement -

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ