Όλες οι κατηγορίες:

Φανή Πεταλίδου
Ιδρύτρια της Πρωινής
΄Έτος Ίδρυσης 1977
ΑρχικήΕλλάδαΤσίπρας στη ΔΕΘ: Οριστική έξοδος από την κρίση και επιστροφή στην ανάπτυξη...

Τσίπρας στη ΔΕΘ: Οριστική έξοδος από την κρίση και επιστροφή στην ανάπτυξη (βίντεο)

- Advertisement -

Δείτε τη συνέντευξη Τύπου του Πρωθυπουργού στην 82η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα. Θέλω να σας καλωσορίσω στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου του Πρωθυπουργού, στο πλαίσιο της 82ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Θα ξεκινήσουμε, όπως παραδοσιακά συνηθίζεται, με την κυρία Λοτσοπούλου από την ΕΡΤ3.

- Advertisement -

 

ΛΟΤΣΟΠΟΥΛΟΥ (ΕΡΤ3): Καλησπέρα σας, κύριε Πρόεδρε. Ακούσαμε χθες την ομιλία σας να τονίζετε με έμφαση ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να επιτρέψει την επιστροφή της Ελλάδας στο παρελθόν που τη χρεοκόπησε. Χιλιάδες, όμως, Έλληνες, κύριε Πρόεδρε, δεν έχουν σχέση με τη φοροδιαφυγή, το λαθρεμπόριο, τη διαφθορά και τη διαπλοκή και περιμένουν να ακούσουν αν και πότε θα επιστρέψουν σε αξιοπρεπείς κατώτατους μισθούς, σε δίκαιες μισθολογικές εξελίξεις και σε απαλλαγή από βαρείς και άδικους φόρους, όπως ο ΕΝΦΙΑ.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κυρία Λοτσοπούλου, έχετε απόλυτο δίκιο. Η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν ανήκει σε εκείνη την κατηγορία που ευθύνονται, που έχουν πολύ βαριές ευθύνες, για την πορεία της χώρας προς τη χρεοκοπία. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι μια από τις βασικές επιδιώξεις μας είναι να αναδείξουμε αυτό που ονομάζουμε «Ελλάδα της Δημιουργίας, Ελλάδα της Παραγωγής, Ελλάδα του Μόχθου». Δεν μπορούμε, όμως, να κλείσουμε τα μάτια μπροστά σε μια μεγάλη πραγματικότητα. Αυτή η πραγματικότητα είναι ότι για να μπορέσουμε να οικοδομήσουμε μια σταθερή προοπτική για το μέλλον, πρέπει να φύγουμε από αυτήν την, επταετή ως τώρα, σκληρή επιτροπεία των μνημονίων. Ο μόνος τρόπος, λοιπόν, είναι να καταφέρουμε με διαρθρωτικές αλλαγές, με μεταρρυθμίσεις, αλλά και με μια ισορροπία στο μείγμα πολιτικής μας, ώστε να προστατεύουμε ταυτόχρονα τους πιο αδύναμους. Να μπορέσουμε να προχωρήσουμε σιγά-σιγά στην απόδοση της ελληνικής οικονομίας, να πιάνουμε δηλαδή τους στόχους μέχρι να είμαστε σε θέση τον Αύγουστο του 2018 να ολοκληρώσουμε, με επιτυχία, το τρίτο πρόγραμμα και να μπορέσουμε να βρεθούμε σε ένα τελείως καινούργιο, σε ένα διαφορετικό περιβάλλον. Ήδη, το γεγονός ότι είχαμε μια υπεραπόδοση έναντι στόχων το 2016 και το 2017, και το γεγονός ότι έχουμε καταφέρει να περιορίσουμε όλα αυτά τα κακώς κείμενα, στα οποία εσείς αναφερθήκατε, φοροδιαφυγή, λαθρεμπόριο -έχουμε έσοδα και από αυτούς τους τομείς- μας έχει δώσει τη δυνατότητα να αισιοδοξούμε, όχι μόνο ότι θα πιάσουμε τους στόχους, αλλά ότι δημιουργούμε και ένα δημοσιονομικό περιθώριο, το οποίο καταγράφεται ήδη και στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, που θα μας δώσει τη δυνατότητα από το 2019 και μετά να προβούμε στις αναγκαίες εκείνες διορθώσεις, που θα ελαφρύνουν, πρωτίστως, εκείνους που έχουν επιβαρυνθεί περισσότερο από τη δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία, πράγματι, ήταν πρωτοφανής. Αυτός είναι ο στόχος μας. Σε αυτόν τον στόχο είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε και πιστεύω ότι και η πλειοψηφία του ελληνικού λαού έχει συνειδητοποιήσει ότι αυτός είναι ο δρόμος. Και αυτόν τον δρόμο πρέπει να τον περπατήσουμε μαζί, συλλογικά και με σχέδιο.

ΡΟΥΜΠΟΣ (ΑΠΕ-ΜΠΕ): Καλησπέρα. Είπατε ότι δημιουργείται ένα δημοσιονομικό περιθώριο. Να περιμένουμε στα Χριστούγεννα κάτι σαν το έκτακτο επίδομα σε συνταξιούχους, όπως πέρυσι; Και ένα δεύτερο ερώτημα: άκουσα, χθες, να λέτε στην ομιλία για κάποιες παρεμβάσεις που κάνατε ότι ήταν δίκαιο και έγινε, ήταν δίκαιο και έγινε, αρκετές φορές. Για τη μείωση της  φορολογίας, που είναι δίκαιο, θα γίνει; Πότε και πώς;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κατ΄ αρχάς, να σας πω ότι αναφέρθηκα πιο πριν στον δημοσιονομικό χώρο που δημιουργείται από την προοπτική της οικονομίας. Από την προοπτική, δηλαδή, να έχουμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να πιάνουμε τους δημοσιονομικούς στόχους. Και αυτό το δημοσιονομικό περιθώριο δεν είναι κάτι, το οποίο υπολογίζουμε να έχουμε. Έχει συνυπολογιστεί, μαζί με τους εταίρους μας και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι είναι εξαιρετικά αυστηροί, και έχει καταγραφεί στο μεσοπρόθεσμο. Συνεπώς, θα έχουμε τον δημοσιονομικό χώρο πάνω, δηλαδή, από τους στόχους του 3,5% του πλεονάσματος, προκειμένου να προβούμε στις απαραίτητες διορθώσεις από το 2019 και μετά, πέραν αυτών στις οποίες ήδη έχουμε προβεί. Και αναφέρομαι στην ψήφιση των λεγόμενων αντιμέτρων για το 2019 και 2020, που είναι 1% του ΑΕΠ το 2019, σε παροχές κοινωνικής στήριξης, και 1% το 2020 σε φορολογικές ελαφρύνσεις. Το 2016, είχαμε μια εκπληκτική υπεραπόδοση. Ήταν το γεγονός που μας εντυπωσίασε όλους, ήταν η μεγάλη θετική έκπληξη και μία από τις αιτίες που καταφέραμε να αντισταθούμε σε παράλογες απαιτήσεις, κατά τη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης, από μια μερίδα των δανειστών μας. Έναντι στόχου 0,5% του ΑΕΠ, πιάσαμε πλεόνασμα πάνω από 4% και, μάλιστα, όταν πέρυσι τέτοιο καιρό κάποιοι εκ των δανειστών μας, δημοσίως, προέβλεπαν πλεόνασμα κοντά στο 0,1%. Και βεβαίως, εγκαίρως, είχαμε τη διορατικότητα να προβλέψουμε, τον Νοέμβρη, ότι θα έχουμε αυτήν την πορεία και παρά τις αντιδράσεις, παρά το κλίμα καχυποψίας, σωστά προβήκαμε στην ενέργεια να μοιράσουμε μέρος της υπεραπόδοσης αυτής, προκειμένου να ανακουφίσουμε πληγές. Η πορεία των δημοσιονομικών, κατά το 2017, είναι θετική. Έχουμε, το πρώτο επτάμηνο, περίπου 3 δισ. ευρώ πλεόνασμα έναντι στόχου 2 δισ. ευρώ. Δηλαδή, έχουμε πάλι μια υπέρβαση κοντά στο 1 δισ. ευρώ, κατά το πρώτο επτάμηνο. Οφείλουμε, όμως, να είμαστε προσεκτικοί το επόμενο διάστημα. Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά -και πλέον έχουμε την εμπειρία και εμείς να γνωρίζουμε- ότι θα πρέπει να έχουμε όλη την εικόνα της οικονομίας. Υπάρχουν άλλοι τομείς εσόδων που πάνε καλά, άλλοι που δεν πάνε τόσο καλά. Αλλά, η γενική εικόνα είναι ότι βρισκόμαστε πάνω από τον στόχο και άρα θα φροντίσουμε και φέτος να υπάρξει μέρισμα στους πιο αδύναμους. Το οποίο, βεβαίως, όταν έρθει η ώρα, θα είμαστε σε θέση να το ανακοινώσουμε.

 

- Advertisement -

ΤΣΑΚΙΡΗΣ (ΑΝΤ1): Κύριε Πρόεδρε, τις τελευταίες μέρες μιλάτε για την έξοδο από την κρίση, για την έξοδο από την επιτροπεία. Ξέρουμε, βεβαίως, ότι βασική προϋπόθεση γι’ αυτό είναι το χρέος. Θέλω να σας ρωτήσω, λοιπόν, αν ελπίζετε ότι, μετά τις γερμανικές εκλογές, το Βερολίνο θα βάλει νερό στο κρασί του. Και τελικά, στο θέμα αυτό, είναι καλό να είναι μέσα στο πρόγραμμα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ή όχι;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κύριε Τσακίρη, σε σχέση με το χρέος, να σας πω, κατ΄ αρχάς, ότι κατά την εκτίμησή μας, είχαμε μία πολύ θετική απόφαση στις 15 του Ιούνη. Το οποίο, ανεξαρτήτως αν δεν το εκτίμησαν και πάρα πολύ τα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα, η αντιπολίτευση, το εκτίμησαν οι επενδυτές, το εκτίμησαν οι αγορές και αυτό εμάς μας αρκεί. Τι είχαμε στις 15 Ιούνη; Είχαμε έναν αλγόριθμο, ο οποίος κλειδώνει την προοπτική βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους, στον βαθμό που το αμέσως επόμενο διάστημα υπάρξει και η περαιτέρω ποσοτικοποίηση των παραμέτρων αυτού του αλγόριθμου. Και ποιο είναι το πιο ουσιαστικό; Το πιο ουσιαστικό είναι ότι δίνεται μια άλλη προοπτική ενόρασης του προβλήματος, από μία άλλη οπτική γωνία. Δεν αντιμετωπίζουμε το χρέος μόνο ως πρόβλημα, που έχει να κάνει με το κλάσμα, που στον αριθμητή έχει το χρέος και στον παρονομαστή το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, αλλά αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα ως τη δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να μπορεί, ετησίως, να αποπληρώνει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες. Μπήκε, λοιπόν, ένα πλαφόν στο 15% των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών. Δεν θα υπερβαίνουμε, λοιπόν, αυτό το 15% του ΑΕΠ ετησίως. Και ταυτόχρονα, προσδιορίστηκε και ένας μηχανισμός, που συνδέει τα απαραίτητα μέτρα για την απομείωση του χρέους, στα οποία δεσμεύονται οι εταίροι μας, δηλαδή, την επέκταση της περιόδου χάριτος και της ωριμάνσεως των αποπληρωμών των ομολόγων, με τους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Καθιστά, δηλαδή, τους εταίρους μας συνεταίρους στην προοπτική της ανάπτυξης. Αυτή ήταν μια πολύ θετική εξέλιξη, η οποία, όπως σας είπα, χαιρετίστηκε από τους επενδυτές και τις διεθνείς αγορές, τόσο με τις διαρκείς αναβαθμίσεις που είχαμε από τους πιστοληπτικούς οίκους, αναβαθμίσεις της αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας, όσο όμως και από την, εξαιρετικά, επιτυχή έξοδο της χώρας στις αγορές, μετά από τρεισήμισι περίπου χρόνια. Και η επιτυχία αυτή δεν συνίσταται, μόνο, στο καλό επιτόκιο, αλλά κυρίως και στο γεγονός ότι είχαμε πληθώρα επενδυτών, πρόθυμων να επενδύσουν στην ελληνική οικονομία -και αυτό ήταν μία ψήφος εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία- και μάλιστα από μακροπρόθεσμους επενδυτές.

Από εκεί και πέρα, θέτετε, στο τραπέζι της συζήτησής μας, ένα κρίσιμο ερώτημα. Ένα κρίσιμο ερώτημα, που έχει να κάνει με τον ρόλο του ΔΝΤ, αλλά και με τις εξελίξεις στην Ευρώπη. Όπως γνωρίζετε, μέσα στον Σεπτέμβριο, έχουμε τις εκλογές στη Γερμανία, όπου βεβαίως όλοι αναμένουμε να δούμε το αποτέλεσμά τους και τη συγκρότηση της νέας γερμανικής κυβέρνησης. Όμως, είναι ορισμένα πράγματα, τα οποία δεν μπορούν να περιμένουν. Εγώ χαίρομαι να πω –και σε αυτό το σημείο της συνέντευξή μου θα μείνω μόνο σε αυτό, γιατί είμαι βεβαίως ότι θα δεχθώ και άλλες ερωτήσεις- χαίρομαι, που τουλάχιστον σε αυτό το θέμα, στο θέμα του χρέους και της ανάγκης περαιτέρω ποσοτικοποίησης και διευκρίνισης των αναγκαίων μέτρων για την απομείωση του χρέους,  με το ΔΝΤ βρισκόμαστε στην ίδια σελίδα.

 

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΣ (Documento): Καλησπέρα, κύριε Πρόεδρε. Την προηγούμενη Κυριακή, στο «Documento» γράψατε ένα άρθρο, υπό τον τίτλο, «Τελικά, πόσο ψεύτης ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου». Το άρθρο αυτό συζητήθηκε αρκετά, για το αν είχατε δικαίωμα να το γράψετε, αν ήταν ύβρις, όπως είπε κάποιο στέλεχος της αντιπολίτευσης ή αν προσπαθείτε να μιμηθείτε τον Ανδρέα Παπανδρέου. Το ερώτημά μου είναι αν επιχειρείτε, πραγματικά, να ταυτιστείτε εσείς με τον Ανδρέα Παπανδρέου ή να ταυτίσετε τον ΣΥΡΙΖΑ με το τότε ΠΑΣΟΚ.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κύριε Χατζηνικόλα, πράγματι, το άρθρο αυτό δημιούργησε πάρα πολύ μεγάλο θόρυβο. Και πράγματι, δημιουργήθηκαν υπερβολικές αντιδράσεις. Δέχτηκα επιθέσεις. Μάλλον, κάτι σημαντικό θα έγραψα σε αυτό το άρθρο, που ενόχλησε τόσους πολλούς. Όμως, όποιος το διάβασε αυτό το άρθρο, νομίζω ότι κατάλαβε. Ήταν ξεκάθαρο πως -και μάλιστα υπήρχε συγκεκριμένη αναφορά- οι διαφορές είναι ορατές δια γυμνού οφθαλμού. Αυτό, όμως, που ενδεχομένως να ενόχλησε, ξέρετε, ήταν μία συγκεκριμένη παράγραφος, που μιλούσε για μια ομοιότητα. Όχι δική μου ή του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά της περιόδου, της πρώτης περιόδου της πολιτικής αλλαγής στην Ελλάδα του 1981 και της περιόδου που ζούμε σήμερα, από το 2015 και μετά. Και αναφερόμουν σε τι; Όχι σε χαρακτηριστικά κοινά, αλλά στον συστημικό φόβο. Στον φόβο, δηλαδή, ενός συστήματος εξουσίας, που τότε ο Ανδρέας Παπανδρέου το είχε ονομάσει «κατεστημένο της Δεξιάς». Σήμερα, είναι άλλες εποχές. Προφανώς και δεν είναι το «κατεστημένο της Δεξιάς», αλλά είναι ένα κατεστημένο διαπλοκής, που έχει πολύ μεγάλη ευθύνη για τη χρεοκοπία της χώρας. Ο συστημικός φόβος απέναντι σε κάτι που θέλει να αλλάξει τα πράγματα και πείθει τον λαϊκό παράγοντα, εμπνέει, όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ στις μέρες μας. Ο συστημικός φόβος απέναντι σε κάποια διαρκή προτάγματα, όπως το πρόταγμα της κοινωνικής δικαιοσύνης, της λαϊκής κυριαρχίας, της Δημοκρατίας, της εθνικής ανεξαρτησίας. Εμείς πιστεύουμε σε αυτά τα προτάγματα και δίνουμε μάχη γι’ αυτά τα προτάγματα. Θα κριθούμε, βεβαίως, όπως κρίνονται όλοι. Για να απαντήσω, λοιπόν, ευθέως, στο ερώτημά σας. Αν εγώ έχω μια φιλοδοξία, αυτή δεν είναι να αντιγράψω κανέναν. Αλλά, η φιλοδοξία μου είναι να καταφέρω εγώ, ως επικεφαλής μιας κυβέρνησης που λειτουργεί συλλογικά, σε έναν χρόνο από τώρα, να είναι αυτή η κυβέρνηση που θα έχει βγάλει τη χώρα από μία βαθιά περιπέτεια, στην οποία άλλοι την έβαλαν. Και να είμαι εγώ αυτός, επικεφαλής μιας συλλογικής προσπάθειας, μιας κυβέρνησης που λειτουργεί συλλογικά, που θα έχει καταφέρει να αρχίσει σιγά-σιγά να επουλώνει τις μεγάλες πληγές που χάραξε στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας ένα άλλο πολιτικό σύστημα, που κατέρρευσε. Και να είμαστε εμείς αυτοί που θα αρχίσουμε σιγά-σιγά να θέτουμε τις βάσεις ενός νέου παραγωγικού μοντέλου, ενός νέου μοντέλου πιο υγιούς για τη λειτουργία της οικονομίας. Αυτή είναι η φιλοδοξία μου και γι’ αυτήν τη φιλοδοξία μάχομαι και εγώ και οι συνεργάτες μου, όλα αυτά τα χρόνια.

 

ΑΝΤΖΟΛΕΤΟΣ (ΣΚΑΙ): Κύριε Πρόεδρε, ανατρέχω σε μια δήλωση του κ. Τσακαλώτου στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», σε συνέντευξή του, ο οποίος είχε δηλώσει πως οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση όσων συμφωνήθηκαν με τους πιστωτές, διατηρούν την αβεβαιότητα και οδηγούν σε απώλεια αξιοπιστίας και συμμαχιών. Μάλιστα, είχε συμπληρώσει πως η πλειονότητα των μελών της κυβέρνησης συμμερίζεται αυτή την άποψη, αφήνοντας να εννοηθεί ότι κάποιοι δεν συμμερίζονται αυτή την άποψη. Μάλιστα, είχε κάνει κριτική και στην Κεντρική Επιτροπή για τον συντονισμό της κυβέρνησης. Η ερώτηση είναι διττή. Παραδέχεστε ότι υπάρχει θέμα συντονισμού στην κυβέρνηση; Και πιστεύετε ότι αυτό μπορεί να λυθεί με έναν ανασχηματισμό;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κύριε Αντζολέτο, πρέπει να σας πω ότι ο χρόνος ολοκλήρωσης μιας αξιολόγησης είναι πολύ κρίσιμο θέμα. Αν θέλετε, είναι μέρος της στρατηγικής μας για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος. Όμως είναι ηλίου φαεινότερον ότι τη βασική ευθύνη για την καθυστέρηση της δεύτερης αξιολόγησης, δεν την έχει η ελληνική κυβέρνηση. Αλλά είχαμε μια πρωτοφανή διαφωνία ανάμεσα στους ευρωπαϊκού θεσμούς και μια διαρκή προσπάθεια να τίθενται διαρκώς νέα ζητήματα στο τραπέζι και μάλιστα ορισμένα από αυτά έξω και από τη Συμφωνία. Δεν θέλω, τώρα, να ξαναγυρίσω σε μια απόπειρα καταλογισμού ευθυνών επ΄ αυτού, αλλά νομίζω ότι αυτό είναι εμφανές και πρέπει να είναι εμφανές σε όλους μας. Από εκεί και πέρα, θέλω να μιλήσω για το μέλλον και όχι για το παρελθόν. Η κυβέρνηση αυτή προσπαθεί σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Νομίζω ότι, δεδομένου των εξαιρετικά δύσκολων συνθηκών,  έχει παράξει ένα πολύ σημαντικό έργο. Είναι αυτονόητο ότι υπάρχουν και προβλήματα, τα οποία προσπαθούμε να επιλύσουμε και προβλήματα συντονισμού. Όμως, κ. Αντζολέτο, πιστέψτε με, η προσπάθεια που καταβάλλουμε σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες, κατά την άποψή μου, είναι μια προσπάθεια που αποδίδει. Και αυτό δεν το λέω μονάχα εγώ, το εκτιμούν και οι εταίροι μας, το εκτιμούν πλέον, σιγά-σιγά, και τα διεθνή ΜΜΕ. Πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα το εκτιμήσουν και οι αντικειμενικοί παρατηρητές στην Ελλάδα, αν δεν το εκτιμούν ήδη.

Από εκεί και πέρα, σε σχέση με την τρίτη αξιολόγηση, πρέπει να σας πω ότι είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε με μεγάλη ταχύτητα, στο πλαίσιο της συμφωνίας που έχουμε μπροστά μας. Γι΄ αυτό τον σκοπό, το επόμενο διάστημα, θα συγκαλέσω άμεσα το Υπουργικό Συμβούλιο. Η κυβέρνηση θα κινηθεί με ταχύτατους ρυθμούς το επόμενο διάστημα. Και θα πάρουμε τις συλλογικές εκείνες αποφάσεις, για να προχωρήσουμε στις αναγκαίες παρεμβάσεις, ώστε να ολοκληρωθεί η τρίτη αξιολόγηση το συντομότερο δυνατό. Διότι, επαναλαμβάνω, ο χρόνος είναι μέρος της στρατηγικής μας. Και αν θέλετε, η πιο ουσιαστική και θετική παρέμβαση και της τοποθέτησης του Γάλλου Προέδρου, ήταν η συμφωνία του σε αυτό και η επισήμανση ότι πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, να έρθουν με καλή πίστη και να μην προβάλουν ζητήματα έξω από το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, που μπορεί να καθυστερήσουν αυτή τη διαδικασία. Διότι, πια, είναι εμφανές ότι η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος, δεν είναι μόνο ζήτημα που αφορά την ελληνική κυβέρνηση και την Ελλάδα. Είναι ζήτημα που αφορά την επιτυχία της Ευρώπης και τη δυνατότητά της συνολικά να ξεπεράσει την κρίση. Διότι, το τέλος της ελληνικής κρίσης θα είναι ταυτόχρονα και το τέλος της ευρωπαϊκής κρίσης.

 

ΑΛΕΙΦΕΡΟΠΟΥΛΟΣ (Δημοκρατία): Κύριε Πρόεδρε, στα μέσα του Οκτωβρίου, εκδικάζεται η αγωγή για τα χρέη του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. στην Αγροτική Τράπεζα, την οποία, σε μικρό χρονικό διάστημα, έσπευσαν κάποιοι να απαξιώσουν και να δωρίσουν στην Τράπεζα Πειραιώς. Μιλάμε για δάνεια που ξεπερνούν τα 200 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, να σας θυμίσω ότι η αγωγή στρέφεται και κατά του ελληνικού Δημοσίου, κύριε Πρόεδρε. Και θα ήθελα να γνωρίζω με ποιον τρόπο η κυβέρνηση θα διασφαλίσει ότι θα πληρωθούν αυτά τα δάνεια των κομμάτων και δεν θα είναι και αυτά δανεικά και αγύριστα, όπως έγινε με κάποια «θαλασσοδάνεια» των ΜΜΕ, που εντέλει, κύριε Πρόεδρε, θα τα πληρώσει ο ελληνικός λαός.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κύριε Αλειφερόπουλε, αναφέρεστε σε ένα μεγάλο σκάνδαλο, για το οποίο οι ηγεσίες, τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της Ν.Δ., σιωπούν, επιλέγουν τη σιωπή. Πρόσφατα, είδε το φως της δημοσιότητας –φαντάζομαι σε αυτό αναφέρεστε- δημοσίευμα στην εφημερίδα «Δημοκρατία», αν δεν κάνω λάθος, το οποίο αποκαλύπτει ότι λίγες ημέρες πριν την απόφαση της κυβέρνησης Σαμαρά, τον Ιούλιο του 2012, να προχωρήσει στην εκποίηση της Αγροτικής Τράπεζας στην Τράπεζα Πειραιώς, είχε γίνει μια αγωγή από την Αγροτική Τράπεζα προς τα δύο κόμματα και προς το Δημόσιο γι’ αυτά τα χρωστούμενα, τα δανεικά και αγύριστα των 200 και πλέον εκατομμυρίων ευρώ. Και το σκάνδαλο το μεγάλο δεν είναι μόνον ότι πάρθηκε αυτή η πολιτική απόφαση 20 ημέρες μετά, αλλά ότι ενώ έγινε ο διαχωρισμός ανάμεσα στη bad bank και στο υγιές σκέλος, που πέρασε στην Τράπεζα Πειραιώς, τα δάνεια αυτά πέρασαν στο υγιές σκέλος. Και βεβαίως, ένα επίσης σκάνδαλο είναι ότι με τροπολογία, της τελευταίας στιγμής, εκείνης της εποχής, του τότε υπουργού Εσωτερικών -αν δεν κάνω λάθος ήταν ο κ. Γιαννίτσης- δόθηκε η δυνατότητα του ανεκχώρητου και του ακατάσχετου, τη στιγμή που έπαιρναν αποφάσεις, φυσικά για όλους τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες, για όλες τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα δεν υπάρχει κανένα ακατάσχετο και κανένα ανεκχώρητο, προκειμένου να πάρουν προεκλογικά τα δύο αυτά κόμματα την κρατική επιχορήγηση και να κάνουν εκλογές και να συνεχίσουν να χρωστούν 200 εκατομμύρια στον ελληνικό λαό. Τώρα, στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, εμείς δεν μπορούμε να παρέμβουμε στη λειτουργία της ίδιας της Δημοκρατίας. Τι να κάνουμε; Τα κόμματα δεν είναι επιχειρήσεις. Αλλά εδώ υπάρχει ένα ηθικό σκέλος, δεν είναι το πολιτικό κομμάτι. Θα μας απαντήσουν ποτέ; Δύο ερωτήματα έχω εγώ. Το ένα είναι το πασιφανές, αν σκοπεύουν ποτέ να τα ξεπληρώσουν αυτά τα χρήματα. Αν αισθάνονται, δηλαδή, ότι είναι χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων που τα χρωστούν. Και το δεύτερο: πού πήγαν όλα αυτά τα χρήματα; Διακόσια εκατομμύρια ευρώ! Τόσο ακριβές προεκλογικές εκστρατείες έκαναν; Πού πήγαν όλα αυτά τα χρήματα; Εν πάση περιπτώσει, νομίζω ότι ο ελληνικός λαός έχει βγάλει τα συμπεράσματά του για το ποιοι είναι αυτοί που μας οδήγησαν στην κρίση, ποιοι είναι αυτοί που χρεοκόπησαν τη χώρα, λεηλάτησαν τη χώρα και έρχονται τώρα και μας κουνούν και το δάκτυλο και εμφανίζονται, τάχα μου, ως οι νοικοκύρηδες που θα έρθουν να νοικοκυρέψουν τα πράγματα.

 

ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ (News247): Κύριε Πρόεδρε, ακούσαμε προχτές τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, στο να λέει πως το ΔΝΤ δεν έχει θέση να επιτηρεί ευρωπαϊκά προγράμματα και να το καλεί να δείξει καλή πίστη για να ολοκληρωθεί έγκαιρα η αξιολόγηση. Ταυτόχρονα, πριν λίγο, μας είπατε και εσείς ότι, ουσιαστικά, βιάζεστε, μας είπατε ότι ο χρόνος είναι μέρος της στρατηγικής της κυβέρνησης. Την ίδια ώρα αυξάνονται οι ενδείξεις ότι το ΔΝΤ έχει κάποιες αξιώσεις οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν εμπόδια στην αξιολόγηση. Επειδή, προφανώς, η έξωση του ΔΝΤ, να ξεκινήσει δηλαδή η συζήτηση, να ξεκινήσει δηλαδή η συζήτηση για έξωση του ΔΝΤ από την Ευρώπη, δεν θα γίνει κατά τη διάρκεια της τρίτης αξιολόγησης, εάν το ΔΝΤ προσπαθήσει να φέρει προβλήματα στην τρίτη αξιολόγηση και να την καθυστερήσει, θα ζητήσετε επισήμως από τους Ευρωπαίους εταίρους να περιθωριοποιηθεί το ταμείο ώστε να κλείσει η αξιολόγηση έγκαιρα και χωρίς εκτός συμφωνίας απαιτήσεις;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κύριε Μελιγγώνη, κοιτάξτε, εμείς στο βαθμό που είμαστε αποφασισμένοι να υλοποιήσουμε μια συμφωνία που έχουμε μπροστά μας και ξέρουμε πολύ καλά ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας, ότι έχουμε βρεθεί και σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες, θα κάνουμε αυτό που μας αναλογεί, θα τρέξουμε γρήγορα. Άλλωστε, η τρίτη αξιολόγηση έχει κυρίως εφαρμοστικά ζητήματα, ζητήματα εφαρμογής, νομοθεσίας και όχι κρίσιμα πολιτικά ζητήματα και, βεβαίως, αναμένουμε ότι όλες οι πλευρές, καλή τη πίστη, θα έρθουν με ένα κοινό στόχο. Να σας το πω διαφορετικά: εμείς μπορούμε να ζήσουμε και με το ΔΝΤ, στο βαθμό που τηρεί τα συμφωνηθέντα, μπορούμε να ζήσουμε ασφαλώς και χωρίς την παρουσία του, το πιστεύουμε αυτό, το πιστεύαμε από την αρχή. Ήμασταν οι μόνοι που το πιστεύαμε τότε, τώρα το πιστεύουν οι περισσότεροι στην Ευρώπη. Αυτό που δεν μπορούμε είναι να ζήσουμε με το ΔΝΤ, να έχει το ένα πόδι μέσα στο πρόγραμμα και το άλλο πόδι έξω από το πρόγραμμα. Μετά από δυόμιση χρόνια, κάποια στιγμή, πρέπει να αποφασίσουνε. Φαντάζομαι ότι ένα εύλογο χρονικό διάστημα για να πάρουν τις αποφάσεις τους είναι, εντάξει να γίνουν και οι γερμανικές εκλογές, μέχρι τέλος του χρόνου. Αυτό δεν αφορά την ελληνική κυβέρνηση, αφορά συνολικά την Ευρώπη. Και νομίζω ότι το γεγονός ότι διαμορφώνεται ένα πλαίσιο ευρύτερης συζήτησης για το μέλλον της Ευρώπης και τη νέα αρχιτεκτονική της, στο οποίο πλαίσιο η Ελλάδα δεν είναι απλώς κομπάρσος ή παρατηρητής, παρεμβαίνει, έχει άποψη, η ελληνική κυβέρνηση έχει άποψη, θέση και διαμορφώνει συμμαχίες, σήμερα, στην Ευρώπη. Το διαπιστώσατε, νομίζω, με την επίσκεψη Μακρόν. Το γεγονός αυτό, πιστεύω, ότι μας ευνοεί. Διότι το συνολικότερο χρονοδιάγραμμα αυτών των αλλαγών εντάσσεται μέσα στο χρονοδιάγραμμα που απαιτείται για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος. Άρα, η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος, επαναλαμβάνω, είναι προϋπόθεση για ένα success story, για να θυμηθώ τα παλιά, όχι δικό μας, αλλά της Ευρώπης. Για μια προοπτική επιτυχίας που θα αφορά ολόκληρη την Ευρώπη.

 

ΤΣΙΚΡΙΚΑ (ALPHA): Κύριε Πρόεδρε, όλο το τελευταίο διάστημα, να αναφερθώ για παράδειγμα πριν λίγες μέρες, στην επίσκεψη Μακρόν, χθες από τα εγκαίνια του περιπτέρου της Κίνας στη ΔΕΘ, αναφερθήκατε, εκπέμψατε το μήνυμα ότι η κυβέρνηση έχει την πολιτική βούληση, να προχωρήσει, να προσελκύσει επενδύσεις. Ωστόσο, έχουμε ακούσει, το τελευταίο διάστημα, πολλά στελέχη σας να έχουν κάποιες ενστάσεις, να δείχνουν ότι δεν πιστεύουν σε μια σειρά επενδύσεων. Πιστεύετε ότι χρειάζονται αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα για να μπορέσετε να κερδίσετε αυτό το στοίχημα και να υλοποιήσετε την πολιτική σας;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Νομίζω, κυρία Τσικρίκα, δεν έχετε δίκαιο, διότι, αν ήταν έτσι, δεν θα είχαν υλοποιηθεί τόσες επενδύσεις όλο αυτό το διάστημα. Θέλω ορισμένα πράγματα να τα ξεκαθαρίσω. Έρχονται και παρουσιάζουν τους εαυτούς τους ως φίλοι των επενδυτών και των επενδύσεων και της επιχειρηματικότητας, αυτοί που την τελευταία πενταετία έχουν συνδέσει το όνομά τους με τη μεγαλύτερη αποεπένδυση που έχει συμβεί στη χώρα. Το 2016, μια χρονιά που ήταν δύσκολη ακόμη, που δεν υπήρχε αυτή η αισιοδοξία που έχουμε τώρα στα τέλη του 2017, που παλεύαμε την πρώτη αξιολόγηση και είχαμε μετά και την δεύτερη, το 2016 έγινε ρεκόρ στην Ελλάδα -της τελευταίας πενταετίας – εξαετίας- σε ξένες άμεσες επενδύσεις: 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ. Από το 2009 ήταν το μεγαλύτερο ποσό ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα. Πώς έγινε αυτό αφού έχουμε μια κυβέρνηση με τόσο κακούς υπουργούς, που μισούν τους επενδυτές, που μισούν τους επιχειρηματίες; Και φέτος, το 2017, αναμένεται να πάμε σε ένα ακόμη μεγαλύτερο ρεκόρ. Να ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, ορισμένα πράγματα. Η κυβέρνηση αυτή είναι φιλική προς την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις. Είναι φιλική, κυρίως, προς την υγιή επιχειρηματικότητα. Νομίζω ότι θα συμφωνήσετε μαζί μου πως κάνουμε μια πολύ μεγάλη προσπάθεια να καταπολεμήσουμε παθογένειες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, παθογένειες του ελληνικού κράτους και της λειτουργίας τους, όπως η γραφειοκρατία, όπως το γεγονός ότι υπάρχει μια πολύ μεγάλη καθυστέρηση στην έκδοση των δικαστικών αποφάσεων. Παθογένειες οι οποίες, προφανώς, δεν οφείλονται στα δυόμιση χρόνια που κυβερνάμε εμείς και, δυστυχώς, τα προηγούμενα χρόνια δεν είχαν γίνει όσα θα έπρεπε να έχουν γίνει. Κατά τη διάρκεια της δικής μας θητείας έχουν γίνει πολύ περισσότερα απ’ όσα είχαν γίνει σε δεκαετίες πριν. Εκεί όπου υπάρχει, αν θέλετε, μια διαφορά σε σχέση με την νεοφιλελεύθερη οπτική απέναντι στις επενδύσεις και την λέμε ευθαρσώς, και την λέμε φανερά, δεν την κρύβουμε, είναι ότι εμείς θέλουμε τις επενδύσεις, θέλουμε ένα υγιές επιχειρηματικό περιβάλλον, αλλά θέλουμε να προστατεύσουμε τις εργασιακές σχέσεις και το περιβάλλον. Και ξέρετε, αυτή είναι και μια διαφορά ιδεολογικής προσέγγισης ανάμεσα σε εμάς και τους νεοφιλελεύθερους. Διότι εμείς πιστεύουμε ότι το παραγωγικό μοντέλο της χώρας μπορεί να είναι πιο επιτυχές αν επενδύσουμε, όχι στην ένταση εργασίας, αλλά στην ένταση  γνώσης και στα συγκριτικά πλεονεκτήματα αυτού του τόπου που είναι η φύση μας. Η ελληνική φύση, τα ποιοτικά αγροτικά προϊόντα, οι τοποθεσίες μας που δίνει όλη αυτή την προοπτική να έχουμε και πολύ αυξημένες τουριστικές ροές, αν καταστρέψουμε το περιβάλλον και αν καταστρέψουμε το ανθρώπινο κεφάλαιο, δεν θα έχουμε παραγωγή στη χώρα. Πριν από λίγες μέρες, επισκέφθηκα επιχειρήσεις, είδα ότι όλοι – πολλοί εν πάση περιπτώσει, δεν θέλω όλους να τους «τσουβαλιάζω»-  με κατηγόρησαν ότι ανακαλύπτω όψιμα την επιχειρηματικότητα. Δεν επισκέφθηκα τυχαία κάποιες επιχειρήσεις. Επισκέφθηκα πετυχημένες επιχειρήσεις που έχουν επενδύσει στον ανθρώπινο παράγοντα και στις εργασιακές σχέσεις. Αυτό δεν το πρόσεξε κανένας, διότι εμείς πιστεύουμε ότι ο εργαζόμενος είναι βασικός κρίκος της παραγωγικής αλυσίδας. Γι’ αυτούς που θέλουν να επενδύουν στην ποιότητα και γι’ αυτούς που αποτελούν αυτό που εμείς ονομάζουμε «άλλη Ελλάδα, Ελλάδα της δημιουργίας» και όχι Ελλάδα της φούσκας, της λαμογιάς, της απατεωνιάς, αυτό που ζήσαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Θέλω, λοιπόν, να σας ξεκαθαρίσω ότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου η κυβέρνηση αυτή έχει κάνει περισσότερα από κάθε άλλη κυβέρνηση στο παρελθόν για να δημιουργήσουμε ένα φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον και πιστεύω ότι αυτό αρχίζει σιγά – σιγά και φαίνεται διότι έρχονται επενδύσεις στην Ελλάδα. Μέσα από αυτές τις επενδύσεις, πιστεύουμε, ότι θα μπορέσουμε να καταπολεμήσουμε σιγά – σιγά και τη μεγάλη μάστιγα της ανεργίας, προκειμένου να δώσουμε διέξοδο και προοπτική, κυρίως στους νέους ανθρώπους αυτής της χώρας.

 

ΣΒΕΡΚΟΣ (Εφημερίδα Συντακτών): Κύριε Πρωθυπουργέ, σας διαβάζω τις θέσεις του ΣΕΒ, αναφορικά με τα εργασιακά. Η αγορά εργασίας έχει απελευθερωθεί, τα τελευταία χρόνια, αποσπασματικά, αλλά προς τη σωστή κατεύθυνση, ανέφεραν σε μια ανάλυσή του και συνέχισε λέγοντας ότι η επαναφορά εργασιακών ρυθμίσεων που ίσχυαν πριν την κρίση, θα οδηγήσουν σε απώθηση ξένων επενδύσεων με δυσμενείς επιπτώσεις για το μέλλον της οικονομίας. Αυτή η τοποθέτηση σας ανησυχεί; Πώς σχολιάζετε αυτή την τοποθέτηση, με δεδομένο, μάλιστα, ότι ξεκινάει η τρίτη αξιολόγηση, το ΔΝΤ έχει προβάλλει τα ίδια επιχειρήματα και μάλιστα είναι πολύ σκληρό στις διαπραγματεύσεις. Θέλω, επίσης, να ρωτήσω αν δίνεται, τελικά, ευκαιρία για νέες καθυστερήσεις στην τρίτη αξιολόγηση;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Βάλατε πολλά ερωτήματα σε ένα. Εγώ θα μείνω στην ουσία του προβλήματος που αναδεικνύεται από αυτή την τοποθέτηση και νομίζω ότι συνδέεται η προηγούμενη ερώτηση με αυτήν, κατά κάποιον τρόπο. Ένα από τα σοβαρά προβλήματα που πιστεύω ότι έχουμε στην Ελλάδα, αυτό που έχω διαπιστώσει εγώ δυόμιση χρόνια που είμαι Πρωθυπουργός, είναι ότι όταν συζητάμε με τους εκπροσώπους των κοινωνικών φορέων λείπουν από το τραπέζι της συζήτησης οι άνθρωποι που πραγματικά έχουν σχέση με την παραγωγή. Γιατί εγώ συναντώντας ανθρώπους της παραγωγής, αυτές τις θέσεις δεν τις συναντώ. Οι άνθρωποι που πραγματικά έχουν σχέση με την παραγωγή και όχι με τις υπηρεσίες, τις προμήθειες του ελληνικού δημοσίου, δηλαδή αυτό που ονομάζουμε κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα με την παραγωγή και όχι την παραγωγή ενέργειας, δεν έχουν τέτοιες απόψεις. Αν δείτε στις επιχειρήσεις τους έχουν εξαιρετικές εργασιακές σχέσεις και πολύ υψηλούς μισθούς. Διότι επενδύουν στην ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος και ξέρουν πάρα πολύ καλά ότι δεν μπορεί να υπάρξει ποιότητα αν ο εργαζόμενος δεν έχει έγνοια, δεν αισθάνεται κι αυτός για την επιχείρηση, δεν έχει μεράκι για αυτό που κάνει, δεν αισθάνεται καλά, δεν αισθάνεται άνετα. Εν πάση περιπτώσει, εμείς δεν μπορούμε να λύσουμε αυτό το πρόβλημα στην ολότητά του, αλλά μπορώ να σας πω ότι είμαστε αποφασισμένοι, το επόμενο διάστημα, να βρεθούμε δίπλα στους ανθρώπους της παραγωγής. Και, ιδιαίτερα, σε ό,τι αφορά τον κλάδο της μεταποίησης. Θέλουμε να προχωρήσουμε σε σημαντικές αλλαγές στήριξης του κλάδου της μεταποίησης ώστε να μπορεί να έχει εξωστρέφεια, να εξάγει, να παράγει, να απλοποιήσουμε τις διαδικασίες αδειοδότησης, να έχουμε νέες δραστηριότητες στη χώρα, να προσελκύσουμε δηλαδή επενδύσεις στο χώρο της μεταποίησης, στο δευτερογενή τομέα. Διότι κάποιοι, όλο το προηγούμενο διάστημα, που μάλιστα βρέθηκαν και σε ηγετικές θέσεις στην εκπροσώπηση των κοινωνικών φορέων, που εκφράζουν το χώρο της εργοδοσίας –αλλά, επαναλαμβάνω δεν είχαν σχέση με την παραγωγή, είχαν περισσότερο σχέση με τις τράπεζες- μας είπαν ότι η Ελλάδα δεν παράγει, δεν μπορεί να παράξει. Και αυτή η χώρα είναι καταδικασμένη να είναι μια χώρα υπηρεσιών. Μεγάλο λάθος και μεγάλο ψέμα. Εγώ βλέπω μία Ελλάδα δημιουργική, μία Ελλάδα που αν επενδύσει στο ανθρώπινο κεφάλαιο, στις καινοτομίες, στις νέες τεχνολογίες, μπορεί να κάνει θαύματα. Και αυτή την Ελλάδα εμείς θέλουμε να ενισχύσουμε και θα την ενισχύσουμε στο επόμενο διάστημα με πολύ συγκεκριμένες πρωτοβουλίες.

 

ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΥ (STAR): Καλημέρα, κ. Τσίπρα. Κάνατε χθες την ομιλία σας, εδώ στο Βελλίδειο, έναν εκτενή απολογισμό για το κυβερνητικό σας έργο, αυτό που, κατά τη γνώμη σας, θεωρείτε πως έχει θετικό πρόσημο για τους στόχους που έχετε θέσει ως κυβέρνηση. Δεν ακούσαμε, όμως, κύριε Πρόεδρε, πού θεωρείτε πως η κυβέρνησή σας, ενδεχομένως, έχει αστοχήσει, πού ενδεχομένως έχουν υπάρξει καθυστερήσεις και πού βάζετε εσείς αρνητικό πρόσημο σε αυτήν τη μέχρι τώρα διακυβέρνηση;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κοιτάξτε, πριν απαντήσω στην ερώτησή σας, πρέπει να ξεκαθαρίσω κάτι. Η κυβέρνηση αυτή δεν λειτουργεί υπό κανονικές συνθήκες, με την έννοια ότι εδώ και επτά χρόνια, το γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, και όχι μόνο αυτή, αλλά και οι προηγούμενες κυβερνήσεις όλα αυτά τα επτά χρόνια, οι αποφάσεις για την εφαρμογή της πολιτικής πρέπει να συμφωνούνται μέσα σε ένα πλαίσιο αυστηρής επιτροπείας με τους εταίρους, με αυτούς, δηλαδή, που μας χρηματοδοτούν. Ως εκ τούτου, δεν είναι εύκολο να κριθεί, με τους ίδιους όρους, μια κυβέρνηση, η οποία λειτουργεί σε αυτές τις συνθήκες από τις κυβερνήσεις που λειτουργούσαν όλη την προηγούμενη περίοδο. Είναι προφανές, λοιπόν, και δεν θέλω να κρυφτώ πίσω από το δάχτυλό μου ότι, πολλές φορές, είχαμε την εντύπωση ότι θα ολοκληρώσουμε πιο γρήγορα τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας, αλλά κάθε φορά που φτάναμε στα γκολπόστ, τα γκολπόστ μετακινούνταν κάποια μέτρα πιο εκεί και δεν μπορούσαμε να ευστοχήσουμε. Πολλές φορές, είχαμε την εντύπωση ότι πράγματα τα οποία είναι αυτονόητα δεν θα υπάρχει αντίρρηση στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς και, ενδεχομένως, είχαμε και την αίσθηση ότι κάποιοι από αυτούς μας διαβεβαίωναν γι’ αυτό, αλλά ερχόντουσαν κάποιοι άλλοι, διότι είναι και τρεις διαφορετικοί, και έπαιρναν πίσω τις υποσχέσεις και μας εξέθεταν. Αυτή ήταν και είναι μια πραγματικότητα την οποία ζούμε όλα αυτά τα χρόνια και γιατί πρέπει να κρυφτούμε πίσω από το δάχτυλό μας. Θέλω, λοιπόν, να πω ότι σε αυτά τα πλαίσια έχουν γίνει, βεβαίως, αστοχίες, έχουν γίνει λάθη, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, αλλά κατά την εκτίμησή μου, σε γενικές γραμμές, έχουμε καταφέρει πάρα πολλά πράγματα, τα οποία σε αυτές τις συνθήκες, επαναλαμβάνω, δεν ήταν εύκολο να επιτευχθούν. Το επόμενο διάστημα, βεβαίως, έχουμε μπροστά μας την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης. Αλλά, έχουμε μπροστά μας και τη μεγάλη συζήτηση για το πώς θα οργανώσουμε το μέλλον. Για το πώς θα επουλώσουμε τις πληγές της κρίσης και το πώς θα δημιουργήσουμε μια προοπτική, μία χαραμάδα ελπίδας, ιδιαίτερα σε αυτούς που έχουν επιβαρυνθεί περισσότερο από όλους στην κρίση. Και, κατά την άποψή μου, είναι η νέα γενιά. Κι επιτρέψτε μου να σας εκμυστηρευτώ κάτι. Πολύ μεγάλη συζήτηση έχει γίνει όλα αυτά τα χρόνια, και δικαίως, για τις συντάξεις, για τους συνταξιούχους, για τους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας. Πράγματι, δεν είναι καθόλου ευχάριστη η θέση όταν κανείς, από θέση ευθύνης, συζητάει πώς από τα δύο πρώτα μνημόνια μειώθηκαν στο 45% οι συντάξεις και εμείς δεν καταφέραμε να επαναφέρουμε τις συντάξεις στο πρότερο επίπεδο, ακόμα – ακόμα και όταν οι πιστωτές μας ήρθαν, το ΔΝΤ, με μια άποψη -τελείως παράλογη, κατά την άποψη μου- την οποία αναγκαστήκαμε να δεχτούμε, μέσα στη διαπραγμάτευση, για μια μείωση 18% στο 50% περίπου των συντάξεων το 2019, με ισόποσες παροχές σε κοινωνικές κατηγορίες που το έχουν ανάγκη. Θέλω να σας πω, όμως, ότι ήρθε η ώρα να μιλήσουμε και για τη νέα γενιά. Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε και για αυτούς τους 400.000 νέους ανθρώπους που έφυγαν τα δύο πρώτα χρόνια της κρίσης στο εξωτερικό, με υψηλή εξειδίκευση, μορφωμένους, με μεταπτυχιακά και πρέπει να γυρίσουν πίσω ή να τους δώσουμε την προοπτική να μπορέσουν να γυρίσουν πίσω. Να μιλήσουμε για την έννοια της νεανικής επιχειρηματικότητας, να μιλήσουμε για τους νέους ερευνητές, που κάνουν θαύματα στα ελληνικά πανεπιστήμια, τα οποία τα είχαν υποβαθμισμένα τόσα χρόνια. Και ήρθαμε και αυξήσαμε τον προϋπολογισμό για την έρευνα στο 1%, σε συνθήκες δημοσιονομικής ασφυξίας. Και αυξήσαμε τις δαπάνες για την εκπαίδευση, σε συνθήκες ασφυξίας. Και δίνουμε τώρα με μια σειρά, εξαντλούμε κάθε δυνατότητα που έχουμε, ξύνουμε τον πάτο του βαρελιού, αλλά δίνουμε χρήματα για τη νεανική επιχειρηματικότητα. Το EquiFund, το «Καινοτομώ – Δημιουργώ», αυτά τα οποία ανακοίνωσα χθες, τη δυνατότητα, δηλαδή, νέοι επιχειρηματίες μέχρι 34 ετών να έχουν πλήρη επιδότηση της πρώτης πρόσληψης μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους, για να ξεκινήσουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα. Ή αυτό το οποίο ετοιμάζουμε τώρα, μέσα από την προσπάθεια του υπουργείου Οικονομίας, στην προοπτική ίδρυσης της Αναπτυξιακής Τράπεζας, για ένα Ταμείο Μικροπιστώσεων, που θα δίνει τη δυνατότητα σε νέους ανθρώπους να ξεκινήσουν τα πρώτα τους επιχειρηματικά τους βήματα. Πιστεύω ότι πρέπει να αλλάξουμε σιγά –σιγά την ατζέντα της συζήτησης. Οι πληγές είναι μεγάλες, οι κοινωνικές, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, αλλά πρέπει σιγά –σιγά να αρχίσουμε να οικοδομούμε την επόμενη μέρα και η επόμενη μέρα θα στηριχθεί στη νέα γενιά.

 

ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ (ΕΡΤ): Καλό μεσημέρι, κ. Πρόεδρε. Πριν από λίγα εικοσιτετράωρα, από τον Λόφο της Πνύκας, ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, ανέπτυξε το όραμά του για το μέλλον της Ευρώπης. Είναι γνωστές οι συγκλίσεις της ελληνικής πλευράς με τη γαλλική ηγεσία. Θα ήθελα να μου πείτε, όμως, που διαφοροποιείστε με τον Εμανουέλ Μακρόν, και επειδή προέρχεστε, αναμφίβολα, από διαφορετικούς πολιτικούς δρόμους, θα ήθελα να μάθω αν νιώθετε πως ίσως είναι συγκυριακή αυτή η τόνωση των σχέσεων, επειδή θέλει ο Γάλλος Πρόεδρος να δημιουργήσει ένα όραμα ως αντίβαρο, ενδεχομένως, και της δυσαρέσκειας που έχει προκαλέσει με τις επιλογές του στα εργασιακά.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κοιτάξτε, βασικό σημείο σύγκλισης των απόψεών μας, για το μέλλον της Ευρώπης, είναι η ανάγκη εκδημοκρατισμού. Η ανάγκη, δηλαδή, η Ευρώπη να μην είναι ένας γραφειοκρατικός οργανισμός που θα αποφασίζει κεκλεισμένων των θυρών, αλλά οι αποφάσεις να παίρνονται σε όργανα τα οποία θα είναι αιρετά, σε όργανα τα οποία θα κρίνονται από τους λαούς και οι ηγέτες της Ευρώπης να λογοδοτούν απέναντι στους Ευρωπαίους πολίτες. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι σε αυτό το πλαίσιο μπορούν να συμπέσουν διαφορετικές οπτικές σε ό,τι αφορά άλλου είδους ζητήματα που έχουν να κάνουν με την άποψη του καθενός για τη βασική αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας που διατρέχει, φυσικά, όλες τις κοινωνίες και όλα τα κοινωνικά συστήματα. Υπό αυτήν την έννοια, θα έλεγα ότι το κόμμα μου, ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει μια μακροχρόνια παράδοση, διότι το βασικό ρεύμα δημιουργίας του ήταν το ρεύμα του Αριστερού Ευρωπαϊσμού. Η αριστερή οπτική για την ενωμένη Ευρώπη, την οποία εμείς θεωρούμε το ύστατο πεδίο της πάλης, της πολιτικής και της ταξικής, και η άποψή μας ότι μόνο καλύτερα θα είναι τα πράγματα για τους λαούς, αν αυτό το πεδίο γίνει λιγότερο γραφειοκρατικό και έχουμε μια εμβάθυνση και πολιτική και, σε ό,τι αφορά τους θεσμούς, δημοκρατική. Σε αυτό, λοιπόν, το σημείο συμπίπτουμε με τον Πρόεδρο Μακρόν. Υπάρχουν, βεβαίως, άλλες οπτικές, που υπάρχουν διαφορετικές θέσεις. Αλλά, νομίζω ότι αν καταφέρναμε να οικοδομήσουμε αυτήν τη νέα αρχιτεκτονική της Ευρώπης σε αυτά τα σημεία σύγκλισης μόνο όφελος θα είχαμε και για τους λαούς και, ειδικότερα, για τη χώρα μας. Η χώρα μας έχει υποστεί τις συνέπειες μιας ακραίας τιμωρητικής λογικής από την πλευρά της Ευρώπης. Η λογική ότι εδώ είναι οι κανόνες και πρέπει αυτούς τους κανόνες, μπορείτε δεν μπορείτε, να τους τηρήσετε. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι αυτοί οι κανόνες δεν ισχύουν για όλους. Και το πρόβλημα είναι ότι πέραν από αυτούς τους κανόνες, όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται πίσω από κλειστές πόρτες, δεν υπάρχει διαφάνεια, πολλές φορές γίνονται τεράστια λάθη. Εμείς, λοιπόν, πιστεύω ότι μπορούμε να επωφεληθούμε από αυτήν τη νέα αρχιτεκτονική της Ευρώπης, αν αυτή προχωρήσει με γοργά βήματα. Από όσα είπαμε στην Πνύκα, νομίζω ότι σημείο διαφοράς είναι ότι εμείς βάλαμε το αίτημα και της δημιουργίας όχι μόνο του Ευρωπαίου υπουργού των Οικονομικών, αλλά και του υπουργού των Κοινωνικών Υποθέσεων. Γιατί για εμάς, εξίσου σημαντική με την οικονομική σύγκλιση είναι και η κοινωνική σύγκλιση και η δημιουργία ενός δεσμευτικού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων και πολύ σημαντική πρωτοβουλία είναι αυτή που παίρνει η σουηδική κυβέρνηση για τη Σύνοδο Κορυφής που θα γίνει στη Στοκχόλμη για την Κοινωνική Ευρώπη. Θέλω, όμως, να πω ότι σε αυτές τις συνθήκες, τις συνθήκες επικράτησης μιας νεοφιλελεύθερης οπτικής στην Ευρώπη, η θαρραλέα τοποθέτηση του Γάλλου Προέδρου, στο ζήτημα της πολιτικής εμβάθυνσης, μπορεί να δημιουργήσει μια νέα ελπίδα. Και, σε ό,τι με αφορά, αυτήν την προοπτική θα τη στηρίξω με όλες μου τις δυνάμεις.

 

ΜΑΝΗ (Euro2day): Κύριε πρόεδρε, απευθυνόμενος προχτές στους Γάλλους και στους Έλληνες επιχειρηματίες από το Ίδρυμα Νιάρχος, είπατε, μεταξύ άλλων, ότι θα είστε επικεφαλής μιας task force που θα επιβλέπει τις σημαντικές επενδύσεις, και όπου χρειάζεται, αν χρειάζεται, θα διευκολύνετε τη διαδικασία. Ποια θα είναι η σύνθεση αυτής της task force; Το γιατί τίθεστε επικεφαλής το καταλαβαίνουμε, και για λόγους συμβολικούς και πρακτικούς, και εάν αυτή σας η απόφαση ενισχύθηκε από τις απαντήσεις που πήρατε όταν ρωτήσατε τους επιχειρηματίες, όσοι επενδύετε τι προβλήματα αντιμετωπίζετε, όσοι δεν επενδύετε γιατί δεν επενδύετε;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κοιτάξτε, ήδη σε άτυπο επίπεδο λειτουργούν δύο διυπουργικές επιτροπές. Μία, η οποία ασχολείται με τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζονται στο πεδίο της δράσης και της υλοποίησης επενδυτικών προγραμμάτων και είναι δεκάδες, δυστυχώς, προβλήματα γραφειοκρατίας, προβλήματα πολυνομίας. Και μία, η οποία ασχολείται, επί της ουσίας, με το μεγάλο θέμα της προσέλκυσης των επενδυτών και των επενδύσεων, δηλαδή της στρατηγικής επικοινωνίας και προσέλκυσης των διεθνών επενδυτών. Προφανώς, η σύνθεσή τους έχει να κάνει με τους αρμόδιους υπουργούς, θα μάθετε λεπτομέρειες στο επόμενο διάστημα. Εγώ θέλω να αναφερθώ στο γιατί επιλέγω την προσωπική μου παρουσία. Διότι, πιστεύω, πράγματι, ότι σε ορισμένα επενδυτικά έργα, ένας μεγάλος εχθρός μας, πέρα από τη γραφειοκρατία, είναι η αδράνεια και ο φόβος απέναντι στην ευθύνη, που είναι διάχυτος μέσα στον δημόσιο τομέα. Ο φόβος απέναντι στην ευθύνη. Υπάρχουν φάκελοι, σε πολλά υπουργεία, που κάθονται στα συρτάρια ή σε κάποια γραφεία και δεν πάνε από τον έναν όροφο στον άλλο αν δεν κατέβει ο Υπουργός να τους πάρει. Ο φόβος απέναντι στην υπογραφή. Και θέλουμε, λοιπόν, να δημιουργήσουμε ένα κλίμα για να ξεπεραστεί αυτός ο φόβος, ένα κλίμα, δηλαδή, που να δώσουμε το στίγμα της αποφασιστικότητας που έχουμε να προχωρήσουν ορισμένα επενδυτικά projects. Βεβαίως, μέσα στο πλαίσιο που σας είπα, στο πλαίσιο της πιστής τήρησης των νόμων, των περιβαλλοντικών όρων, αλλά να προχωρήσουν, να ξεκολλήσουν. Και έχουν προχωρήσει και έχουν ξεκολλήσει δεκάδες επενδυτικά projects, όλο το προηγούμενο διάστημα. Από εκεί και πέρα, πρέπει να σας πω ότι για εμάς υπάρχει και μια μεγάλη συζήτηση, την οποία θα την ολοκληρώσουμε το επόμενο διάστημα, σε σχέση και με την περαιτέρω απλοποίηση του θεσμικού πλαισίου, για την επιτάχυνση των διαδικασιών. Νομίζω, όμως, ότι το υπουργείο Οικονομίας θα είναι σε θέση τις επόμενες εβδομάδες να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτές μας τις πρωτοβουλίες.

 

ΓΚΑΝΤΩΝΑ (Kontra): Καλησπέρα σας, κύριε Πρόεδρε. Ήθελα να σας ρωτήσω, εάν συζητάτε το ενδεχόμενο, σε περίπτωση που το ΔΝΤ ζητήσει να ληφθούν νέα μέτρα, εάν το συζητάτε ή ευθέως εάν σε μία τέτοια περίπτωση θα επιλέξετε κάλπες. Ευχαριστώ.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Είναι ένα ερώτημα στο οποίο έχουμε κουραστεί να απαντάμε. Εμείς δεν ήρθαμε εδώ για να αποδράσουμε. Και εάν πιστεύαμε ότι για τον ελληνικό λαό τα πράγματα θα ήταν καλύτερα, αν στη θέση ημών –που διαπραγματευτήκαμε σκληρά για να υπερασπιστούμε τα δικαιώματά του να είναι όσο το δυνατό λιγότερες οι πληγές στο σώμα του- θα ήταν κάποιοι άλλοι αυτοί που χρεοκόπησαν τη χώρα και θα έφερναν καλύτερα αποτελέσματα για τον ελληνικό λαό, δεν θα είχαμε μπει εξαρχής σε αυτήν τη διαδικασία να πιούμε αυτό το πικρό ποτήρι. Λοιπόν, θέλω να ξεκαθαρίσω –μιας και κάνετε αυτό το ερώτημα- η χώρα έχει ανάγκη από σταθερότητα, η χώρα έχει ανάγκη από εμπιστοσύνη, ανάκτηση της εμπιστοσύνης. Και η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος νομίζω ότι ένας από τους παράγοντες που θα συντείνουν σε αυτήν είναι και η σταθερότητα και η εμπιστοσύνη. Εκλογές, λοιπόν, θα γίνουν στο τέλος της θητείας, το φθινόπωρο του 2019. Από εκεί και πέρα, νομίζω ότι, αυτήν τη φορά, έχουμε πολύ περισσότερες δυνατότητες για να απαντήσουμε και να αμυνθούμε σε παράλογες επιλογές και παράλογες απαιτήσεις. Αυτοί που τώρα θα κριθούν, σε ό, τι αφορά τη στάση και τις προτάσεις τους για το ελληνικό πρόγραμμα, δεν είναι η ελληνική κυβέρνηση. Η ελληνική κυβέρνηση έχει αποδείξει την αξιοπιστία της, την επιμονή της, την αποφασιστικότητά της να προχωρήσει τις αναγκαίες εκείνες μεταρρυθμίσεις για να σηκωθεί η οικονομία όρθια. Έχουμε κερδίσει την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση των εταίρων μας, τουλάχιστον των καλόπιστων εταίρων, που πιστεύω ότι είναι η συντριπτική πλειοψηφία και νομίζω ότι έτσι θα πορευτούμε. Και είμαι αισιόδοξος ότι η τρίτη αξιολόγηση θα κλείσει στην ώρα της και το πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί και η Ελλάδα του χρόνου τέτοια εποχή, όταν θα συζητάμε εδώ στα πλαίσια της συνέντευξης που θα σας παραχωρώ στην 83η ΔΕΘ, θα βρίσκεται πραγματικά σε ένα νέο πλαίσιο.

 

ΚΛΑΥΔΙΑΝΟΣ (Νέα Σελίδα): Καλησπέρα, κύριε Πρόεδρε. Στη συνέντευξή σας, στην εφημερίδα μας, κάνατε προσκλητήριο προοδευτικής διακυβέρνησης, για την περίοδο μετά το τέλος του μνημονίου, στις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς. Ωστόσο, οι αντιδράσεις ηγετικών παραγόντων του χώρου αυτού ήταν αρνητικές. Πώς βλέπετε τώρα -και ενόψει των διαδικασιών που θα γίνουν στον νέο φορέα της Κεντροαριστεράς- την προοπτική της προσπάθειας για συνεννόηση και συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων στη χώρα;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κύριε Κλαυδιανέ, είναι πολύ ενδιαφέρον το ερώτημά σας. Και είναι ενδιαφέρον το ερώτημά σας, διότι, κατά την άποψή μου, πρέπει να δούμε την επόμενη μέρα όχι μόνο στην οικονομία, αλλά και στο πολιτικό σύστημα. Εμείς, όπως γνωρίζετε, σχεδιάζουμε την επόμενη μέρα στο πολιτικό σύστημα σε μια λογική δημιουργίας προϋποθέσεων, συγκλίσεων και συνεννοήσεων. Γι’ αυτό ψηφίσαμε και την απλή αναλογική. Θέλουμε να την κάνουμε νόμο και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Και, ξέρετε, εδώ είναι λίγο οξύμωρο. Οι περισσότεροι λένε, «μα, ρε παιδί μου, δεν μπορείτε να τα βρείτε» και όταν φέρνουμε εμείς απλή αναλογική όλοι ψηφίζουν εναντίον. Χρειάζονται συναινέσεις για να πάει μπροστά η χώρα. Και χρειάζονται συναινέσεις για να πάνε μπροστά και οι τοπικές κοινωνίες. Συναινέσεις που πρέπει να δημιουργούνται και να συντίθενται πάνω στο τραπέζι. Δημόσια, ανοιχτά. Όχι κάτω από το τραπέζι, όχι συναλλαγές. Συναινέσεις, συνθέσεις. Πρέπει, όμως, να δούμε και τη νέα πραγματικότητα που έχουμε στο πολιτικό σκηνικό της χώρας και αυτό το λέω για να κάνω την αναφορά μου στην ερώτησή σας για την Κεντροαριστερά. Πριν από πέντε χρόνια, πριν από τα μνημόνια, είχαμε ένα άλλο πολιτικό σκηνικό. Είχαμε δύο πόλους, που ήταν η Κεντροδεξιά και η Κεντροαριστερά, που εναλλάσσονταν στην εξουσία. Σήμερα, έχουμε ένα τελείως διαφορετικό πολιτικό σκηνικό. Έχουμε δύο πόλους, που δεν είναι Κεντροδεξιά και Κεντροαριστερά. Είναι η Δεξιά και η Αριστερά. Και από τη μια, έχουμε μια Δεξιά, που είναι ένα μείγμα ακραίου νεοφιλελευθερισμού και ακραίου δεξιού λαϊκισμού, οι νεοφιλελεύθεροι και οι εκπρόσωποι του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού, που είναι στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας μαζί, με τις κεντροδεξιές δυνάμεις της παράταξης να συμπιέζονται, να μην είναι δηλαδή σε θέσεις ευθύνης. Και από την άλλη, έχουμε την Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ. Το ποιος, λοιπόν, θα είναι ο ρόλος της Κεντροαριστεράς, σε αυτό το πολιτικό σκηνικό, είναι ένα θέμα πολύ μεγάλης συζήτησης. Εγώ θα ήθελα να ευχηθώ καλή επιτυχία στις προσπάθειές τους να ανασυγκροτήσουν τον χώρο τους, είναι θετικό για το πολιτικό σύστημα, αλλά θα είναι θετικό για το πολιτικό σύστημα, πρώτον, εάν συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να μιλήσουν και να καταλάβουν αυτήν τη νέα πραγματικότητα και να συζητήσουν για τους όρους της στρατηγικής και πολιτικής σύγκλισης της επόμενης μέρας, που αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη, παρά είτε με τη Δεξιά είτε με την Αριστερά. Εάν δεν απαντήσει κανείς σε αυτό το ερώτημα, το κρίσιμο, δεν μπορεί να έχει στρατηγική. Και το τελευταίο που θέλω να πω είναι ότι η σοσιαλδημοκρατία, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι κρίσιμων αποφάσεων. Νομίζω ότι έχει αρχίσει να κάνει τον απολογισμό της εκεί όπου συνεργάστηκε με τη Δεξιά και δεν ήταν θετικός απολογισμός. Και υπάρχουν, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, διεργασίες αναστοχασμού και επαναπροσέγγισης των μεγάλων ζητημάτων, στις οποίες πρέπει να σας πω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Εγώ παίζω τον ρόλο που μου αναλογεί στις συναντήσεις των ηγετών του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ο Δημήτρης Παπαδημούλης, στην Ευρωβουλή, παίζει τον ρόλο που του αναλογεί στην προσπάθεια των ευρωβουλευτών της σοσιαλδημοκρατίας και της Αριστεράς να διαμορφώνουν έναν κοινό τόπο. Να διαμορφώνεται, δηλαδή, ένα πλαίσιο πολιτικής σύγκλισης για τις αναγκαίες, στρατηγικού χαρακτήρα, επιλογές, που η Αριστερά και η σοσιαλδημοκρατία πρέπει να προτάξει το επόμενο διάστημα. Αναρωτιέμαι, στην Ευρώπη γίνεται αυτή η συζήτηση, στην Ελλάδα θα γίνει; Εμείς, λοιπόν, θα επιδιώξουμε να γίνει. Και αν αυτό δεν το επιθυμεί η ηγεσία που σήμερα εκπροσωπεί την Κεντροαριστερά στην Ελλάδα, είναι βέβαιο ότι θα γίνει με κοινωνικές δυνάμεις και με τους πολίτες που αισθάνονται ότι τοποθετούνται σε αυτόν τον χώρο.

ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ (Τα Νέα): Κύριε Πρόεδρε, από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ. Ευχαριστώ που μου δίνετε τον λόγο. Ήθελα να σας ρωτήσω το εξής. Είχατε μιλήσει, στο παρελθόν, σε μία ομιλία σας, για αυταπάτες. Θέλω να σας ρωτήσω, ποιες είναι αυτές οι αυταπάτες. Δηλαδή, ποια είναι τα πράγματα για τα οποία από την πρώτη περίοδο, φαντάζομαι, διακυβέρνησής σας έχετε μετανιώσει και θα τα κάνατε διαφορετικά. Και αν σε αυτό συμπεριλαμβάνεται και το δημοψήφισμα, γιατί σκέφτεστε ένα νέο δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κύριε Περδικάρη, είπα στην αρχή της συνέντευξής μου ότι δεν πρέπει να κρύβεται κανένας πίσω από το δάχτυλό του. Πρέπει, όμως, να σας πω ότι στην περίοδο πριν τις εκλογές του 2015, σε αυτήν εδώ την αίθουσα, είχα με πάθος, με ορμή, υπερασπιστεί μια πολιτική ενάντια στη λιτότητα, την οποία την πιστεύω με το ίδιο πάθος και σήμερα. Και θα ήθελα να ρωτήσω και εσάς και όλους όσοι μας παρακολουθούν, ανεξαρτήτως τι γνώμη έχετε για μένα, για τον ΣΥΡΙΖΑ, οι πολιτικές σας συμφωνίες ή οι πολιτικές σας διαφωνίες. Υπάρχει αλήθεια η αίσθησή σας ότι δεν πάλεψα εγώ προσωπικά και όλοι οι υπουργοί, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το πρώτο αυτό εξάμηνο, με πάθος, αυτές τις απόψεις να τις κάνουμε πράξη; Δεν δώσαμε την ικμάδα των δυνάμεών μας; Ήταν πολλοί τότε που μας κατηγορούσατε για το ακριβώς αντίθετο και συνεχίζετε να μας κατηγορείτε για το ακριβώς αντίθετο. Δηλαδή, ότι, προκειμένου να δώσουμε μέχρι τέλους αυτήν τη μάχη για να αλλάξει η Ευρώπη και να σπάσει αυτό το αυστηρό, τιμωρητικό καθεστώς της λιτότητας, δεν διστάσαμε να κάνουμε επιλογές που οδήγησαν τα πράγματα σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Φτάσαμε μέχρι το χείλος του γκρεμού, είπαν κάποιοι. Πρέπει, λοιπόν, να αποφασίσετε για ποιο πράγμα ακριβώς θα κατηγορείτε τον ΣΥΡΙΖΑ και εμένα προσωπικά. Διότι, όταν έχουμε δύο κατηγορίες που αλληλοεξουδετερώνονται, στο τέλος αυτός ο οποίος θέλει να κάνει σοβαρή αντιπολίτευση μένει από λάστιχο, δεν κάνει αντιπολίτευση. Θα μας κατηγορείτε, λοιπόν, γιατί οδηγήσαμε τη χώρα στα άκρα, προκειμένου να υλοποιήσουμε τα πιστεύω μας και τις δεσμεύσεις μας ή θα μας κατηγορείτε ότι είπαμε ψέματα στον ελληνικό λαό και δεχτήκαμε αμάσητα τα μνημόνια. Για ένα από τα δύο θα μας κατηγορείτε, δεν μπορείτε και για τα δύο. Τώρα, σε σχέση με το δημοψήφισμα, νομίζω ότι είδατε τις απόψεις μου για την Ευρώπη. Πιστεύω στην Ευρώπη της Δημοκρατίας. Και πιστεύω ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε τη δημοκρατική επιλογή των πολιτών και ότι η δημοκρατία και η επιλογή των πολιτών είναι διέξοδος όταν κανείς βρίσκεται σε μια θέση όπου οι ισχυροί είναι αυτοί οι οποίοι διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις. Αν δεν είχε επιλέξει η κυβέρνηση, εκείνη την εποχή, το δημοψήφισμα, δεν θα είχαν ανοίξει ρωγμές στην Ευρώπη, τις οποίες ρωγμές σήμερα βλέπουμε να γίνονται χαραμάδες μιας άλλης προοπτικής. Όταν εγώ είχα βρεθεί το 2015, κυρίαρχη άποψη στην Ευρώπη ήταν ότι ο κίνδυνος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Αποδείχτηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια δύναμη και είναι, που θέλει να αλλάξει την Ευρώπη, αλλά όχι να την καταστρέψει. Και ο κίνδυνος ήταν η ακροδεξιά, οι ακροδεξιές κυβερνήσεις και ο ακροδεξιός λαϊκισμός στην καρδιά της Ευρώπης, που αντιμετωπίστηκε στις προηγούμενες εκλογές στη Γαλλία με επιτυχία, αλλά στο όριο. Θέλω, λοιπόν, να σας πω ότι αυτήν την άποψή μου για τη δημοκρατική εμβάθυνση και για την ανάγκη να μην φοβόμαστε τον λαό, την έχω και για την Ευρώπη, την έχω και για την Ελλάδα. Δεν κατανοώ, όμως, το τελευταίο σκέλος της ερώτησής σας, για ποιο δημοψήφισμα αναφέρεστε. Δεν έχω ιδέα τι λέτε. Αλλά, θα ήθελα να σας προτείνω να μην αντιμετωπίζετε με τόσο μεγάλη, αν θέλετε, φοβία και με τόσο μεγάλη ανησυχία την προοπτική ο λαός μας να τοποθετείται πάνω σε κρίσιμα ερωτήματα, όταν πρέπει να τοποθετηθεί σε αυτά.

 

ΤΖΙΟΜΠΑΝΟΓΛΟΥ (Real): Κύριε Πρόεδρε, πριν από λίγο σας άκουσα να κάνετε αναφορές στις διεργασίες οι οποίες επιτελούνται αυτό τον καιρό στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Και ουσιαστικά θέσατε το θέμα, το οποίο θα πρέπει να απαντήσει η επόμενη ηγεσία που θα προκύψει. Ή με τη Δεξιά ή με την Αριστερά. Ή με τη Δεξιά των ακρονεοφιλελεύθερων και λαϊκιστών ή με τον ΣΥΡΙΖΑ. Δύο ερωτήματα σε αυτό το θέμα. Υπάρχει κάποιος από τους υποψηφίους για την ηγεσία της Δημοκρατικής Συμπαράταξης που εσείς θα προκρίνατε έναντι των άλλων, που θεωρείτε ότι θα άνοιγε ένα καλύτερο δρόμο συνεργασίας μαζί σας; Και ένα δεύτερο: Στο κομμάτι που αφορά το διαχωρισμό της Δεξιάς και της Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ, ο κύριος Καμμένος και οι ΑΝΕΛ, θα ήθελα να μου πείτε, πού τοποθετούνται από εσάς ιδεολογικά;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κοιτάξτε, το πρώτο ερώτημά σας, ξέρετε ότι ακόμα και εάν είχα κάποια προτίμηση θα ήταν τόσο unfair να την πω, δεν έχω όμως. Αυτό που με προβληματίζει κάπως είναι ότι σε αυτή τη χώρα τόσοι πολλοί άνθρωποι θέλουν να γίνουν αρχηγοί ενός πολιτικού κόμματος, πριν καν ξεκαθαρίσει ο ιδεολογικός του προσανατολισμός και η πολιτική του στόχευση. Θα περίμενα, λοιπόν, με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να μετατραπεί αυτή η συζήτηση από συζήτηση προσώπων –που τα τιμώ όλα ανεξαιρέτως- σε συζήτηση πολιτική για τα προβλήματα της χώρας, για το μέλλον της χώρας. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας. Ο κύριος Καμμένος και το κόμμα του είναι ένα κόμμα που προφανώς δεν βρίσκεται στον χώρο της Αριστεράς. Όμως, είναι εξίσου άστοχο να πει κανείς ότι βρίσκεται στο χώρο της ακροδεξιάς. Δεν ήταν ο κύριος Καμμένος ούτε στέλεχος του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού ούτε στα νιάτα του οπαδός της χούντας και δεν κυκλοφορούσε με βαριοπούλες. Ήταν στέλεχος της ΝΔ. Όλοι το γνωρίζουμε αυτό. Και γνωρίζουμε, βεβαίως, ότι στα χρόνια των μνημονίων, κυρίως τα πρώτα χρόνια που συμπαρέσυραν τα πάντα, δημιουργήθηκε μία αναδιάρθρωση και στο πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα. Διαφώνησε έντιμα με εκείνη την πολιτική και σήμερα είναι ένας εταίρος κυβερνητικός σε μια κυβέρνηση που προφανώς έχει αριστερό πρόσημο, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο μεγάλος εταίρος. Όμως, κρατά μια θέση και στάση έντιμη σε σχέση με τα πιστεύω του και δεν δημιουργεί προβλήματα, καθ’ ότι έχουμε μια εξαιρετική συνεργασία. Και αν θέλετε, από την πλευρά του κρατά και μια στάση που αναφέρεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει η δική του ιδεολογία, η δική του θέση, η δική του στάση. Δεν είναι πρωτοφανές αυτό. Και σε άλλες χώρες της Ευρώπης υπάρχουν τέτοιου είδους συνεργασίες. Από εκεί και πέρα, θέλω να σταθώ μόνο σε αυτό: Η συνεργασία μας μέχρι σήμερα είναι εξαιρετική, κυρίως διότι είναι μια συνεργασία έντιμη και ειλικρινής. Και πιστεύω ότι αυτό το έχει συνειδητοποιήσει και ο κόσμος που μας παρακολουθεί. Και ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ έχει εκτιμήσει αυτή τη στάση του Πάνου Καμμένου, αλλά και ο κόσμος της πατριωτικής Κεντροδεξιάς –διότι αυτό εκφράζει- έχει εκτιμήσει τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ.

 

ΤΖΙΜΑΣ (Καθημερινή): Κύριε Πρωθυπουργέ, πριν από λίγες ημέρες η καγκελάριος Μέρκελ δήλωσε ότι οι διαδικασίες, οι συζητήσεις για την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. πρέπει να τερματιστούν. Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής, αυτή του Οκτωβρίου, θα θέσει το θέμα και θα καλέσει και τους εταίρους να τοποθετηθούν.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Τι είπε η καγκελάριος Μέρκελ, είπατε;

ΤΖΙΜΑΣ: Δήλωσε η καγκελάριος Μέρκελ ότι πρέπει να τερματιστούν οι διαδικασίες ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. Είπε, μάλιστα, ότι θα φέρει στην επόμενη Σύνοδο το θέμα και θα καλέσει τους εταίρους να τοποθετηθούν. Ταυτόχρονα, στο πλευρό της έχουν ταχθεί και ο κύριος Γιούνκερ και η κυρία Μογκερίνι, αλλά και η Αυστρία με τον υπουργό Εξωτερικών της μάλιστα να ζητά να διακοπεί και η βοήθεια των 2 δις ευρώ για το θέμα των προσφύγων στην Τουρκία. Θέλω να σας ρωτήσω, με δεδομένο ότι οι ενταξιακές διαδικασίες ήταν ένα όπλο στα χέρια της Ελλάδας στο ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων πρώτον και ένα δεύτερο ότι ο κύριος Ερντογάν κρατά ακόμα δεμένες τις βάρκες στα παράλια της Μικράς Ασίας και έχει λίγο πιο πίσω 3 εκατομμύρια πρόσφυγες, ποια θα είναι η τοποθέτηση της ελληνικής πλευράς σε αυτή τη Σύνοδο;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα αυτό που βάζετε στο τραπέζι. Νομίζω ότι θα ήταν λάθος από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ίσως να ήταν και δώρο στον γείτονά μας, τον Πρόεδρο Ερντογάν, εάν η Ευρώπη έβαζε το ζήτημα του τέλους των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Ίσως και να το επιθυμούσε, θα έλεγα, το τελευταίο διάστημα με τις κινήσεις που βλέπουμε. Αλλά είναι τακτικό και στρατηγικό λάθος ταυτόχρονα. Οι διαπραγματεύσεις για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας πρέπει να συνεχιστούν και πρέπει η Ευρώπη να κρατήσει μια στάση ευθύνης και να είναι αυτή η οποία θα καλεί την Τουρκία να συμμορφωθεί για μια σειρά από λόγους. Ο πρώτος προφανής λόγος είναι για τις ίδιες τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στο εσωτερικό της Τουρκίας για τον αναγκαίο εκδημοκρατισμό της Τουρκίας. Και νομίζω ότι η ενταξιακή πορεία είναι μοχλός ισχυρός για τις μεταρρυθμίσεις και τον εκδημοκρατισμό. Και εν πάση περιπτώσει, δεν πρέπει να ταυτίζουμε κάθε φορά έναν ολόκληρο λαό με τις πολιτικές της εκάστοτε κυβέρνησης που βρίσκεται εκείνη την περίοδο στην ηγεσία της κάθε χώρας. Ο δεύτερος προφανής λόγος είναι ότι ακόμα και εάν η σημερινή στάση του Προέδρου Ερντογάν δεν δημιουργεί την αισιοδοξία ότι μπορεί να προχωρήσει η ενταξιακή διαδικασία σε αυτή τη φάση, είναι λάθος να κλείνουμε την πόρτα και την προοπτική. Και είναι λάθος να πιστεύουμε ότι μια χώρα όπως η Τουρκία δεν πρέπει να είναι σε έναν διαρκή διάλογο, ακόμα και αν δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να ενταχθεί, με την Ε.Ε. Είναι μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη και νομίζω ότι είναι σημαντικός παράγοντας για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή. Το τελευταίο που θέλω να παρατηρήσω είναι ότι εντάξει, τα ακούσαμε όντως αυτά. Να δούμε εάν θα επαναληφθούν σε αυτή τη Σύνοδο. Διότι, ξέρετε, πολλές φορές πριν από τις εκλογές υπάρχουν και για λόγους που έχουν να κάνουν με τις επικοινωνιακές σκοπιμότητες κάποιες τοποθετήσεις, που ενδεχομένως αργότερα αμβλύνονται. Τα είδαμε αυτά και κατά τη διάρκεια της εκλογικής αναμέτρησης στην Ολλανδία και τις εντάσεις που υπήρχαν με την Τουρκία εκείνη την περίοδο και κατά τη διάρκεια του δημοψηφίσματος στη γείτονα Τουρκία. Δημιουργείται, δηλαδή, η αίσθηση ότι πολλές φορές αυτές οι δηλώσεις τροφοδοτούν εντάσεις, που ενδεχομένως έχουν και ένα επικοινωνιακό αντίκτυπο. Εμείς, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, θα μείνουμε σταθεροί στη θέση μας. Και θα μείνουμε σταθεροί στη θέση μας, παρά το γεγονός ότι είμαστε αυτοί που πρωτίστως βάζουμε στο τραπέζι και μετ’ επιτάσεως την ανάγκη η τουρκική πλευρά να αλλάξει στάση. Να σταματήσει την προκλητικότητα, να σταματήσει τις δηλώσεις αμφισβήτησης του Διεθνούς Δικαίου, να σταματήσει τις παραβιάσεις του εναέριου χώρου στο Αιγαίο και να κρατήσει μια πιο λογική στάση στις κρίσιμες διαπραγματεύσεις στο Κυπριακό. Δυστυχώς, με δική της ευθύνη, με ευθύνη της τουρκικής πλευράς το προηγούμενο διάστημα στην Ελβετία δεν κατάφεραν να προχωρήσουν στην προοπτική μιας βιώσιμης λύσης.

 

ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ (Ράδιο Θεσσαλονίκη): Θέλω να γυρίσω και πάλι στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, γιατί υπάρχουν πράγματα που μας κάνουν ιδιαίτερη εντύπωση. Παρακολουθώντας το πώς πάει ο ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις το τελευταίο διάστημα και μάλιστα σήμερα κυκλοφορεί μια δημοσκόπηση. Βλέπουμε ότι το success story ή η επιτυχία ή τα πρώτα βήματα της κυβέρνησής σας δεν φαίνεται να έχουν την ίδια ανταπόκριση στους πολίτες. Μάλιστα, λένε μερικοί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να πάρει την εξουσία λέγοντας μεγάλα ψέματα από το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης μέχρι σήμερα. Μάλιστα, η αντιπολίτευση βλέπω ότι σας έχει κρεμάσει ένα βίντεο με τα 30 μεγάλα ψέματα, τι λέγατε και τι λέτε σήμερα. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό; Γιατί βλέπω ότι η διαδικασία αυτοκριτικής στον ΣΥΡΙΖΑ θέλει μια καινούργια οπτική. Ευχαριστώ.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Πού οφείλεται το γεγονός ότι η αντιπολίτευση επιλέγει να κάνει αυτή την αντιπολίτευση; Είναι ένα θέμα που αφορά τη ΝΔ και νομίζω ότι θα αρχίσουν πολύ σύντομα οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της. Διότι, όπως εξήγησα και πιο πριν, όταν δεν έχεις μια σταθερή αντιπολιτευτική γραμμή και τα επιχειρήματά σου αλληλοσυγκρούονται, τότε δεν έχεις αποτέλεσμα. Έχω, λοιπόν, την αίσθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και εγώ προσωπικά κάναμε μια πολιτική επιλογή, η οποία ήταν πολιτική επιλογή που μπορεί να φέρει αποτελέσματα σε ένα βάθος χρόνου. Ήταν η επιλογή να κάνουμε αυτό που πρέπει να κάνουμε. Αυτό που πιστεύουμε ότι είναι σωστό να κάνουμε. Και που θα αποδώσει στο τέλος της τετραετίας και όχι κάτω από την πίεση, κάτω από τις πολύ δύσκολες συνθήκες της στιγμής, να προχωρήσουμε σε μία βεβιασμένη εκτίμηση της πραγματικότητας, να πανικοβληθούμε κάτω από το βάρος συγκυριακών δημοσκοπήσεων και να οδηγήσουμε τη χώρα σε μια παρατεταμένη αστάθεια, κάνοντας τη χάρη της ΝΔ και του κυρίου Μητσοτάκη, που κάθε λίγο πριν από μία δύσκολη αξιολόγηση ζητούσε εκλογές. Και πιστεύω ότι αυτή η πολιτική επιλογή, τώρα είναι που θα αρχίσει να φέρνει καρπούς. Πιστεύω ότι τώρα αρχίζουν οι πολίτες να βλέπουν ότι κάναμε σωστά. Και πιστεύω ότι η πραγματική σύγκριση ανάμεσα στη δική μας κυβέρνηση και στις προηγούμενες κυβερνήσεις –και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που η ΝΔ ζήταγε εκλογές πάνω στην κρίσιμη φάση της πρώτης και της δεύτερης αξιολόγησης- πραγματική σύγκριση θα μπορέσει να γίνει στο τέλος της τετραετίας, όταν οι πολίτες θα συγκρίνουν και θα έχουμε και τα δεδομένα της οικονομίας. Το πόσες θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο 2015 Σεπτέμβρης-2019 Σεπτέμβρης, ήδη να σας πω ότι είχαμε για πρώτη φορά πάνω από 260.000 θέσεις εργασίας, καινούργιες, το πρώτο 7μηνο του 2017. Και άλλες 136.000 θέσεις εργασίας το 2016 και άλλες 100.000 το 2015, όταν από το 2010 έως το 2015 είχαμε μείον 900.000 θέσεις εργασίας. Άρα, λοιπόν, θα συγκρίνει ο ελληνικός λαός στα κρίσιμα ζητήματα τι έχει γίνει με την εργασία, τι έχει γίνει με την ανάπτυξη, τι έχει γίνει με την επιχειρηματικότητα, τι έχει γίνει με την καθημερινότητά του. Βεβαίως και δεν θα μπορούσε να το συγκρίνει αυτό με μεγάλη ευκολία, τη στιγμή που βρισκόμασταν στο δύσκολο κάβο. Τώρα, όμως, νομίζω  όλοι το αισθάνεστε αυτό. Εγώ δεν χρειάζομαι καμία δημοσκόπηση για να μου το επιβεβαιώσει. Έχουμε πάρει στροφή. Είμαστε σε στροφή. Περάσαμε τον κάβο και έχει ακόμα. Για όσους είναι καπετανέοι, ακόμα κι όταν περάσεις τον κάβο έχει κυματισμό, έχει και δυσκολίες. Μπορεί να έχει και κάποιους ύφαλους, που πρέπει να μην τους προσεγγίσουμε, αλλά τον κάβο τον περάσαμε. Τη στροφή την έχουμε πάρει. Και για καλό του ελληνικού λαού, κακό ίσως της αντιπολίτευσης, οι εκλογές θα γίνουν όταν θα είμαστε μέσα στο λιμάνι και όχι εν πλω σε τρικυμία.

 

ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΥ (Ποντίκι): Καλησπέρα. Είπατε πριν για το ότι η κυβέρνηση είναι ήδη πάνω από το στόχο. Ωστόσο, οφείλει να είναι προσεκτική και όταν κρίνει ότι είναι η ώρα, θα ανακοινώσει για τη  δυνατότητα που έχει για την επιστροφή του πλεονάσματος, ας πούμε, στους αδύναμους. Σε σχέση με τον ΕΝΦΙΑ, θα ήθελα να ρωτήσω, τι μπορεί να πράξει η κυβέρνηση από εδώ και στο εξής, δεδομένου ότι απασχολεί πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αν θα υπάρξει συνέχιση της επιβολής του, περαιτέρω εξορθολογισμός, αντικατάστασή του με νέο φόρο ή πλήρης κατάργηση.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κυρία Μητσοπούλου, μου δίνετε την ευκαιρία να σας πω το εξής, γιατί ακούστηκαν και διάφορα όλο το προηγούμενο διάστημα. Η κυβέρνηση πήρε μια απόφαση τον προηγούμενο Νοέμβριο, μιας αναδιάρθρωσης στο φόρο του ΕΝΦΙΑ, η οποία, όμως, όπως αντιλαμβάνεστε, δεν ήταν αναδιάρθρωση σε σχέση με το τελικό ποσό, διότι αυτό είμαστε υποχρεωμένοι, με βάση το πρόγραμμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, να είναι σταθερό και αν δεν κάνω λάθος, είναι γύρω στα 2,6 δις ευρώ. Αλλά ήταν μια αναδιάρθρωση στο εσωτερικό της διάρθρωσης των φόρων, που το περίπου 40% της κάτω στρωμάτωσης, δηλαδή, των χαμηλών στρωμάτων, που πληρώνουν ΕΝΦΙΑ, είχαν κάποιες μειώσεις για κάποιους σημαντικές, για κάποιους άλλους όχι πολύ σημαντικές, αλλά κάποιες μειώσεις, για ένα 30% είχαν σταθερή τιμή στη φορολογία τους και για ένα 25%, στα υψηλά κλιμάκια, είδαν μια κάποια επιβάρυνση. Δηλαδή, είχαμε μια πιο δίκαιη κατανομή του ΕΝΦΙΑ τον χρόνο που μας πέρασε. Για το 2020, έχουμε ήδη ψηφίσει τη μείωση, αν δεν κάνω λάθος, κατά ένα ποσοστό γύρω στο 10% της συνολικής τιμής επιβάρυνσης απέναντι στους πολίτες, άρα και αυτό θα επιφέρει μια κάποια καλύτερη κατανομή στους φορολογούμενους. Σε ό,τι αφορά την προοπτική για την επόμενη ημέρα, θέλω να σας πω ότι το πού θα κατανείμουμε το δημοσιονομικό χώρο, ο οποίος θα δημιουργηθεί από το 2019 και μετά, είναι ένα στοιχείο, το οποίο θέλει κουβέντα και δεν έχουμε καταλήξει ακόμα με το οικονομικό επιτελείο. Δηλαδή, δεν έχουμε καταλήξει αν ο καταλληλότερος χώρος κατανομής αυτού του δημοσιονομικού χώρου θα είναι σε αυτό τον φόρο ή σε άλλους φόρους. Κριτήριό μας, να είστε βέβαιοι, θα είναι η κοινωνική δικαιοσύνη. Διότι, αυτή τη στιγμή, υπάρχουν πάρα πολλοί φόροι πιο άδικοι από τον ΕΝΦΙΑ και πρέπει να μειωθούν. Και ο ΕΝΦΙΑ είναι ένας φόρος, ο οποίος είναι άδικος σε ό,τι αφορά τη μικρή ιδιοκτησία, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Αλλά, εάν θέλετε, και θα έχω το θάρρος να το πω πάρα πολύ ανοιχτά, σε ό,τι αφορά τη μεγάλη ιδιοκτησία, δεν είναι. Διότι η μεγάλη ιδιοκτησία, εν πάση περιπτώσει, με κάποιο τρόπο αποκτήθηκε. Ποια είναι η μεγάλη αδικία, που δημιουργείται και αυτό πρέπει να το παραδεχθώ; Όχι ο φόρος αυτός καθαυτός στη μεγάλη ιδιοκτησία, αλλά το γεγονός ότι είμαστε σε μια εποχή κρίσης, που δεν κινείται η οικονομία και που αυτός ο οποίος θα ήθελε να αξιοποιήσει το ακίνητό του για να έχει κάποια εισοδήματα, διότι δεν έχει πια εισοδήματα ή έχουν μειωθεί τα εισοδήματά του, δεν μπορεί να το πουλήσει. Αυτό ήταν το μεγάλο θέμα. Σιγά-σιγά, λοιπόν, νομίζω ότι βγαίνοντας από την κρίση, θα αποκατασταθεί αυτή η ισορροπία στην αγορά. Ήδη, βλέπουμε ότι έχει αρχίσει σιγά-σιγά, με δειλά βήματα, να κινείται η αγορά ακινήτων, ιδιαίτερα βεβαίως στις τουριστικές περιοχές. Και πιστεύουμε ότι σε αυτό θα συμβάλλει και η προσπάθεια, που θα κάνουμε το επόμενο διάστημα, της δημιουργίας ενός πλαισίου σύγκλισης των αντικειμενικών και των εμπορικών αξιών. Να σταματήσει, δηλαδή, να είναι άλλη η αντικειμενική αξία και άλλη η πραγματική αξία των ακινήτων. Και νομίζω ότι αυτό θα γίνει μάλιστα στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης.

 

ΣΤΑΜΟΥΛΗ (The Wall Street Journal): Καλησπέρα. Ο Γάλλος Πρόεδρος, πριν από δύο ημέρες, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για την απουσία ευρωπαϊκών επενδύσεων στη χώρα μας. Μια ημέρα μετά, βλέπουμε ότι η τιμώμενη χώρα στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης είναι η Κίνα. Και ήθελα να σας ρωτήσω, ποια είναι η θέση σας για τον περιορισμό των μη ευρωπαϊκών επενδύσεων που προτείνει ο Γάλλος Πρόεδρος; Και με δεδομένο ότι η χώρα μας χρειάζεται τις επενδύσεις, αν υπήρξε κάποια απτή δέσμευση από τον κ. Μακρόν για το πώς θα μπορούσε να αλλάξει αυτό. Και κάτι τελευταίο, αν σκέφτεται η χώρα μας να αλλάξει τη στάση της απέναντι στην Κίνα ή θα συνεχίζει να τη στηρίζει σε αυτή την «διαίρει και βασίλευε» πολιτική που έχει απέναντι στην Ευρώπη.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Στη συνάντηση με τους Γάλλους επιχειρηματίες στο «Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος», ο Γάλλος Πρόεδρος έκανε ιδιαίτερη αναφορά σε αυτό ακριβώς το οποίο λέτε: στο ότι δημιουργήθηκε ένα κενό είτε από αδιαφορία, είτε από αμέλεια της ευρωπαϊκής πλευράς, το οποίο κάλυψαν επενδύσεις από τρίτες χώρες και ιδίως από την Κίνα. Και του απάντησα εγώ μετά, δημόσια, εκεί στους παριστάμενους, όχι στις κάμερες, αλλά αμέσως μετά, διότι αυτή είναι η θέση μου: όπως στη φύση, έτσι και στην οικονομία, το να αφήνεις κενά, τα κενά καλύπτονται. Εμείς, λοιπόν, αυτή τη στιγμή, είμαστε μια χώρα, που διψά για άμεσες ξένες επενδύσεις. Η οικονομία μας διψά για άμεσες ξένες επενδύσεις. Τι έπρεπε να κάνουμε, δηλαδή, εμείς; Να περιμένουμε πότε η Ευρώπη θα συνειδητοποιήσει ότι στρατηγικά έχει όφελος να μην αφήσει ευρωπαϊκό χώρο σε άλλες χώρες και θα έπρεπε να κάνουν αυτοί επενδύσεις έναντι τρίτων; Νομίζω ότι –και δεν μας το ζήτησε και κανένας αυτό και δεν ήταν αυτό και το περιεχόμενο της παρέμβασης του Γάλλου Προέδρου, αλλά να σας το πω και διαφορετικά- εμείς μόνο να κερδίσουμε έχουμε, όταν η Ελλάδα, ο ελληνικός χώρος γίνεται «μήλον της έριδος», ας το πω έτσι, ανάμεσα σε επενδυτικές πρωτοβουλίες και επενδυτικές στρατηγικές. Η Ελλάδα έχει ένα μοναδικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και αυτό είναι η τοποθεσία της. Η στρατηγική τοποθεσία της ανάμεσα σε τρεις ηπείρους. Και η στρατηγική της Κίνας, μιας δύναμης που θέλει να επιβληθεί μέσα από την οικονομική της ισχύ -μια ήρεμη δύναμη, που δεν κάνει στρατιωτικού χαρακτήρα επεμβάσεις στον κόσμο- είναι μια στρατηγική, την οποία, πράγματι, εγώ θαυμάζω. Βρέθηκα πριν από λίγους μήνες στη συνάντηση 30 ηγετών του κόσμου στο Πεκίνο, σε αυτή την πρωτοβουλία του «οne belt, one road», ένας δρόμος, μία ζώνη, που είναι η συνέχεια του δρόμου του μεταξιού. Και συνειδητοποίησα – με τις όποιες διαφωνίες, διαφορές, που μπορεί να έχει κανείς με την Κίνα, με τον τρόπο που σκέπτονται, με τον τρόπο που παρεμβαίνουν- ότι είναι ίσως μια από τις λίγες υπερδυνάμεις, από τις λίγες δυνάμεις με τέτοια μεγάλη ισχύ, που έχει στρατηγική, έχει σχέδιο, ξέρει τι θέλει. Επενδύσεις ύψους 1 τρις δολαρίων σε όλο τον κόσμο. Και βεβαίως, την Ελλάδα, σε περίοπτη θέση, ακριβώς εξαιτίας αυτής της στρατηγικής τοποθεσίας της. Εμείς, λοιπόν, από την αξιοποίηση του λιμανιού του Πειραιά, θα χάσουμε; Θα γίνει το πρώτο λιμάνι στη Μεσόγειο. Δε θα χάσουμε. Η Ελλάδα πρέπει να είναι η χώρα εκείνη –και αυτό είναι το όραμά μας και για την εξωτερική μας πολιτική- η οποία βεβαίως και θα έχει τις ρίζες της στην Ευρώπη, στην καρδιά της Ευρώπης, στην Ευρωζώνη, αλλά θα μπορεί να απλώνει τα κλαδιά της και στην Ανατολή και στο Βορρά και στο Νότο. Και αυτό προσπαθούμε να κάνουμε με αυτό το δόγμα για την εξωτερική μας πολιτική, μια πολυδιάστατη και ενεργητική εξωτερική πολιτική: μέσα στην Ευρωζώνη, μέσα στην Ευρώπη, πυλώνας της ευρωπαϊκής προοπτικής και εξαιτίας της κουλτούρας μας, της ιστορίας μας, της παράδοσής μας, αλλά ταυτόχρονα και μια χώρα που μπορεί, όσο καμία άλλη, να συνεννοείται και να συνομιλεί και με τη Ρωσία και με την Κίνα και με τον αραβικό κόσμο. Αυτό είναι μοναδικό. Δεν μπορούν άλλες χώρες της Ευρωζώνης να το κάνουν αυτό. Λίγες χώρες μπορούν να το κάνουν αυτό. Και αυτό είναι στοιχείο της στρατηγικής μας ενόρασης για την εξωτερική μας πολιτική και για την προοπτική της χώρας. Κλείνω, λοιπόν, λέγοντάς σας ότι δεν μας ανησυχεί αυτή η πρωτοβουλία του Προέδρου Μακρόν. Ίσα-ίσα, αναβαθμίζεται η Ελλάδα. Θα παρακολουθήσουμε τη συζήτηση που διεξάγεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και αν, λοιπόν, αυτό προκαλέσει μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον από την Ευρώπη για να ισοσκελιστεί κάπως το ποιοτικό ενδιαφέρον της Κίνας προς την Ελλάδα, τόσο το καλύτερο.

 

ΖΟΡΜΠΑ (Capital.gr- Κεφάλαιο): Κύριε Πρόεδρε, είναι σαφές ότι αιχμή της πολιτικής της κυβέρνησης στην πορεία για τη μεταμνημονιακή  Ελλάδα είναι η προσέλκυση των επενδύσεων. Ωστόσο, θεωρείται ότι αυτό για να μπορέσει να μετουσιωθεί σε πράξη και να μην είναι απλώς μια ευχή ή μια διακήρυξη, θα συνοδευτεί από συγκεκριμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για τη δημιουργία πραγματικού φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος; Μια από αυτές, ας πούμε, είναι –εσείς το αναφέρατε νωρίτερα- η καταπολέμηση της γραφειοκρατίας. Και προκειμένου να μην υπάρχει η ανάγκη να μπει επικεφαλής της Task Force ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, δηλαδή να προστατευτεί το θεσμικό πλαίσιο από το φόβο των ευθυνών και των υπογραφών που είπατε, και στο πλαίσιο αυτό, στον δημοσιονομικό χώρο του 2019, είναι στο ραντάρ σας ενδεχομένως και η μείωση της φορολογίας για τις επιχειρήσεις;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κατ΄ αρχάς, χθες, στην ομιλία μου, περιέγραψα τρεις πρωτοβουλίες, που ήδη έχουμε πάρει και που διαμορφώνουν ένα πλαίσιο φιλικό στην επιχειρηματικότητα: Τον νέο αναπτυξιακό νόμο και στις επενδύσεις. Τον νέο αναπτυξιακό νόμο, όπου έχουμε μια σειρά από σημαντικά projects, που εκεί έχουν ενταχθεί και προχωρούν, τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), που και εκεί έχουμε πολύ καλή απόδοση και συμμετοχή ιδιωτικών σχημάτων και βεβαίως, τις προσπάθειες απλοποίησης των διαδικασιών αδειοδότησης και μέσα, μάλιστα, από μια ψηφιοποίηση των διαδικασιών. Και είπα λίγο πριν, σε μια άλλη ερώτηση κάποιου συναδέλφου σας, ότι προσανατολιζόμαστε και σε αυτό που ονομάζουμε ακόμα περαιτέρω διευκόλυνση ή, αν θέλετε, δημιουργία ενός θεσμικού πλαισίου, που θα είναι ακόμη πιο ελκυστικό στις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, χωρίς –επαναλαμβάνω- να κάνουμε εκπτώσεις στις δύο βασικές μας αρχές, που είναι η προστασία του περιβάλλοντος και της εργασίας. Στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, να σας πω ότι προβλέπεται η μείωση του φόρου των επιχειρήσεων το 2020 -έχει ψηφιστεί στα αντίμετρα που αφορούν το 2020- από το 29% στο 26%, ήδη. Γιατί το 2020 και όχι το 2019; Διότι, τα αντίμετρα συμβαδίζουν με τα αντίστοιχα μέτρα, εκεί όπου δημιουργείται ο δημοσιονομικός χώρος από φορολογία, αντισταθμίζεται αυτός ο δημοσιονομικός φόρτος από μείωση της φορολογίας. Άρα, λοιπόν, πήγαν το 2020 τα φορολογικά μέτρα και το 2019 έχουμε τις δαπάνες. Εάν, λοιπόν, δούμε, του χρόνου τέτοιον καιρό ή στο τέλος του 2018, όταν θα φτιάχνουμε τον Προϋπολογισμό του 2019, ότι για άλλη μια φορά η υπεραπόδοση της οικονομίας, τα αποτελέσματα που θα έχουμε από την ανάπτυξη, θα έχουμε απόδοση καλύτερη από αυτή που περιμέναμε, πράγμα το οποίο δεν είναι απίθανο να συμβεί -συνέβη το 2016, ελπίζουμε να συμβεί και το 2017, μπορεί να συμβεί και το 2018- και διαμορφωθεί περισσότερος δημοσιονομικός χώρος από τον προβλεπόμενο, τότε, είπα και πιο πριν, θα φροντίσουμε αυτόν τον δημοσιονομικό χώρο, στοχευμένα, να τον οδηγήσουμε σε φορολογικές ελαφρύνσεις. Διότι, νομίζω ότι είναι κοινή εκτίμηση πως η επιβάρυνση που υπάρχει, ιδίως σε συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα, είναι οριακή επιβάρυνση και είναι βέβαιο ότι η επόμενη ημέρα της κρίσης σημαίνει και ένα πεδίο άμβλυνσης αυτής της επιβάρυνσης, που επιβλήθηκε τα χρόνια της προσαρμογής, που ήταν μια πρωτοφανής, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προσαρμογή. Να πω και κάτι άλλο με την ευκαιρία: Ένα από τα θέματα που συζητάμε και ανέφερα και στην ομιλία μου στην Πνύκα, στην προοπτική της νέας αρχιτεκτονικής της Ευρώπης, είναι να μετατραπεί η νομισματική σύγκλιση σε οικονομική και εν τέλει σε πολιτική και να υπάρξουν στην Ευρώπη, πέρα από θεσμοί δημοκρατικής εμβάθυνσης, και ένας κοινός Προϋπολογισμός και μια κοινή εποπτεία διαχείρισης του τραπεζικού συστήματος και του δημόσιου χρέους, αλλά και φορολογική σύγκλιση. Αναχαίτιση, δηλαδή, αυτής της μεγάλης απόκλισης που υπάρχει σήμερα και δημιουργεί συνθήκες ανισότητας ανάμεσα στα κράτη-μέλη. Γι΄ αυτό, λοιπόν, έλεγα πριν ότι αν όντως υπάρξουν γενναίες τομές και προχωρήσουμε σε τέτοιου είδους αλλαγές στην Ευρώπη, αυτό θα είναι προς όφελος της Ελλάδας.

 

ΤΣΙΓΟΥΡΗΣ (Mega – Ελευθερία του Τύπου): Καλησπέρα σας. Θα ήθελα να σας ρωτήσω, επανερχόμενος στο θέμα της Κεντροαριστεράς. Κάνετε ανοίγματα, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, σταθερά, όλο το τελευταίο διάστημα στον χώρο της Κεντροαριστεράς, καλώντας την να απομακρυνθεί από τη φιλελεύθερη άποψη, τη φιλελεύθερη ματιά που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη. Θα ήθελα να σας ρωτήσω, αν πιστεύετε ότι η συμπόρευση, η κυβερνητική συνεργασία επηρεάζει, εν τέλει, το περιεχόμενο της πολιτικής, αν αυτό συνέβη στο ΠΑΣΟΚ. Αν συμβαίνει στον ΣΥΡΙΖΑ από τη συνεργασία με τους ΑΝΕΛ. Να θυμίσω ότι τέλος Αυγούστου η κυβέρνηση και τυπικά ενέκρινε την επέκταση της συμφωνίας με τις ΗΠΑ για τη χρήση της Σούδας. Και τελικά, κάτι πιο συγκεκριμένο, στο εάν το ΠΑΣΟΚ όντως βρει ένα βηματισμό πιο κοντά σε αυτό που λέμε «Κεντροαριστερά» κατά τη δική σας εκτίμηση, πώς θα μπορούσε να γίνει σύγκλιση και δεν είναι προσχηματικό αυτό, από την ώρα που όλοι ξέρουμε ότι οι μεν Ανεξάρτητοι Έλληνες δεν πρόκειται να συνεργαστούν με το ΠΑΣΟΚ και πολύ περισσότερο το αντίθετο. Μας λέτε ότι εάν το ΠΑΣΟΚ πάρει κεντροαριστερή πορεία, θα σταματήσετε να συνεργάζεστε με τους Ανεξάρτητους Έλληνες ή είναι προσχηματικό όλο αυτό και αφορά το χρόνο μετά τις εκλογές; Γιατί και τα δύο μαζί, με δεδομένες τις δημόσιες τοποθετήσεις, φαίνονται αδύνατα.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κύριε Τσιγουρή, είναι προφανές ότι αυτή η συζήτηση, πρωτίστως αφορά τα στρατηγικού χαρακτήρα διλήμματα και ερωτήματα που τίθενται στον ίδιο τον χώρο της Κεντροαριστεράς. Και υπό αυτή την έννοια, νομίζω ότι απάντησα επαρκώς στην προηγούμενη ερώτηση, για τα διλήμματα που έχει μπροστά του αυτός ο χώρος. Εγώ θέλω να απαντήσω στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, γιατί μου δίνετε την ευκαιρία  να σας πω, πως η επιλογή μας να προχωρήσουμε σε ένα σύστημα απλής αναλογικής, να αλλάξουμε δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο θα εκλέγονται οι αντιπρόσωποι στο Ελληνικό Κοινοβούλιο και να αλλάξει συνολικά το πολιτικό σύστημα, η λειτουργία του πολιτικού συστήματος, αυτή η επιλογή ήταν μια στρατηγικού χαρακτήρα επιλογή. Δεν είχε να κάνει μόνο με το γεγονός ότι ήταν μια πάγια θέση της Αριστεράς όλα τα προηγούμενα χρόνια. Είναι μια επιλογή που θα δημιουργήσει, όχι μόνον άλλους συσχετισμούς, αλλά άλλον τρόπο σκέψης και άλλον τρόπο αντίληψης για τη διακυβέρνηση της χώρας, για την πορεία της χώρας και άλλον τρόπο λειτουργίας των πολιτικών δυνάμεων. Είναι, λοιπόν, πολύ πιθανό σε ένα επόμενο διάστημα να υπάρχουν και κυβερνήσεις περισσότερων των δυο κομμάτων. Οι συγκλίσεις, όμως, θα πρέπει να γίνονται βασανιστικά, δημόσια, ανοιχτά, όχι κάτω από το τραπέζι, πάνω στα προγράμματα. Ένα χαρακτηριστικό είναι –και μάλιστα πολλοί το λένε και ως αστείο- ότι στη Γερμανία κάνουν τρεις μήνες για να συγκροτήσουν κυβέρνηση και τα κόμματα εκεί κάνουν συνέδρια, όχι για να εκλέξουν ηγεσίες, αλλά συνέδρια προγραμματικού χαρακτήρα, για να πάρουν θέση πάνω στη διαπραγμάτευση και την εκλογή κυβέρνησης συνεργασίας. Και εμείς εδώ, τις κυβερνήσεις συνεργασίας που είχαμε το τελευταίο διάστημα –και τη δική μας, αλλά και τις προηγούμενες- τις είχαμε έτοιμες από πριν. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Νομίζω ότι θα αλλάξει τρόπο σκέψης και το πολιτικό σύστημα και ο ελληνικός λαός, σιγά-σιγά. Σε αυτή, λοιπόν, την κατεύθυνση, εγώ, σε αυτό το οποίο θα συνεχίσω να επιμένω, είναι ότι η συζήτηση πρέπει να διεξαχθεί πάνω στα στρατηγικού χαρακτήρα διλήμματα για το μέλλον της χώρας, σε στρατηγικού χαρακτήρα επιλογές. Υπήρχε ένα ψευτοδίλημμα το προηγούμενο διάστημα, σε σχέση με τη στρατηγικού χαρακτήρα επιλογή, αν θα παραμείνουμε στην Ευρωζώνη, αν θα παραμείνουμε στην Ευρώπη ή θα φύγουμε από αυτήν. Βλέπω ότι η Ν.Δ. δεν το κατάλαβε ποτέ ότι αυτή ήταν η στρατηγική μας επιλογή και συνεχίζει να κάνει αντιπολίτευση σε ένα κόμμα που δεν υπάρχει σήμερα και σε μια άποψη που δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει ο αντιευρωπαϊκός ΣΥΡΙΖΑ που θέλει να μας βγάλει από την Ευρώπη. Σε αυτό κάνει αντιπολίτευση. Στο ίδιο επιμένει και ένα κομμάτι της Κεντροαριστεράς. Αυτού του χαρακτήρα η στρατηγική επιλογή, νομίζω ότι είναι λυμένη. Υπάρχουν, όμως, άλλες σημαντικές στρατηγικού χαρακτήρα επιλογές, στις οποίες πρέπει να εκτεθούμε. Η αντίληψή μας για τις εργασιακές σχέσεις, η αντίληψή μας για την προστασία του περιβάλλοντος, το αν βρισκόμαστε στην όχθη του νέου φιλελευθερισμού ή στην όχθη, που εμείς θέλουμε να είμαστε, μιας αντίληψης για την ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας και του κοινωνικού κράτους. Σε αυτά τα σημεία, σε αυτά τα στρατηγικού χαρακτήρα διλήμματα, πιστεύω ότι στο μέλλον μπορεί να υπάρξουν συμπτώσεις και ανάμεσα σε κομμάτια που βρίσκονται παραδοσιακά στο στρατόπεδο της Δεξιάς και παραδοσιακά στο στρατόπεδο της Αριστεράς. Υπάρχουν, δηλαδή, δυνάμεις στη σημερινή Κεντροαριστερά και τη σημερινή Δεξιά που είναι ακραιφνώς στη νεοφιλελεύθερη οπτική για την πορεία της οικονομίας και δυνάμεις στη σημερινή Κεντροδεξιά και τη σημερινή Αριστερά, που μπορούν να βρουν ένα πλαίσιο συνάντησης στην ανάγκη να υπάρξει η κοινωνική προστασία, ο δημόσιος χώρος. Θέλω, λοιπόν, να σας πω, κ. Τσιγουρή, ότι έχει ενδιαφέρον αυτή η συζήτηση, στον βαθμό που γίνει πάνω στα πραγματικά προβλήματα, στα στρατηγικά ζητήματα και που γίνει με όρους πολιτικής και όχι με όρους παραπολιτικής ή με όρους εξυπηρέτησης ιδιοτελών συμφερόντων.

 

ΓΙΩΤΑΚΗ (The caller): Κύριε Πρόεδρε, καλησπέρα. Μιλήσατε για την τρίτη αξιολόγηση αναλυτικά, θα έλεγα, πριν, αλλά θέλω να σταθώ σε μια φράση σας για το ερώτημά μου. Είπατε πριν ότι «ο χρόνος είναι μέρος της στρατηγικής μου». Εάν, λοιπόν, προκύψει νέο κύμα καθυστερήσεων, όχι με δική σας ευθύνη -δεν εννοώ κάτι τέτοιο- και με δεδομένο ότι δηλώσατε, επαναλάβατε λίγο πριν ότι δεν υπάρχει περίπτωση να στηθούν κάλπες και ότι στόχος σας είναι να ολοκληρώσετε την τετραετία, πώς θα αντιδράσετε; Υπάρχει για εσάς κόκκινη γραμμή, ως προς τον χρόνο πάντα ολοκλήρωσης της τρίτης αξιολόγησης; Υπάρχουν τρόποι αντίδρασης;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κοιτάξτε, εδώ τα βγάλαμε πέρα σε πιο δύσκολες συνθήκες, όταν σχεδόν είχαν δώσει δικαίωμα βέτου στο ΔΝΤ οι εταίροι μας, λόγω των εκλογικών αναμετρήσεων, που είχαν μπροστά τους δύο εκ των χωρών αυτών. Άρα, νομίζω ότι θα βρούμε και τώρα τρόπους. Θέλω να πιστεύω ότι δεν θα υπάρξει από την πλευρά του Ταμείου μια προσπάθεια κωλυσιεργίας. Και πιστεύω, ακράδαντα, ότι τούτη την ώρα η ευρωπαϊκή πλευρά θα έχει μια πολύ πιο ξεκάθαρη θέση, απέναντι σε πιθανές, γιατί κανείς δεν μπορεί ποτέ να αποκλείει, κωλυσιεργίες ή καθυστερήσεις ή παράλογες απαιτήσεις. Όμως, το κρίσιμο ερώτημα, που αφορά το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά και την Ευρώπη, έχει να κάνει με το αν το ΔΝΤ θα θελήσει να χρηματοδοτήσει το ελληνικό πρόγραμμα ή όχι. Γι΄ αυτό είπα πιο πριν, κυρία Γιωτάκη, ότι δεν θα κριθεί η ελληνική κυβέρνηση τόσο στην τρίτη αξιολόγηση, θα κριθεί, βεβαίως, από το πόσο γρήγορα θα προχωρήσει και από την αποτελεσματικότητά της να προχωρήσει γρήγορα αυτά τα οποία έχει συμφωνήσει. Και εκεί, δεσμεύθηκα ότι θα κάνουμε το παν δυνατόν για να ολοκληρώσουμε πάρα πολύ σύντομα. Θα κριθεί η αξιοπιστία και η καλή πίστη, για να χρησιμοποιήσω μια φράση που χρησιμοποίησε και ο Πρόεδρος Μακρόν, των εταίρων μας. Και εννοώ, κυρίως, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Και θέλω να επαναλάβω αυτό που είπα και την προηγούμενη φορά. Για εμάς, το κρίσιμο είναι να παρθούν οι αποφάσεις εγκαίρως -πιστεύω μέχρι τέλους του χρόνου- σε σχέση με τη συμμετοχή τους ή μη στο πρόγραμμα. Διότι, επαναλαμβάνω, έχουμε αποδείξει ότι μπορούμε να ολοκληρώσουμε το πρόγραμμα με την παρουσία τους. Είμαι απολύτως βέβαιος ότι μπορούμε και ως Ευρώπη να το ολοκληρώσουμε και χωρίς την παρουσία τους, με επιτυχία. Αυτό το οποίο, ούτε εμείς, ούτε η Ευρώπη μπορεί, αλλά ούτε και για αυτούς είναι καλό, είναι αυτή η διαρκής αβεβαιότητα, με το ένα πόδι μέσα, με το άλλο πόδι έξω.

 

ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ (Αυγή): Καλησπέρα σας, κύριε Πρωθυπουργέ. Θα ήθελα να σας ρωτήσω σχετικά με τα όσα αναφέρατε χθες για τη στήριξη της νεανικής επιχειρηματικότητας και της νεοφυούς επιχειρηματικότητας και συγκεκριμένα για το νομοθετικό σχέδιο, στο οποίο αναφερθήκατε, για τις μικροπιστώσεις σε νεοφυείς και μικρές επιχειρήσεις. Μπορείτε να μας πείτε, ποια μέτρα προτίθεστε να πάρετε για τη στήριξή τους, σε μια στιγμή μάλιστα που το τραπεζικό σύστημα φαίνεται σχετικά διστακτικό, όσον αφορά την ενίσχυση της ρευστότητας προς την αγορά.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Αν δεν καταφέρουμε να ξαναβάλουμε τις τράπεζες σε μια λειτουργία αντίστοιχη του πραγματικού τους ρόλου στην οικονομία, δύσκολα θα πάρει μπρος η οικονομία. Θεωρώ, λοιπόν, ότι ένας από τους λόγους που η δεύτερη αξιολόγηση ήταν εξαιρετικά επιτυχής, ήταν ότι έκανε μια σαφέστατη αναφορά στην ανάγκη να υπάρξουν αναπτυξιακά χρηματοδοτικά εργαλεία στην απόφαση του Eurogroup. Νομίζω ότι το πιο σημαντικό βήμα που έχει γίνει για την αναπτυξιακή προοπτική, για την επιστροφή στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, ήταν το βήμα της Αναπτυξιακής Τράπεζας και δίνουμε πάρα πολύ μεγάλο βάρος. Η Ελλάδα ίσως ήταν από τις κατ’ εξοχήν χώρες που είχε ανάγκη στην Ευρωζώνη για Αναπτυξιακή Τράπεζα, ιδίως όταν οι συστημικές Τράπεζες, λόγω του μεγάλου βάρους των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σταμάτησαν να παίζουν τον ρόλο που έπαιζαν το προηγούμενο διάστημα. Και άρα, λοιπόν, εμείς τώρα ερχόμαστε, βήμα το βήμα και δουλεύουμε σκληρά, ώστε αυτή η Τράπεζα να είναι ένα πραγματικό χρηματοδοτικό εργαλείο για αυτούς που το έχουν ανάγκη. Είμαστε σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, είμαστε σε στενή συνεργασία, ιδίως, με τη γαλλική Αναπτυξιακή Τράπεζα, που ανακοίνωσα και συνυπέγραψαν προχθές ο υπουργός Οικονομίας με τον επικεφαλής της Τράπεζας τη μορφή της συνεργασίας. Θα συμβάλλουν με κεφάλαια, καθώς και η KFW, η γερμανική, προκειμένου να προχωρήσουμε γρήγορα στη δυνατότητα χρηματοδότησης των αναγκών της πραγματικής οικονομίας. Το θεσμικό πλαίσιο θα είναι έτοιμο πλήρως, ενδεχομένως, στα μέσα της Άνοιξης, αλλά ήδη από τώρα θα προχωρήσουμε σε πιστώσεις, ιδιαίτερα σε αυτές τις λεγόμενες «μικροπιστώσεις». Τι είναι αυτό; Για να καταλάβει και ο κόσμος που μας παρακολουθεί και ενδεχομένως περίοπτους οικονομικούς όρους να μην τους καταλαβαίνει. Ένας νέος επιχειρηματίας, ένας ελεύθερος επαγγελματίας ή κάποιος που έχει μια μικρή επιχείρηση και θέλει να έχει ένα κεφάλαιο κίνησης και θέλει να φτιάξει μια επιχείρηση καθαρισμού κτιρίων ή θέλει να φτιάξει μια μικρή επιχείρηση στην ψηφιακή οικονομία, μία μικρή επιχείρηση που να δίνει υπηρεσίες ή που θέλει να δημιουργήσει μια μικρή επιχείρηση στον χώρο της εστίασης, θα έχει τη δυνατότητα να πάρει κεφάλαιο κίνησης έως 15.000 ευρώ από αυτό το Πρόγραμμα Μικροπιστώσεων, το οποίο θα αφορά περίπου 100.000 επιχειρηματίες, με χρήματα που θα έρθουν μέσα από το Ταμείο που δημιουργεί η συνεργασία με τα ιδρύματα του εξωτερικού, αλλά και με χρήματα που θα έρθουν να βάλουν σε αυτήν την πλατφόρμα ιδιωτικές τράπεζες του εξωτερικού, ιδιωτικά σχήματα. Αυτή θα είναι, πραγματικά, μια ανάσα για να κινηθεί η οικονομία και η επιχειρηματικότητα. Οι μικροπιστώσεις, αν θέλετε, και το σύστημα των μικροπιστώσεων ήταν κάτι που και σε άλλες χώρες, που είχαν πληγεί από την κρίση, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανάκαμψη. Διότι, σήμερα, βλέπουμε ότι αρχίζει σιγά-σιγά και αυξάνεται η ζήτηση και βλέπουμε επιχειρηματίες που θέλουν να αξιοποιήσουν αυτήν την αύξηση της ζήτησης, ιδίως στον τουρισμό, αλλά και αλλού, να μην έχουν την οικονομική δυνατότητα να προχωρήσουν στην επιχειρηματική δραστηριότητα για να αξιοποιήσουν και να προχωρήσουν, ώστε να έχουν κάποια κέρδη και να βγουν μπροστά. Νομίζω, λοιπόν, ότι αυτές οι επιλογές θα δώσουν μια άλλη ώθηση στην οικονομία το επόμενο διάστημα. Και νομίζω ότι έχουμε μπει οριστικά σε μια άλλη περίοδο. Σε μια άλλη περίοδο, όπου το μυαλό μας δεν θα είναι τόσο στην αντιμετώπιση, στην άμυνα -να το πω έτσι- αλλά θα είναι στην επίθεση. Όχι τόσο στο να παίζουμε άμυνα απέναντι σε πολιτικές λιτότητας και συρρίκνωσης και ύφεσης, αλλά στην επίθεση, βάζοντας την ατζέντα της ανάπτυξης και δημιουργώντας προϋποθέσεις, ώστε αυτή η ανάπτυξη να πολλαπλασιαστεί και να έχει συγκεκριμένη ανταποδοτικότητα στην πραγματική οικονομία και ιδίως στους νέους ανθρώπους. Διότι, επαναλαμβάνω, δεν θα κουραστώ να το λέω, η μεγάλη μάστιγα της χώρας είναι η ανεργία των νέων ανθρώπων σε αυτήν τη χώρα, που όταν εγώ βρέθηκα σε αυτή τη θέση στο Μέγαρο Μαξίμου, ήταν πάνω από 50%, μειώθηκε κατά 10 μονάδες, όμως παραμένει εξαιρετικά υψηλή. Και πρέπει να κάνουμε το παν για να φτάσει σε επίπεδα κανονικότητας.

 

ΚΩΒΑΙΟΣ (Το Βήμα): Κύριε Πρόεδρε, πέρυσι, την αντίστοιχη ημέρα, είχατε δεχθεί πολύ έντονη κριτική. Από την ίδια θέση, είχατε προσπαθήσει να προκαταλάβετε αποφάσεις της Δικαιοσύνης και συγκεκριμένα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αναρωτιέμαι με τα όσα έχουν συμβεί και με την ένταση που έχει υπάρξει τον τελευταίο καιρό μεταξύ κυβέρνησης και Δικαιοσύνης, το οποίο είναι κάτι ασυνήθιστο, θα έλεγα, θεσμικά, αν έχετε από τη θέση του Πρωθυπουργού κάποια διάθεση αυτοκριτικής για όσα έχουν συμβεί.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κύριε Κωβαίε, μίλησα με πολύ μεγάλη ειλικρίνεια πέρυσι τέτοιον καιρό, χωρίς καμία διάθεση να προκαταλάβω τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης. Με πολύ μεγάλη ειλικρίνεια μίλησα, λέγοντας ότι δεν πιστεύω ότι θα υπάρξει απόφαση που θα καταργεί τον νόμο που ονομάστηκε «Νόμος Παππά», γιατί ήταν υπουργός Μέσων Ενημέρωσης και παραμένει ο κ. Παππάς, αλλά ήταν νόμος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Και πράγματι, αυτός ο νόμος, δεν ξέρω αν το γνωρίζετε, ισχύει και σήμερα. Δεν εξέπεσε από την απόφαση του ΣτΕ. Υπήρξε μια οριακή απόφαση -και λέω οριακή, με βάση τους συσχετισμούς- σε ό, τι αφορά τη διαγωνιστική διαδικασία, διότι δεν τη διενήργησε το ΕΣΡ, εξαιτίας βεβαίως του γεγονότος ότι η αντιπολίτευση είχε βάλει βέτο, έκανε μποϊκοτάζ εκείνη την περίοδο στη συγκρότηση του ΕΣΡ. Σήμερα, λοιπόν, έναν χρόνο μετά και με όλα αυτά που μεσολάβησαν, την άσχημη στιγμή με τη συνάδελφό σας, την κυρία Τσικρίκα πέρυσι, και βεβαίως, νομίζω την άσχημη στιγμή να βρίσκεσαι απέναντι στην πραγματική και ειλικρινή αγωνία των εργαζόμενων, ενώ στόχος σου δεν είναι να αντιμετωπίζεις τους εργαζόμενους και πιστεύω ότι αυτό το έχουν καταλάβει όλοι οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ, αλλά, να βάλεις, επιτέλους, μια θεσμική κανονικότητα στο πλαίσιο λειτουργίας των ΜΜΕ. Σήμερα, λοιπόν, έναν χρόνο μετά, δεν θα σας έλεγα το ίδιο έξι μήνες πριν ή δύο μήνες πριν, πιστεύω ότι έχουμε δικαιωθεί. Γιατί έχουμε δικαιωθεί; Ο νόμος ισχύει, το ΕΣΡ συγκροτήθηκε και αποφάσισε να διενεργήσει τον διαγωνισμό, σε πείσμα κάποιων που δεν ήθελαν ποτέ να διενεργηθεί, με όρους νομιμότητας και κανονικότητας. Ο διαγωνισμός, λοιπόν, θα γίνει. Τα ΜΜΕ θα αποκτήσουν νόμιμη άδεια. Οι θέσεις εργασίας θα διατηρηθούν, διότι ο νόμος προβλέπει οι θέσεις εργασίας να διατηρηθούν. Και πιστεύω ότι αυτό θα συμβάλλει τόσο στην ενίσχυση της αξιοπιστίας του θεσμού της Ενημέρωσης, όσο όμως και στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στον χώρο του Τύπου. Θέλω, λοιπόν, να επαναλάβω ότι βασική στόχευση της κυβέρνησής μας ήταν και παραμένει η δημιουργία ενός σταθερού θεσμικού πλαισίου, που θα αποκαθιστά στρεβλώσεις δεκαετιών και στον χώρο της Ενημέρωσης και όχι μόνον. Μπορεί να κάναμε λάθη; Μπορεί. Δεν υπάρχει αμφιβολία, όλοι κάνουν λάθη. Όμως, στο τέλος κρινόμαστε από τις προθέσεις μας και κρινόμαστε και από το αποτέλεσμα. Έρχομαι, τώρα, στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, στο θέμα της Δικαιοσύνης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχουν προβλήματα στη Δικαιοσύνη. Προβλήματα, τα οποία τα εντοπίζουμε όλοι. Έχουν να κάνουν με τον χρόνο απονομής της Δικαιοσύνης, έχουν να κάνουν, πολλές φορές, με την αδυναμία των ίδιων των λειτουργών να ανταποκριθούν στους απαραίτητους χρόνους για να λειτουργήσει το σύστημα ομαλά. Έχουν να κάνουν και με, όπως σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, έτσι και στη Δικαιοσύνη, όπως και εγώ που αυτήν τη στιγμή, να θυμηθώ το επάγγελμά μου, μηχανικός, δεν μπορώ να πω ότι όλοι οι μηχανικοί είναι ηθικά άμεμπτοι, ότι δεν υπάρχουν επίορκοι. Το ίδιο συμβαίνει για όλους τους ανθρώπους και για όλα τα επαγγέλματα, πόσο δε μάλλον και για την πολιτική, έτσι και για τη Δικαιοσύνη. Υπάρχουν κρούσματα διαφθοράς. Υπάρχουν προβλήματα. Αυτά τα προβλήματα θέλουμε να τα ξεπεράσουμε, όχι στοχοποιώντας κάποιες αποφάσεις ή στοχοποιώντας τους δικαστές και τη Δικαιοσύνη στο σύνολό της, αλλά δημιουργώντας ένα θεσμικό πλαίσιο για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τα κακώς κείμενα. Εγώ θα σας έλεγα ότι αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνει με νηφάλιο τρόπο, χωρίς δαιμονισμούς και αφορισμούς. Και θα πρέπει να βρούμε τον τρόπο με τον οποίο θα ξανακερδίσει η Δικαιοσύνη, ως θεσμός, την εμπιστοσύνη του Έλληνα πολίτη, γιατί αυτό είναι το πιο κρίσιμο. Όταν αισθάνεται ο πολίτης ότι δεν θα βρει το δίκιο του. Εμείς, λοιπόν, ως κυβέρνηση, λειτουργούμε θεσμικά και όταν συμφωνούμε με δικαστικές αποφάσεις και όταν διαφωνούμε με αυτές. Το δικαίωμα στην κριτική, όμως, είναι αναφαίρετο. Όπως αναφαίρετο είναι το δικαίωμα το δικό σας να κάνετε κριτική σε μένα, που έχω θέση ευθύνης και εγώ, ενδεχομένως, σε εσάς γι’  αυτά που γράφετε, έτσι και το δικαίωμα και το δικό μου και του τελευταίου πολίτη να κρίνει τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, είναι βασικό συστατικό της Δημοκρατίας και αυτό θα το υπερασπιστώ. Πάντοτε, όμως, προασπιζόμενος τη θεσμική λειτουργία των θεσμών και την αξιοπιστία τους. Και βεβαίως, πιστεύω ότι θα πρέπει επιτέλους να αφήσουμε τη Δικαιοσύνη να προχωρήσει και στις αναγκαίες τομές και διεργασίες που απαιτούνται, προκειμένου να αναπτύξει αυτήν την αξιοπιστία. Και όταν λέμε ότι τη σεβόμαστε ή σεβόμαστε τις αποφάσεις της, αυτό να μην είναι α λα καρτ. Να μην σεβόμαστε, δηλαδή, τις αποφάσεις μόνον που μας αρέσουν, αλλά να σεβόμαστε συνολικά τη Δικαιοσύνη σε όλες τις εκδοχές της, είτε αυτές προέρχονται από αποφάσεις που μας αρέσουν είτε όχι. Αυτή είναι η θέση μου. Είναι μια θέση, νομίζω, κρυστάλλινη. Και πιστεύω ότι το προηγούμενο διάστημα έγινε μια πολύ μεγάλη προσπάθεια να δημιουργηθεί η εικόνα μιας σύγκρουσης συνολικά με τον θεσμό της Δικαιοσύνης, που αυτό απέχει πάρα πολύ από την πραγματικότητα.

 

ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ (Spiegel): Θα επανέλθω στο θέμα που είχα θέσει πέρυσι από αυτόν εδώ τον χώρο για τις επανορθώσεις τις γερμανικές στην Ελλάδα. Είχατε πει τότε ότι η διεκδίκησή τους ήταν ζήτημα τιμής για τη χώρα και έκτοτε, το νεότερο, νομίζω, είναι ότι υπάρχει μια έκθεση του Ελληνικού Κοινοβουλίου, μιας Επιτροπής, η οποία υφίσταται. Νομίζω ότι θα συζητείτο κάποια στιγμή τον Οκτώβριο, αν δεν απατώμαι, και στην Ολομέλεια και σύμφωνα με δικές μας πληροφορίες αυτό μετατοπίστηκε χρονικά για πιο εύκαιρο χρόνο, λόγω των ευαίσθητων διαπραγματεύσεων με τη Γερμανία ή με άλλες…

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Τον Δεκέμβριο, φέτος λέτε ή πέρυσι; Για ποιον Δεκέμβριο λέτε;

ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Τον Οκτώβριο που μας πέρασε, υποτίθεται ότι θα συζητείτο στην Ολομέλεια της Βουλής, δεν έγινε κάτι τέτοιο. Ήθελα καταρχήν να σας ρωτήσω, γιατί δεν έγινε αυτή η συζήτηση στη Βουλή ή αν πρόκειται να γίνει και αν επηρεάζει τη στρατηγική σας έναντι της διεκδίκησης των γερμανικών αποζημιώσεων. Είχαμε πρόσφατα με την Πολωνία μια αντίστοιχη κόντρα, ας το πούμε έτσι, με τη γερμανική κυβέρνηση και αν αυτό το ζήτημα επηρεάζει τους δικούς σας υπολογισμούς και ποια είναι τα επόμενα μέτρα που θα λάβετε προς αυτήn την κατεύθυνση.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κατ΄ αρχάς, να σας πω ότι έχουμε ακολουθήσει την προβλεπόμενη και ορθή, κατά την άποψή μου, θεσμική διαδικασία. Το ζήτημα της διεκδίκησης να είναι ένα ζήτημα που τίθεται σε θεσμικό επίπεδο από την πλευρά της εθνικής αντιπροσωπείας. Σε ό,τι αφορά τόσο τη θέση της κυβέρνησης, διατυπωμένη πολλάκις και από μένα και από τον υπουργό Εξωτερικών, είναι δεδομένη. Δεν έχει αλλάξει αυτή η θέση. Μια θέση, η οποία έχει επαναδιατυπωθεί στο υψηλότατο επίπεδο, σε πολιτειακό επίπεδο και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Από εκεί και πέρα, δεν γνωρίζω αυτό που μου λέτε, ότι αναβλήθηκε η συζήτηση σε επίπεδο Ολομέλειας της Βουλής. Αλλά, το ζήτημα δεν είναι να γίνει μια συζήτηση σε επίπεδο Ολομέλειας για να ειπωθούν ξανά τα ίδια. Είναι να προχωρήσει αυτή η διαδικασία. Πιστεύω ότι βρίσκεται στη σωστή θεσμική της διάσταση και νομίζω ότι το επόμενο διάστημα θα υπάρξουν και οι σχετικές εξελίξεις. Σε ό,τι αφορά το σκέλος της ερώτησής σας για την Πολωνία. Αν η Πολωνία επιλέξει να προχωρήσει στην επίλυση της όποιας διεκδίκησης ή της όποιας διαφοράς σε επίπεδο Διεθνούς Δικαστηρίου, θα δημιουργήσει ένα νομικό προηγούμενο. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ως προς αυτό. Αν η επιλογή είναι η διεκδίκηση σε διμερές επίπεδο, πιστεύω ότι δεν μπορεί να προδικάσει η μια εξέλιξη την άλλη, καθώς σε διμερές επίπεδο υπάρχει το ενδεχόμενο ή η πιθανότητα να θεωρηθεί ότι είναι διαφορετικό το σκέλος των διεκδικήσεων και διαφορετικό το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης. Επιτρέψτε μου, όμως, ένα γενικότερο σχόλιο. Δεν νομίζω ότι σε αυτή τη φάση θα ευνοούσε τη χώρα μας η ταύτισή της με τις πολιτικές διεκδικήσεις και τους πολιτικούς ελιγμούς που, ενδεχομένως, να επιχειρεί η κυβέρνηση της Πολωνίας. Η κυβέρνηση της Πολωνίας, δεν θέλω να την κρίνω, σε καμία περίπτωση, αλλά είναι μια κυβέρνηση, η οποία δεν χαρακτηρίζεται για την προσήλωσή της στις ιδρυτικές αξίες της Ευρώπης και ιδιαίτερα στην πολύ σημαντική για μας αξία της αλληλεγγύης. Και υπό αυτήν την έννοια, νομίζω ότι θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Εγώ, τουλάχιστον, δεν θα επιχειρούσα να συσχετίσω το ένα με το άλλο θέμα.

 

ΠΛΑΚΑΣ (TV100): Καλησπέρα, κύριε Πρόεδρε. Έχετε αναγάγει το θέμα του ΟΑΣΘ σε κεντρικό θέμα της πολιτικής σας. Γι΄ αυτό θέλω να σας ρωτήσω το εξής. Επιλέξατε στην κυβέρνηση, ως λύση, την αποδιωτικοποίηση όπως λέτε, δηλαδή την κρατικοποίηση του Οργανισμού. Δεδομένου ότι και οι συγκοινωνίες στην Αθήνα είναι στο υπερταμείο, θέλω να σας ρωτήσω αν και ο νέος ΟΑΣΘ, ο κρατικός, μπει και αυτός στο υπερταμείο και έχουμε, επομένως, ένα οξύμωρο σχήμα, ο ιδιωτικός να γίνει κρατικός και πάλι δια του υπερταμείου, ιδιωτικός.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Μου δίνετε την ευκαιρία, κατ΄ αρχάς, να σας πω για το ΟΑΣΘ και μετά να δούμε και για το υπερταμείο. Ο ΟΑΣΘ είναι μια μεγάλη πληγή για την πόλη της Θεσσαλονίκης. Και είναι και ένα παράδειγμα ότι -το οποίο ελπίζω να το διαπιστώσουν το επόμενο διάστημα οι ίδιοι οι Θεσσαλονικείς, βλέποντας τη βελτίωση στην καθημερινότητα της ζωής τους- δεν πρέπει σώνει και καλά να θεωρούμε ότι οτιδήποτε δημόσιο δεν μπορεί να λειτουργεί και οτιδήποτε ιδιωτικό λειτουργεί τέλεια. Βεβαίως, πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι και το μοντέλο της ιδιωτικοποίησης τότε του ΟΑΣΘ, για να είμαι ειλικρινής, δεν ήταν και το καλύτερο μοντέλο. Δεν έγινε η ιδιωτικοποίηση με όρους αγοράς, με όρους ανταγωνισμού. Άλλωστε, και ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να λειτουργεί μέσα σε ένα πλαίσιο. Η ιδιωτικοποίηση του ΟΑΣΘ τότε ήταν χαρακτηριστικό σχήμα, χαρακτηριστικό μοντέλο ιδιωτικοποίησης ενός –αν θέλετε- ιδιαίτερου καπιταλισμού, έτσι όπως τον ζήσαμε στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια, κρατικοδίαιτου, των κολλητών, των φίλων, των ημέτερων. Έδωσαν μια δημόσια υπηρεσία και άρα την ανάγκη των πολιτών της Θεσσαλονίκης σε μια ομάδα που τους ονόμασαν «ιδιοκτήτες», φίλοι των κυβερνήσεων τότε, οι οποίοι όμως λειτούργησαν σε ένα ιδιαίτερο πλαίσιο, επαναλαμβάνω όχι μέσα στο πλαίσιο ενός υγιούς ανοιχτού ανταγωνισμού, με διαφάνεια και αξιοκρατία. Σήμερα, εμείς επιχειρούμε ένα δύσκολο εγχείρημα που έχει δύο όψεις. Η μία όψη είναι να γίνει εκκαθάριση στον Οργανισμό. Από ό,τι μαθαίνω υπάρχουν πολλοί σκελετοί μέσα στα ντουλάπια, υπάρχει διασπάθιση δημόσιου χρήματος. Να ξεκαθαρίσουν, λοιπόν, όλα αυτά. Αυτό είναι το ένα σκέλος.Το άλλο σκέλος, όμως, είναι να δημιουργήσουμε έναν δημόσιο Οργανισμό, ο οποίος δεν θα λειτουργεί μέσα στο αρνητικό πλαίσιο που είχαμε στο παρελθόν σε κάποιους άλλους δημόσιους Οργανισμούς, αλλά θα λειτουργεί πραγματικά με βασικό γνώμονα και στόχο την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος. Με δύο λόγια θέλω να σας πω ότι δυστυχώς στη χώρα μας τα προηγούμενα χρόνια και δεν αναφέρομαι στα χρόνια του μνημονίου, στα χρόνια της «ανάπτυξης», είχαμε ένα στρεβλό μοντέλο λειτουργίας και της ιδιωτικής οικονομίας και των δημόσιων φορέων. Στρεβλό μοντέλο που βασικό της χαρακτηριστικό και στη μία και στην άλλη πλευρά ήταν η διαπλοκή συμφερόντων και η απομύζηση του δημόσιου πλούτου και η συρρίκνωση του δημόσιου συμφέροντος. Επιχειρούμε, λοιπόν, ένα δύσκολο εγχείρημα. Θα κριθούμε από το κατά πόσο θα μπορέσει ο νέος Οργανισμός να ανταποκριθεί στις υψηλές απαιτήσεις των Θεσσαλονικέων. Και νομίζω ότι σε έναν χρόνο από τώρα θα είμαστε σε θέση να έχουμε μια πολύ καλή εικόνα σε σχέση με αυτό. Δεν πρέπει να ανησυχείτε σε σχέση με το υπερταμείο. Πρώτα και κύρια, διότι και η λογική του υπερταμείου, ακόμη κι να έμπαινε εκεί ο ΟΑΣΘ, δεν είναι λογική εκποίησης και ιδιωτικοποίησης. Όσες δημόσιες επιχειρήσεις έχουν μπει κάτω από τη σκέπη του υπερταμείου δεν θα δεχθούν πιέσεις σε ιδιωτικοποιήσεις, αλλά εξορθολογισμού του τρόπου λειτουργίας τους. Θα είναι προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος. Και πιστεύω ότι αυτό θα το διαπιστώσουμε, επίσης, σύντομα. Επαναλαμβάνω, η Ελλάδα για πολλά χρόνια ήταν μία εξαίρεση της κανονικότητας σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του δημόσιου τομέα και σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του ιδιωτικού τομέα.

 

ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ (Ελεύθερος Τύπος): Μόλις τρεις ημέρες πριν από την έλευση του κ. Μακρόν στην Αθήνα, ο Γάλλος Πρόεδρος είχε συναντήσει την ηγέτη της αντιπολίτευσης  της Βενεζουέλας και καταδίκασε το καθεστώς Μαδούρο. Θέλω να ρωτήσω αν η ελληνική κυβέρνηση στηρίζει το καθεστώς Μαδούρο , ειδικά τώρα που και στην Ισπανία ετοιμάζεται να ξεκινήσει έρευνα για τη χρηματοδότηση των Ποδέμος από τη Βενεζουέλα. Ευχαριστώ.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κοιτάξτε, η ελληνική κυβέρνηση, να σας είμαι ειλικρινής, έχει τόσα πολλά θέματα δύσκολα να ασχοληθεί, που το τελευταίο πράγμα που θα έκρινε τις εξελίξεις στη Βενεζουέλα θα ήταν αν στηρίζει το καθεστώς ή δεν στηρίζει το καθεστώς. Όμως, εγώ θα ήθελα να σας πω το εξής. Μας προβληματίζει το γεγονός ότι στη Βενεζουέλα, αυτήν τη στιγμή, υπάρχει μια κατάσταση έντονης κοινωνικής αντιπαράθεσης, στα πρόθυρα του εμφύλιου σπαραγμού. Θέλω να σας επισημάνω ότι αυτό που εσείς ονομάσατε καθεστώς  -και βεβαίως έχετε κάθε δικαίωμα να κάνετε αυτήν την κρίση-  είναι μια κυβέρνηση η οποία έχει εκλεγεί με δημοκρατικές διαδικασίες. Είναι μια κυβέρνηση, η οποία, παρότι  βεβαίως έχει εκλεγεί με δημοκρατικές διαδικασίες , κρίνεται από τις αποφάσεις της. Αυτό λοιπόν το οποίο, σε επίπεδο διπλωματίας και εξωτερικής πολιτικής, έχω ζητήσει και από τον υπουργό Εξωτερικών -και δεν το κάνω εξαιτίας του γεγονότος ότι στη Βενεζουέλα είναι μια κυβέρνηση που είναι προσκείμενη στην Αριστερά, θα το κάναμε σε κάθε διαφορετική περίπτωση, διότι αυτή, αν θέλετε, είναι η στρατηγική της χώρας μας- αυτό, λοιπόν, που έχουμε δώσει ως κατεύθυνση, είναι να γίνει μια προσπάθεια διπλωματικής επίλυσης της κρίσης και διπλωματικής παρέμβασης από την πλευρά της Ε.Ε. για την επίλυση της κρίσης.  Δεν είναι καθόλου ευχάριστο αυτό που βλέπουμε στα ΜΜΕ, αν και πολλές φορές υπάρχει και το στοιχείο της υπερβολής. Αλλά, όταν μια χώρα βρίσκεται  στα πρόθυρα μιας εμφύλιας σύρραξης και μιας τόσο μεγάλης έντασης, νομίζω ότι η Ευρώπη -και αυτός πρέπει να είναι ο ρόλος της Ευρώπης- δεν είναι τόσο να επιβάλει κυρώσεις, όσο το να διεκδικήσει τους τρόπους εκείνους  μέσα από τους οποίους θα μπορέσει να υπάρξει μια εξομάλυνση και μια συνεννόηση ανάμεσα στις δύο πλευρές. Αυτή, λοιπόν, είναι  η θέση και η στάση αρχής της ελληνικής κυβέρνησης. Και θα ήταν, επαναλαμβάνω, μια θέση και στάση αρχής είτε αυτά τα γεγονότα αφορούσαν μια χώρα τόσα πολλά χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την περιοχή μας είτε μια γειτονική χώρα.

 

ΡΑΝΤΟΥ (Rizopoulos post, SBC): Καλησπέρα σας, κύριε Πρόεδρε. Θα ήθελα να μεταφέρουμε λίγο τη συζήτηση στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, στον κ. Στουρνάρα, δεδομένου ότι τελευταία βλέπουμε κάποιες συγκλίσεις ή εν πάση περιπτώσει κάποια ευθυγράμμιση του κ. Στουρνάρα, σε σχέση με τις κυβερνητικές θέσεις που αφορούν το ΔΝΤ, κατά πόσο θα πρέπει να μπει ή να αποχωρήσει από το ελληνικό πρόγραμμα ή κατά πόσον χρειάζονται περαιτέρω ανακεφαλαιοποίηση οι ελληνικές τράπεζες. Θα ήθελα, επ΄ ευκαιρία, να μου πείτε αν, εν πάση περιπτώσει, κρίνετε θετικά το έργο του μέχρι τώρα, μιας και βρίσκεται στο μέσον της θητείας του, και αν ναι, αν θα ανανεώνατε τη θητεία του μετά τη λήξη της, εφόσον φυσικά είστε ακόμα κυβέρνηση. Ευχαριστώ πολύ.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Δεν με έχει προβληματίσει αυτή η σκέψη. Έχει αρκετό χρόνο θητείας ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και δεν θα ήθελα να είμαι εγώ αυτός  ο οποίος θα κρίνω την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας ή της  θητείας του, διότι δεν είναι ο ρόλος μου αυτός. Ο ρόλος ο δικός μου είναι να συνεργάζομαι με την Τράπεζα της Ελλάδος  και ο ρόλος και η υποχρέωση της Τράπεζας της Ελλάδας και του διοικητή της είναι να συνεργάζεται και να υλοποιεί την κυβερνητική πολιτική στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Έχει άλλο θεσμικό πλαίσιο από το οποίο θα κριθεί ο κ. Στουρνάρας, είναι το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας. Δεν είμαι εγώ αυτός ο αρμόδιος που θα κρίνω και επ΄ αυτού, λοιπόν, δεν θα ήθελα να κάνω κανένα σχόλιο. Από κει και πέρα, το μόνο που θα ήθελα να πω ότι είναι αυτονόητο ότι θα ταυτίζεται η Τράπεζα της Ελλάδας με την πολιτική και τις στρατηγικές επιλογές της  κυβέρνησης. Και όταν δεν το κάνει, μάλλον τότε δεν έχουμε το αυτονόητο και όχι όταν το επιχειρεί.

 

ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (ΕΡΑ): Κύριε Πρόεδρε, μιλήσατε πολλές φορές στις απαντήσεις που δώσατε στους συναδέλφους για την τιμωρητική Ευρώπη. Θυμήθηκα και μια έκφραση του κυρίου Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως, του κυρίου Δραγασάκη, για τιμωρητικό καπιταλισμό. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η υπόθεση του κυρίου Γεωργίου; Το λέω αυτό, γιατί νομίζω ότι δεν είναι το πρόσωπο, αλλά είναι ένα συνολικότερο πλαίσιο που εντάσσεται και έχω την αίσθηση ότι ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί. Δηλαδή, συνεχίζονται οι πιέσεις από την πλευρά των εταίρων. Ποια θα είναι η στάση της κυβέρνησης από εδώ και πέρα;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Κοιτάξτε, είναι μια υπόθεση, η οποία βρίσκεται στα χέρια της δικαιοσύνης. Και δεν καταλαβαίνω γιατί με ρωτάτε εμένα. Τι θα μπορούσε να κάνει η ελληνική κυβέρνηση σε σχέση με το ζήτημα αυτό; Δεν της επιτρέπεται να κάνει. Ή θα δεχόμαστε, επαναλαμβάνω μια φράση που είπα πριν από λίγο στον συνάδελφό σας που είναι δίπλα σας, ή θα δεχόμαστε τις αποφάσεις της δικαιοσύνης και τη λειτουργία της και θα σεβόμαστε την αυτονομία της στο σύνολο των διαδικασιών της, ή θα έχουμε μια αλ α καρτ αντιμετώπιση. Οι ρόλοι, με βάση το Σύνταγμα της χώρας, είναι διακριτοί. Δεν μπορούμε, δεν θα μπορούσαν και οι εταίροι μας  -νομίζω ότι είναι και υπερβολή όλα αυτά που ακούγονται για το θέμα της δικαστικής υπόθεσης του κυρίου Γεωργίου- να αναζητούν παρεμβάσεις στον χώρο της δικαιοσύνης. Αντιθέτως, το αντίθετο ζητούν οι εταίροι, και σωστά, από τις ελληνικές κυβερνήσεις. Να μην παρεμβαίνουν στον χώρο της δικαιοσύνης. Από εκεί και πέρα, όσον αφορά την ουσία της υπόθεσης, ξέρετε, εμείς έχουμε τοποθετηθεί. Η Ελλάδα και η ελληνική κυβέρνηση αποδέχεται πλήρως και με βάση αυτά τα στοιχεία λειτουργεί, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, με βάση αυτά τα στοιχεία προχώρησαν όλα τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής και με βάση αυτά τα στοιχεία προχωράμε και δημιουργούμε προϋποθέσεις ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Πέραν αυτού, λοιπόν, δεν έχω να κάνω κανένα άλλο σχόλιο.

 

ΗΛΙΑΔΗΣ (Εφημερίδα Μακεδονία): Θέλω να σας πάω σε ένα θέμα, το οποίο απασχολεί εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, αναφέρομαι στις Πανελλαδικές και γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί περιμένουμε μια οριστική θέση από την κυβέρνησή σας. Ξεκινούν αύριο τα σχολεία, οι μαθητές της πρώτης λυκείου δεν ξέρουν με ποιο σύστημα θα διαγωνιστούν για να μπουν στα πανεπιστήμια. Νομίζω, φαντάζομαι το αναγνωρίζετε κι εσείς, τα μηνύματα που εκπέμπονται από την κυβέρνηση μάς έχουν μπερδέψει λιγάκι. Τη μια μέρα, φαίνεται να καταργείτε τις Πανελλαδικές. Μάλιστα, μια διαρροή, που αποδόθηκε στο Μαξίμου, έλεγε μάλλον ότι εσείς δηλώσατε πώς όσοι θα μπουν φέτος στην πρώτη λυκείου δεν θα δώσουν εξετάσεις, την άλλη μέρα τις επαναφέρετε. Εντέλει, αυτό το νομοσχέδιο, το οποίο είστε έτοιμοι να δώσετε προς διαβούλευση προβλέπει δύο εξετάσεις, Γενάρη και Ιούνη. Θέλω να σας ρωτήσω, ποια είναι η τελική θέση της κυβέρνησης πάνω σε αυτό το σημαντικό θέμα και πότε νομίζετε ότι θα έχετε την οριστική θέση;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Μάλλον δεν παρακολουθείτε στενά τις εξαγγελίες και τις παρεμβάσεις. Όλοι οι μαθητές, αυτήν τη στιγμή, και όλοι οι γονείς γνωρίζουν τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης και σας ευχαριστώ που μου κάνετε αυτήν την ερώτηση για να μπορέσω να επανέλθω κι εγώ σε μια εμβληματική μεταρρύθμιση που προχωράμε στον χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το σχολείο, τα τελευταία χρόνια, το Λύκειο, τα τελευταία χρόνια, από τα χρόνια τα δικά μου, τα χρόνια που εγώ ήμουν μαθητής, είχαμε τότε τις δέσμες, τα τέσσερα μαθήματα, είχε γίνει πάρεργο των φροντιστηρίων. Εξεταστικός προθάλαμος και πάρεργο των φροντιστηρίων. Θυμάμαι, μάλιστα, στα χρόνια τα δικά μου, ότι αφήναμε όλες τις απουσίες στο τέλος της χρονιάς, ώστε μετά το Πάσχα δεν πηγαίναμε, δεν πατούσαμε καν. Και εκεί που γινόταν η πραγματική εκπαιδευτική διαδικασία ήταν τα φροντιστήρια. Αυτό δεν άλλαξε και τα επόμενα χρόνια, παρά τις όποιες αλλαγές έγιναν. Άλλες αλλαγές έβαλαν πολύ περισσότερα μαθήματα, άλλες μείωσαν ξανά τα μαθήματα. Όμως αυτό δεν άλλαξε, γιατί η πραγματική διαδικασία γινόταν και γίνεται και σήμερα, δυστυχώς, στο φροντιστήριο και το σχολείο έχει απαξιωθεί, το Λύκειο έχει απαξιωθεί. Είναι μια διαδικασία, η οποία στη συνείδηση του μέσου μαθητή, είναι μια διαδικασία που δεν τον επωφελεί. Είναι βάσανο περισσότερο το σχολείο, δυστυχώς, και αγγαρεία, παρά ουσιαστική διαδικασία. Τι κάνουμε, λοιπόν, εμείς; Αλλάζουμε τη διαδικασία εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση προσπαθώντας να δώσουμε αξία και περιεχόμενο στη μαθησιακή διαδικασία στο Λύκειο. Και πώς το κάνουμε αυτό; Πρώτον, μέσα από τη μείωση των μαθημάτων στην οποία ο μαθητής στη Β’ και στη Γ’ Λυκείου, θα καλείται να κρίνεται με βάση τις επιδόσεις τους σε αυτά. Θα σας πω ότι σήμερα, στο ισχύον σύστημα, ο μαθητής στη Γ’ Λυκείου έχει 15 μαθήματα, ενώ εξετάζεται σε τέσσερα από αυτά. Δηλαδή, για να μιλήσουμε με τη γλώσσα της αλήθειας, στα τέσσερα από τα 15 μαθήματα όταν μπαίνει στην τάξη μπορεί και κάτι να παρακολουθεί, για επανάληψη από αυτά που κάνει στο φροντιστήριο και στα υπόλοιπα 11 πηγαίνει για να γράψει παρουσία. Αυτό δεν είναι μαθησιακή διαδικασία. Κάνουμε, λοιπόν, τα 15 μαθήματα, ουσιαστικά τέσσερα, γιατί τα άλλα τρία είναι η γυμναστική, ο εκκλησιασμός, τα θρησκευτικά δηλαδή, και το άλλο είναι ένα μάθημα που δίνει τη δυνατότητα στους μαθητές να καταλάβουν πώς πρέπει να οργανώνουν τις εργασίες τους, διότι και οι εργασίες είναι μέρος της εξεταστικής διαδικασίας. Μειώνοντας τα μαθήματα σε τέσσερα, έχουμε τη δυνατότητα σε αυτά τα τέσσερα μαθήματα να αυξήσουμε τις ώρες. Και από εκεί που ήταν τρίωρα τα μαθήματα στα οποία ο μαθητής κρινόταν, τώρα είναι εξάωρα μέσα το σχολείο, έξι ώρες την εβδομάδα. Και, ταυτόχρονα, δίνουμε τη δυνατότητα, κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, τρεις ώρες, εκτός διδασκαλίας, ο μαθητής να μπορεί να βρίσκει τον καθηγητή ο οποίος θα είναι στο σχολείο, προκειμένου να λύνει απορίες. Έξι ώρες, λοιπόν, τα τέσσερα κρίσιμα μαθήματα. Σε αυτά τα τέσσερα κρίσιμα μαθήματα, ο μαθητής θα κρίνεται κατά τη διάρκεια του έτους στις επιδόσεις του, όχι μόνο στη γραπτή διαγωνιστική διαδικασία, αλλά και στις επιδόσεις του τετραμήνου. Και, κυρίως, μέσα από εργασίες, όπου για να διασφαλίσουμε το αδιάβλητο αυτών των εργασιών, στο τέλος του τετραμήνου –γιατί χωρίζουμε σε δύο τετράμηνα, Α’ και Β’ τετράμηνο- οι εργασίες αυτές θα διορθώνονται όχι από τους καθηγητές του ίδιου σχολείου, αλλά με την ίδια διαδικασία των μέχρι σήμερα Πανελλαδικών που γνωρίσαμε, από άλλα σχολεία, όπου χωρίς να γνωρίζουν ποιος μαθητής είναι θα διορθώνουν αντικειμενικά. Και η τελική κρίση στις κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις, στις γραπτές εξετάσεις, θα γίνεται σε πανελλαδικό επίπεδο, σε τρία μόλις μαθήματα. Σε τρία από τα τέσσερα μαθήματα. Και, μάλιστα, θα δίνεται και μια ευκαιρία, bonus όπως λέμε, στον μαθητή, καθότι υπάρχει και η διαδικασία του Γενάρη, στην οποία όλοι οι μαθητές θα εξετάζονται κεντρικά, αλλά θα μπορούν να κρατάνε τον βαθμό τους, να τον προσμετράνε στη συνολική επίδοση μόνο αν στην εξέταση του Γενάρη έχουν γράψει καλά. Ενώ αν δεν έχουν γράψει καλά, και έχουν γράψει καλύτερα τον Ιούνη, θα μπορούν να μην συνυπολογίζουν την εξέταση του Γενάρη. Είναι ένα σύστημα, ενδεχομένως, να ακούγεται σύνθετο, αλλά πιστέψτε με, όσοι έχουν περάσει πρόσφατα αυτήν την πολύ έντονη και δύσκολη συναισθηματικά κατάσταση των Πανελλαδικών εξετάσεων και όσοι γονείς έχουν παιδιά που πρόσφατα πέρασαν αυτήν τη διαδικασία, έχουν αρχίσει ήδη και κατανοούν το πόσο πληρέστερο και πόσο καλύτερο είναι για τον ίδιο το μαθητή και, φυσικά, για τις οικογένειες. Η συνολική μας αντίληψη είναι η ενίσχυση του Λυκείου, η ενίσχυση της μαθησιακής διαδικασίας και του περιεχόμενου του παρεχόμενου της εκπαίδευσης, της εκπαιδευτικής διαδικασίας, της παρεχόμενης γνώσης στο Λύκειο, αλλά ταυτόχρονα, πιστεύω ότι κάνουμε και μια μεγάλη τομή στην ίδια τη συναισθηματική εξέλιξη και πίεση που δέχονται οι μαθητές σε αυτήν την πολύ κρίσιμη και δύσκολη ηλικία, όπου βάζουμε τα παιδιά αυτά, των 17 ετών, να κριθούν από μία και μόνο εξέταση, σε ένα και μόνο δεκαήμερο. Πιστεύω, λοιπόν, ότι είναι μια θετική τομή και πιστεύω ότι και οι φορείς στους οποίους έχουμε δώσει τον διάλογο, οι εκπαιδευτικοί φορείς, εκπρόσωποι των καθηγητών, αλλά και στα κόμματα, ο διάλογος αυτός θα είναι ουσιαστικός και θα καταλήξει πολύ σύντομα, ώστε να μπορέσουμε αυτή η ουσιαστική μεταρρύθμιση να γίνει Νόμος του Κράτους μέχρι το τέλος του χρόνου. Άρα, οι μαθητές, οι οποίοι φέτος πάνε στην Α’ Λυκείου θα έχουν το νέο σύστημα εξέτασης. Και κάτι τελευταίο, πιστεύουμε ότι με αυτό το νέο σύστημα θα περιορίσουμε, δεν θέλω να λέω μεγάλα λόγια, δεν λέω θα καταργήσουμε, θα εξαφανίσουμε, θα περιορίσουμε, όμως, το φαινόμενο της παραπαιδείας. Και θα το περιορίσουμε, γιατί θα αναβαθμιστεί η διαδικασία στο σχολειό. Δεν λέω θα το εξαφανίσουμε, διότι ξέρετε για να το εξαφανίσουμε, αυτό έχει να κάνει και με την κουλτούρα μας, έχει να κάνει και με την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις των παιδιών μας, έχει να κάνει και με την εμπιστοσύνη μας στο δημόσιο σχολειό. Και, βεβαίως, πάντοτε, όταν στις σχολές υψηλής ζήτησης υπάρχει περιορισμένος αριθμός θέσεων, θα υπάρχει ανταγωνισμός, κακά τα ψέματα. Όμως, πιστεύω ότι θα δώσουμε τη δυνατότητα στα παιδιά εκείνα που το αξίζουν, στα παιδιά εκείνα που έχουν τις δυνατότητες και δεν έχουν την οικονομική άνεση να πάνε σε φροντιστήριο, με πολύ μεγαλύτερη άνεση τώρα, με αυτό το σύστημα να είναι πιο καλά προετοιμασμένοι και, άρα, πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό θα μειώσουμε τη μάστιγα αυτή της παραπαιδείας. Και οφείλω και μια τελευταία απάντηση στο ερώτημά σας. Ναι, πράγματι, δεν είναι αυτό σύστημα ελεύθερης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Δεν θα αρνηθώ ότι στις σκέψεις, στη βούληση, στις συζητήσεις που είχαμε όλο αυτό το διάστημα που ήμασταν στην αντιπολίτευση και μετά, το σύστημα της ελεύθερης πρόσβασης, δηλαδή της πρόσβασης σε ένα προπαρασκευαστικό έτος στο πανεπιστήμιο που εκεί θα γινόταν η διαδικασία της προπαρασκευής και της κρίσης, ήταν έντονη στο μυαλό μας. Αυτό το σύστημα δεν μπορεί να γίνει, δεν μπορεί να υλοποιηθεί με τους σημερινούς πόρους που έχουμε στην εκπαίδευση στη χώρα μας. 2,85% του ΑΕΠ έχουμε, ίσως να ήθελε 5% και 6% του ΑΕΠ. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Έχουμε, λοιπόν, κατά την άποψή μου, μια ολοκληρωμένη παρέμβαση που καταργεί τις Πανελλαδικές εξετάσεις, όπως τις ξέραμε, αναβαθμίζει το Λύκειο, ενισχύει τη μαθησιακή διαδικασία και πιστεύω ότι πολύ σύντομα θα αγκαλιαστεί από τη μεγάλη πλειοψηφία των μαθητών, των γονιών, αλλά και των καθηγητών, γιατί στόχος μας είναι να καταλήξουμε σε αυτές τις αλλαγές και με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση.

 

ΣΙΧΛΕΤΙΔΗΣ (Στο Κόκκινο): Η κυβέρνηση σας από το 2015 είδε με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον το αίτημα για δημιουργία Παιδιατρικού Νοσοκομείου στη Θεσσαλονίκη. Πριν από δύο τρεις ημέρες, ανακοινώθηκε από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος ότι θα προχωρήσει σε μια μεγάλη δωρεά προς το Υπουργείο Υγείας, για τη δημιουργία και νέων δομών, αλλά και για την αναβάθμιση παλαιότερων δομών νοσοκομείων. Ένα μέρος μεγάλο αυτής της δωρεάς φαίνεται ότι θα κατευθυνθεί στη Θεσσαλονίκη για τη δημιουργία του Παιδιατρικού Νοσοκομείου. Θα ήθελα να μας πείτε πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα και αυτό γιατί και στο παρελθόν, από άλλους Πρωθυπουργούς, από άλλους Υπουργούς Υγείας και από άλλες Κυβερνήσεις, υπήρχαν ανακοινώσεις για τη δημιουργία Παιδιατρικού Νοσοκομείου στη Θεσσαλονίκη και, μάλιστα, Υπουργοί πήγαιναν και σε διάφορα οικόπεδα και έλεγαν: «εδώ θα χτιστεί το Νοσοκομείο», αλλά τελικά δεν μπήκε ούτε ένα τούβλο.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Εμείς είμαστε τόσο large, που δεν το ανέφερα χτες, έτσι; Για άλλες κυβερνήσεις θα ήταν το βασικό θέμα της ΔΕΘ. Υλοποιείται, όμως, και δεν είναι υπόσχεση. Και θέλω, με την ευκαιρία, να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ανδρέα Δρακόπουλο και στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, που αποφάσισε μια πολύ σπουδαία δωρεά στο χώρο της Υγείας, 200 εκατομμυρίων ευρώ. Και δε νοιάζεται για το θεαθήναι, αλλά για την ουσία. Δεν νοιάζεται για να φτιαχτεί κάτι που να συμβολίζει το όνομα του Ιδρύματος, νοιάζεται για την ουσία, νοιάζεται για το πώς θα κλείσουμε τρύπες, θα κλείσουμε προβλήματα υπαρκτά στο χάρτη της υγείας, στο σύστημα της δημόσιας Υγείας. Και έχουμε μια προσφορά 200 εκατομμυρίων ευρώ, η οποία μοιράζεται στην Κομοτηνή, στη Θεσσαλονίκη και στα νησιά μας. Στην Κομοτηνή με την ανέγερση και τη στελέχωση του Γενικού Νοσοκομείου, στη Θεσσαλονίκη με την ανέγερση Νοσοκομείου Παίδων, Παιδιατρικού Νοσοκομείου που τόσο μεγάλο έλλειμμα ήταν για μια μεγάλη πόλη, όπως η Θεσσαλονίκη. Και, βεβαίως, στα νησιά μας μέσα από την ενίσχυση των ελικοπτέρων της αεροδιακομιδής προκειμένου να μπορούμε να είμαστε πλήρεις και, πάντοτε, σε ετοιμότητα, ώστε να μεταφέρουμε συμπολίτες μας που έχουν ανάγκη από νησιά, από ακριτικές περιοχές σε κεντρικά νοσοκομεία των μεγάλων αστικών κέντρων. Είναι, λοιπόν, μια πολύ θετική εξέλιξη για τη Βόρεια Ελλάδα, την Κομοτηνή και τη Θεσσαλονίκη, ιδιαίτερα, η οποία γίνεται πράξη, εξαιτίας αυτής της πολύ θετικής χημείας και συνεργασίας, ανάμεσα στο Υπουργείο Υγείας και στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, η οποία θα υλοποιηθεί, πιστεύω το συντομότερο δυνατό. Άλλωστε, ο χρόνος ρεκόρ για την ολοκλήρωση του Κέντρου Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος στην Αθήνα, που στεγάζει τώρα την Λυρική και την Εθνική Βιβλιοθήκη, είναι ένας θετικός προάγγελος ότι αυτή η εξαγγελία, όχι μόνο δεν θα είναι εξαγγελία στα χαρτιά, αλλά θα υλοποιηθεί και πάρα πολύ σύντομα.

 

ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ (Παραπολιτικά): Χαίρομαι, κύριε Πρόεδρε, που σας μιλάω φέτος, γιατί νόμιζα ότι με είχαν προγραμματίσει για του χρόνου να ρωτήσω, στις 4 η ώρα που ρωτάω. Κύριε Πρόεδρε, ακούμε το νέο αφήγημα της κυβέρνησης, που είναι ότι του χρόνου το καλοκαίρι θα τελειώσουν τα μνημόνια. Τι σημαίνει αυτό για τους πολίτες; Αφού το 2019 θα έχουμε και πάλι μειώσεις στις συντάξεις και θα έχουμε μεγαλύτερη φορολογία, καθώς θα πέσει το αφορολόγητο. Και θέλω να σας ρωτήσω και κάτι άλλο. Σε ό,τι αφορά το μέρισμα, που είπατε προηγουμένως, έχετε συνεννοηθεί με τους εταίρους; Γιατί υπήρξαν την προηγούμενη φορά παρατράγουδα, τα οποία τα θυμόμαστε όλοι.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ:  Κάλλιο αργά παρά ποτέ, κυρία Καλογεροπούλου. Είναι σημαντικό και καίριο το ερώτημα που θέτετε. Η μεγάλη διαφορά, σε σχέση με την έξοδο από τα μνημόνια, την σκληρή επιτροπεία, κατά την άποψή μου δεν έχει να κάνει μόνο με τη δυνατότητα που θα ανακτήσουν οι ελληνικές κυβερνήσεις, μέσα σε ένα πλαίσιο, που βεβαίως δεν θα είναι πλαίσιο να κάνουν ό,τι θέλουν, διότι όλες οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη έχουν ένα πλαίσιο, ας το πω έτσι, επιτήρησης. Όλες. Έχουμε κάποιους κοινούς στόχους, αυτούς τους στόχους τους τηρούμε. Αλλά είναι διαφορετικό να έχεις το στόχο και να μπορείς να επιλέξεις εσύ το μέσον υλοποίησης του στόχου και να έχει αυτούς τους βαθμούς ελευθερίας η εκάστοτε κυβέρνηση να υλοποιήσει το πρόγραμμά της και διαφορετικό αυτό το οποίο ζήσαμε ως μία εξαίρεση, εξαίρεση της εξαίρεσης, θα έλεγα εγώ, όλα αυτά τα χρόνια. Διότι βρέθηκαν και άλλες χώρες σε αυτό το καθεστώς μνημονιακής εξαίρεσης, αλλά βγήκαν πιο σύντομα. Άρα, λοιπόν, είναι μεγάλη η διαφορά. Πρώτον. Δεύτερον: Σε σχέση με την αίσθηση του πολίτη και της καθημερινότητας και της ζωής. Κυρία Καλογεροπούλου, δεν θα κουραστώ να το λέω, πιστεύω ότι το μεγάλο θέμα που έχουμε αυτή τη στιγμή να αντιμετωπίσουμε ως ελληνική κοινωνία, είναι η ανεργία. Είναι η ανεργία των νέων ανθρώπων και η ανεργία συνολικά. Δεν μπορεί να είμαστε στην καρδιά της Ευρώπης και να έχουμε 25% ανεργία και 50% για τους νέους. Δεν γίνεται αυτό. Μπορεί να έχουμε συντάξεις μικρότερες ή μεγαλύτερες, αν συγκρίνετε με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουμε και μεγαλύτερες, αλλά η κανονικότητα, η εύρυθμη λειτουργία έχει να κάνει με την εργασία. Θεωρώ, λοιπόν, ότι το κρίσιμο στοιχείο αλλαγής, που θα αρχίσει σιγά-σιγά να γίνεται κατανοητό στην καθημερινότητα του πολίτη, είναι αυτό: ότι θα σταματήσουν νέοι άνθρωποι να φεύγουν στο εξωτερικό, θα σταματήσει η νεανική επιχειρηματικότητα να είναι το πιο σύντομο ανέκδοτο, θα σταματήσουν οι ερευνητές να βγαίνουν έξω ή κάποιοι να θεωρούν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να παράξει και η μόνη παραγωγική δραστηριότητα να είναι οι «φούσκες» στα χρηματιστήρια. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Και πιστεύω ότι εκεί θα κριθούμε το 2019, όταν θα γίνουν οι εκλογές. Στα επιτεύγματα που θα έχουμε και βεβαίως στο ότι θα έχουμε σχεδιάσει, και την επόμενη ημέρα, ένα άλλο παραγωγικό πρότυπο, ένα άλλο παραγωγικό μοντέλο, που θα ξεκινάει από τα πιο απλά και καθημερινά μέχρι τα πιο σύνθετα. Τι θα γίνει; Δηλαδή, μπορούμε να παραμείνουμε προσηλωμένοι, για παράδειγμα στον πρωτογενή τομέα, σε μία λογική που ήταν βασική αιτία της στρέβλωσης  των προηγούμενων χρόνων, αποσύνδεσης των επιδοτήσεων από την παραγωγή; Μπορούμε να μείνουμε σε αυτό; Ή στο ότι τα προϊόντα τα αγροτικά θα είναι μόνο εκεί όπου έχουμε επιδοτήσεις; Εγώ, συνάντησα προχθές παραγωγούς που δεν ήταν αγρότες και αποφάσισαν να γίνουν αγρότες στην πορεία, διότι ανακάλυψαν πως είναι πολύ μεγάλη ευκαιρία και επένδυσαν σε αυτό, στην ελληνική φύση και στα σημαντικής ποιότητας  αρωματικά φυτά, που μπορεί να παράξει μοναδικά η ελληνική φύση. Και έχουν χιλιάδες στρέμματα παραγωγής αρωματικών φυτών. Και μου έλεγαν ότι η αποδοτικότητα ανά στρέμμα είναι τρεις φορές μεγαλύτερη από ό,τι η αποδοτικότητα της μέσης παραγωγής καλλιεργειών που έχουν και επιδότηση. Αν, λοιπόν, δεν μπούμε σε έναν άλλο τρόπο λειτουργίας και αν η Πολιτεία δεν δώσει δυνατότητες σε αυτούς τους ανθρώπους να παράξουν στη χώρα και να δώσουν προστιθέμενη αξία, δεν θα αλλάξουμε και κατεύθυνση. Πήγαμε στη Δυτική Μακεδονία και εξαγγείλαμε, 5.000 στρέμματα που ανήκαν στη ΔΕΗ από τα λιγνιτικά  πεδία,  τα οποία αποκαταστάθηκαν, να τα δώσουμε σε παραγωγούς, μικρούς παραγωγούς και μεσαίους παραγωγούς, για αρωματικά φυτά. Ξεκινά η πρώτη επένδυση εκεί για 1.500 στρέμματα. Σας λέω κάποια παραδείγματα για να καταλάβετε τί είναι αυτό που μπορεί να αλλάξει στη ζωή μας και πόσο αγώνα και σχέδιο χρειάζεται, όμως,  για να μπορέσουμε να αλλάξουμε νοοτροπία, να αλλάξουμε τρόπο σκέψης. Και αυτό που ήδη αισθανόμαστε, ήδη βλέπουμε στα νούμερα, να το δούμε και στην πραγματική μας ζωή.

Για το μέρισμα. Νομίζω ότι είπα και σε κάποια προηγούμενη μου αναφορά ότι θα έχουμε φέτος, απ’ ό,τι φαίνεται -θα είμαστε σε θέση καλύτερα να το γνωρίζουμε  τον Νοέμβριο- υπέρβαση έναντι στόχων και θα υπάρξει μέρισμα στους κοινωνικά αδύναμους, με τρόπο που θα σας αναγγείλουμε όταν τον αποφασίσουμε, και βεβαίως να ξέρετε ότι δεν υπάρχει διαφωνία, θα γίνει, δηλαδή, σε συνεννόηση με τους εταίρους μας.

 

ΠΑΛΗΟΥ (Star Κεντρικής Ελλάδας): Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Κύριε Πρόεδρε, να μείνουμε για λίγο στην τελευταία σας τοποθέτηση και στο ενδιαφέρον που δείχνετε για την ελληνική ύπαιθρο. Να σας πω ότι η Περιφέρεια το πρόβλημα διαρροής επιστημόνων στο εξωτερικό, το ζει διπλά. Γιατί οι νέοι μας, εκτός του ότι φεύγουν στο εξωτερικό, εγκαταλείπουν αρκετά νωρίς την επαρχία, τον τόπο που γεννήθηκαν, για τα μεγάλα αστικά κέντρα. Οπότε, θέλω να μας πείτε αν υπάρχουν συγκεκριμένες παρεμβάσεις στον σχεδιασμό σας για να μείνουν οι νέοι στον τόπο τους ή να επιστρέψουν στην επαρχία μετά τις σπουδές τους και να δημιουργήσουν. Και γενικότερα, πόση σημασία δίνετε στη συμβολή της Περιφέρειας στον συνολικό σχεδιασμό επανεκκίνησης της οικονομίας.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ:  Νομίζω ότι όλες αυτές οι παρεμβάσεις που ανέλυσα χθες, τόσο για την ενίσχυση της νεανικής επιχειρηματικότητας όσο και για την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων, αλλά και οι παρεμβάσεις που προχωράμε στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας, της κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας, η Κοιν.Σ.Επ., οι συστάδες επιχειρήσεων, τα κύτταρα νεανικής επιχειρηματικότητας, είναι παρεμβάσεις που στόχο έχουν να διαχυθούν κυρίως στην Περιφέρεια. Σε όλη την Ελλάδα, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του κάθε τόπου. Ξεκινήσαμε το προηγούμενο διάστημα μια πολύ φιλόδοξη διαδικασία. Τη διενέργεια Περιφερειακών Συνεδρίων, συνεδρίων σε κάθε Περιφέρεια, για το Αναπτυξιακό Σχέδιο κάθε Περιφέρειας ξεχωριστά. Στόχος μας, είναι ο Εθνικός Στρατηγικός Αναπτυξιακός Σχεδιασμός, το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για την Ανάπτυξη να είναι η σύνθεση των επιμέρους σχεδίων σε κάθε Περιφέρεια. Νομίζω ότι μέχρι σήμερα έχουμε πάρα πολύ καλά και θετικά μηνύματα και αποτελέσματα. Στόχος μας είναι να βάλουμε την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τους τοπικούς φορείς, κλαδικούς και παραγωγικούς, σε μια συνέργεια, σε μια συνεργασία, προκειμένου να προσδιορίσουμε εκείνους τους τομείς, όπου πρέπει να στηρίξουμε περισσότερο, γιατί αποτελούν τομείς  με συγκριτικά πλεονεκτήματα και μπορούν να έχουν πολύ μεγάλη απόδοση, εάν τους στηρίξουμε έστω και λίγο. Και αυτό κάνουμε, αυτό κάναμε. Το πρώτο Συνέδριο έγινε στη Δυτική Μακεδονία, με πολύ μεγάλη επιτυχία. Το δεύτερο έγινε στη Στερεά, στη Λαμία. Σε πείσμα ορισμένων, η συμμετοχή της Αυτοδιοίκησης είναι ενεργή και θα συνεχίσει να είναι ενεργή. Διότι, σε τελική ανάλυση, αρχίζουμε σιγά-σιγά όλοι και καταλαβαίνουμε. Όχι όλοι βέβαια, αλλά, εντάξει, δεν θα περίμενε κανείς να το καταλάβει αυτό η σημερινή αντιπολίτευση, αλλά τουλάχιστον η Τοπική Αυτοδιοίκηση αρχίζει και κατανοεί. Βρισκόμαστε όλοι στην ίδια μεριά του τραπεζιού, στην ίδια βάρκα. Αν η βάρκα μπάζει νερά, δεν θα το χρεωθεί μονάχα αυτός που κάνει το κουμάντο στο καράβι, όλοι θα το χρεωθούμε. Αξίζει τον κόπο να προσπαθήσουμε, ο καθένας από τη θέση ευθύνης του, προκειμένου να δούμε πως θα βελτιώσουμε τα κακώς κείμενα, πως θα βελτιώσουμε τις συνθήκες για να πάμε ένα βήμα πιο μπροστά. Και αυτό απευθύνεται και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και στους παραγωγικούς φορείς. Σε όλες τις δημιουργικές δυνάμεις αυτού του τόπου. Κλείνοντας, θέλω να σας πω ότι αυτά τα Συνέδρια για εμένα είναι πάρα πολύ ουσιαστικά και για τον λόγο του ότι μπορεί να δώσουν και μια άλλη διάσταση στο όραμά μας για τη δίκαιη ανάπτυξη. Διότι δίκαιη ανάπτυξη δεν σημαίνει μόνο δικαιοσύνη ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς, αλλά και χωρική ισότιμη κατανομή. Δικαιοσύνη, σε χωρικό επίπεδο, ανάμεσα στις Περιφέρειες της χώρας, να μην υπάρχουν οι φτωχοί συγγενείς και το κέντρο που τα παίρνει όλα. Άρα, λοιπόν, νομίζω ότι μπαίνουμε σιγά-σιγά σε έναν άλλο τρόπο σκέψης, σε έναν άλλο τρόπο λειτουργίας,  που μπορεί να δώσει αποτελέσματα και να δώσει προοπτική -επαναλαμβάνω- ιδιαίτερα γι’ αυτούς που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση, τους πιο αδύναμους και ιδιαίτερα τους νέους.

 

Σας ευχαριστώ.

- Advertisement -

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ