Όλες οι κατηγορίες:

Φανή Πεταλίδου
Ιδρύτρια της Πρωινής
΄Έτος Ίδρυσης 1977
ΑρχικήΑναλύσειςΤόνι Μπλέρ: Ένας ασήμαντος και επικίνδυνος πρωθυπουργός

Τόνι Μπλέρ: Ένας ασήμαντος και επικίνδυνος πρωθυπουργός

- Advertisement -

Η πολιτική ταύτιση με τα αμερικανικά συμφέροντα και τον άγριο φιλελευθερισμό του «εργατικού» πρωθυπουργού της Βρετανίας

Το τριακοστό τρίτο άρθρο της σειράς Οι «έντιμοι» συκοφάντες της Ελλάδας του Σωκράτη Σίσκου

Ο χαμαιλέοντας της Ντάουνινγκ Στρίτ

Οι «έντιμοι» συκοφάντες της Ελλάδας:

- Advertisement -

ΟΙ ΣΚΟΤΕΙΝΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΛΙΤ

Η νοσηρή πολιτική ζωή ηγετικών προσωπικοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Μια σειρά άρθρων της ίδιας θεματολογίας

Ο χαμαιλέοντας της Ντάουνινγκ Στρίτ

Άρθρο Νο 33, του Σωκράτη Β. Σίσκου

Ο Άντονι Τσαρλς Λίντον Μπλερ, ο γνωστός μας Τόνι Μπλερ, υπήρξε για δέκα χρόνια και δυο μήνες ένας ασήμαντος κι’ επικίνδυνος «Μικρός» πρωθυπουργός της «Μεγάλης» Βρετανίας. Στις 23 Ιουλίου 1994 εκλέχτηκε αρχηγός του κόμματος των Εργατικών και το Μάη του 1997, μετά τη νίκη των Εργατικών στις εκλογές, αναδείχτηκε στο αξίωμα του πρωθυπουργού. Η θητεία του έληξε τον Ιούνιο του 2007.

Όλοι περίμεναν πως ένας σοσιαλιστής πρωθυπουργός, το κόμμα του οποίου στηριζόταν στους εργαζόμενους και στους μικρομεσαίους επαγγελματίες, θα ασκούσε μια πολιτική ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους. Εντούτοις υπήρξε ένας από τους ικανότερους πολιτικούς χαμαιλέοντες στην αλλαγή κομματικών χρωμάτων. Από τις πρώτες κιόλας μέρες της ανάληψης των καθηκόντων του, ο νέος ηγέτης έδειξε πως ήταν αποφασισμένος να εφαρμόσει την οικονομική και κοινωνική πολιτική του συντηρητικού προκατόχου του Τζον Μέιτζορ. Με το αόριστο πρόσχημα των «μεταρρυθμίσεων», άλλαξε σταδιακά το ιδεολογικό στάτους του κόμματος και εφάρμοσε αξίες και κανόνες της «οικονομίας των Αγορών». Ο ίδιος έλεγε πως ακολουθούσε τον «τρίτο δρόμο» ανάμεσα στη Δεξιά και στην Αριστερά, δημιουργώντας μια νέα ρεαλιστική ιδεολογία στο «Νέο Εργατικό Κόμμα»(New Labour), μια νέα ιδεολογική τάση που χαρακτηρίστηκε ως «μπλερισμός». Αυτός ο μπλερισμός ήταν σκέτος κοπανιστός αέρας, διότι στην πράξη αποτελούσε συγκαλυμμένη συνέχεια του νεοφιλελευθερισμού της Μάργκαρετ Θάτσερ, τον οποίο κληρονόμησε και ο συντηρητικός προκάτοχος του Μπλερ, ο Τζον Μέιτζορ.

Σπούδασε στην Οξφόρδη, στη νομική σχολή του Κολεγίου του Αγίου Ιωάννη. Στην περίοδο αυτή είχε ενστερνισθεί την κομμουνιστική ιδεολογία, αλλά γρήγορα πέρασε στο συντηρητικό στρατόπεδο και από εκεί στο κόμμα των εργατικών. Παντρεύτηκε την επίσης δικηγόρο Σέρι Μπουθ και απέκτησε μαζί της τρία αγόρια και μια θυγατέρα. Χωρίς να είναι έντονα θρησκευόμενος ανήκε, ως το 2007, στην προτεσταντική Αγγλικανική Εκκλησία, όπως όλοι οι Βρετανοί πρωθυπουργοί. Όταν έληξε η πρωθυπουργική θητεία του μεταπήδησε, στο τέλος του ίδιου χρόνου (2007), στον Καθολικισμό.

- Advertisement -

Μια από τις πρώτες του πράξεις, μόλις ανέλαβε τα πρωθυπουργικά του καθήκοντα, ήταν η ανεξαρτητοποίηση της Τράπεζας της Αγγλίας. Αυτή η πράξη του χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τους βιομήχανους και τους τραπεζίτες του Λονδίνου. Όμως, εκεί που εκδηλώθηκε ο υπέρμετρα έντονος ζήλος του για την επικράτηση της «Νέας Τάξης», ήταν η απόλυτη ταύτιση της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής με τα σχέδια του Τζορτζ Μπους (του νεότερου) και των «γερακιών» της κυβέρνησής του, σαν τον αντιπρόεδρο Ντικ Τσένι και τον υπουργό άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ. Όταν ακόμα βρισκόταν στην αντιπολίτευση κατηγόρησε την κυβέρνηση και προσωπικά τον Τζον Μέιτζορ, για «έλλειψη καθαρών προθέσεων» και ανοχή προς το Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, ενώ το 1999, ως πρωθυπουργός, υπήρξε ο κύριος οργανωτής της διακήρυξης για την επέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κόσσοβο. Τότε, η αριστερή πτέρυγα των εργατικών τον κατηγόρησε πως υποστήριζε παθιασμένα τις αλβανικές εγκληματικές ομάδες του Χασίμ Θάτσι, ενώ μετά τον πόλεμο διενεργήθηκαν ανακρίσεις γι’ αυτή τη συμπαράστασή του προς έναν παρακρατικό Κοσοβάρο, ο οποίος παλαιότερα βρισκόταν στις αμερικανικές και ευρωπαϊκές λίστες των τρομοκρατών.

Ένα μήνα αργότερα, στα τέλη του Απρίλη 1999, σε ομιλία του στο Σικάγο των ΗΠΑ διατύπωσε κάποιες πολιτικές απόψεις που μερικοί τις χαρακτήρισαν ως «Δόγμα Μπλερ». Σύμφωνα μ’ αυτές, η Βρετανία δεν θα έπρεπε να αντιδρά στρατιωτικά μόνο όταν, με βάση τις παλιές συντηρητικές πολιτικές πρακτικές, θίγονται ζωτικά εθνικά της συμφέροντα, αλλά είχε υποχρέωση να προασπίζει «και τις θεμελιώδεις αξίες και αρχές». Με δεδομένη την υποκειμενικότητα που εμπεριέχουν αυτές οι ασαφείς αρχές και αξίες, είναι εφικτή η έναρξη στρατιωτικών επιχειρήσεων εναντίον οποιουδήποτε κράτους που αρνείται να αποδεχθεί ή να σεβασθεί «τις δικές μας» ιδεολογικές ή πολιτιστικές αξίες. Από αυτή τη στιγμή η στήριξη του Τόνι Μπλερ προς τον Τζορτζ Μπους (που κι’ αυτός πίστευε πως με θεϊκή εντολή έπρεπε να επιβάλει τις αμερικανικές αξίες σε όλο τον κόσμο) ήταν ανεξήγητα ισχυρή κι’ ακατανόητη. Κάποιοι γάλλοι δημοσιογράφοι ισχυρίστηκαν πως υπάρχουν ελάχιστα παραδείγματα στην ιστορία, που η πολιτική μοίρα δυο ηγετών να έχει δεθεί σε τόσο ακραίο κι’ ανεξήγητο βαθμό. Μερικοί μίλησαν για «όρκο» του Μπλερ να μην ανεχθεί οποιαδήποτε ταπείνωση του Μπους στη διεθνή διπλωματική σκηνή και άλλοι τον προσομοίωσαν με το Nipper, το υπάκουο τεριέ σκυλάκι το οποίο απεικονιζόταν στην παλιά γνωστή μάρκα γραμμοφώνου «his master’s voice» (η φωνή του κυρίου του). Όπως και να έχουν τα πράγματα, ο (δήθεν) σοσιαλιστής και πάντα χαμογελαστός Τόνι Μπλερ, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους πολεμοκάπηλους της ευρωπαϊκής ιστορίας.

Η αληθινή πολιτική φυσιογνωμία του Μπλερ αναδείχτηκε γλαφυρότερα στον πόλεμο του Ιράκ του 2003. Υπήρξε ο υμνητής και «ο εκπρόσωπος τύπου ή προπαγάνδας» του Μπους στην Ευρώπη και ήρθε σε συγκρουσιακή αντίθεση όχι μόνο με τους βρετανούς και ευρωπαίους πολίτες, αλλά και με ηγέτες άλλων χωρών, όπως με τον Ντομινίκ ντε Βιλπέν. Ακόμα και ο άλλος (δήθεν) σοσιαλιστής και άπληστος παραδόπιστος, ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, δεν ακολούθησε το Μπλερ σ’ αυτόν τον πολεμοχαρή οίστρο του κι’ έτσι κατάφερε, χάρη στην αντιπολεμική πολιτική του για το Ιράκ, να νικήσει στις εκλογές το χριστιανοδημοκράτη Έντμουντ Στόιμπερ.

Μετά την καταστροφή των Δίδυμων Πύργων της Νέας Υόρκης στις 11 του Σεπτέμβρη 2001, ο Μπους και το επιτελείο του βρήκαν την ευκαιρία, «με το πρόσχημα της τιμωρίας των ηθικών αυτουργών της τρομοκρατίας», να πραγματοποιήσουν τα γεωστρατηγικά τους σχέδια στη Μέση Ανατολή. Το είχαν δηλώσει μέσες άκρες πως, όποια κι’ αν ήταν η απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, η στρατιωτική επέμβαση για την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν θα ήταν αναπόφευκτη. Στις 16 του Μάρτη 2003, ο ακραιφνής στα νιάτα του μαοϊκός κομμουνιστής και μετέπειτα σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός της Πορτογαλίας Μανουέλ Μπαρόζο, οργάνωσε στις Αζόρες τη συνάντηση των Τζορτζ Μπους, Τόνι Μπλερ και του ισπανού πρωθυπουργού Χοσέ Μαρία Αθνάρ, για να δώσουν έναν τόνο επισημότητας σε μια ειλημμένη πλέον απόφαση έναρξης των πολεμικών επιχειρήσεων.

Η τετραμελής ομάδα των ηγετών αποτελούνταν από δυο Δεξιούς και από δυο Αριστερούς (σοσιαλιστές), οι οποίοι αποφάσισαν να κάνουν έναν ανέντιμο πόλεμο που θα αποτελούσε την πηγή της σημερινής έξαρσης της τρομοκρατίας και ανασφάλειας στα κράτη της Ευρώπης. Τέσσερις μέρες μετά τη συνάντηση, άρχισαν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις και ακολούθησε σύντομα η ήττα του ιρακινού στρατού. Ο στόχος είχε επιτευχθεί, αλλά οι μάταιες έρευνες για να βρεθούν τα πυρηνικά όπλα με τα οποία ο Σαντάμ Χουσεΐν θα κατέστρεφε το Ισραήλ και την Ευρώπη, απέδειξαν τα ψεύδη που αποτέλεσαν την αιτία του πολέμου. Στο βρετανικό κοινοβούλιο τα πνεύματα οξύνθηκαν. Οι βουλευτές που είχαν συναινέσει στην αποστολή βρετανικών στρατευμάτων στο Ιράκ, διαπίστωσαν πως είχαν εξαπατηθεί από τον πρωθυπουργό και ζητούσαν σαφείς εξηγήσεις. Ο Μπλερ τους είχε διαβεβαιώσει με απόλυτη σιγουριά στις 18 του Μάρτη 2003, δυο μέρες πριν από την κήρυξη του πολέμου, πως υπήρχε ένας πραγματικός και άμεσος κίνδυνος για τη Μεγάλη Βρετανία και τους βρετανούς πολίτες από τις τρομοκρατικές ομάδες του Σαντάμ Χουσεΐν, οι οποίες είχαν την δυνατότητα χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής από το οπλοστάσιο του ιρακινού δικτάτορα.

Οι συγγενείς των βρετανών στρατιωτών που σκοτώθηκαν στον πόλεμο, ζητούσαν επίμονα διευκρινίσεις «για να μάθουν την αλήθεια». Αυτό το πνεύμα μιας ανελέητης πολεμικής κατά του Μπλερ σε όλη την Ευρώπη, είχε εκφράσει με σκληρή γλώσσα και ο θεατρικός συγγραφέας και ποιητής Χάρολντ Πίντερ{1} το 2005, στον προμαγνητοφωνημένο λόγο του κατά τη διάρκεια της τελετής απονομής του βραβείου Νόμπελ λογοτεχνίας. Στο λόγο του αυτό επέκρινε με σκληρή γλώσσα την αμερικανική πολιτική στο Αφγανιστάν, στους βομβαρδισμούς της Σερβίας αλλά περισσότερο στον πόλεμο του Ιράκ, με αρθρογραφία στον αγγλικό τύπο, σε συνεντεύξεις του αλλά και στην ομιλία του κατά την τελετή της απονομής του βραβείου Νόμπελ. Ιδιαίτερα σκληρός στους χαρακτηρισμούς ήταν εναντίον του «μαζικού, του κατά συρροήν δολοφόνου» Τζορτζ Μπους, του νεότερου, ενώ δεν χαρίστηκε και στο πειθήνιο όργανο του Μπους και συμμέτοχο στις δολοφονίες, τον Τόνι Μπλερ, αυτόν τον (όπως τον αποκάλεσε) «ηλίθιο απατεώνα». Ίσως, κατά την άποψή μου, ο χαρακτηρισμός του «χρήσιμου ηλίθιου» (έτσι όπως ήδη τον έχει επεξηγήσει ο Λένιν που τον χρησιμοποίησε) να ταιριάζει περισσότερο στην περίπτωση του πρώην βρετανού πρωθυπουργού. Ο Πίντερ λόγω της ασθένειάς του δεν παραβρέθηκε στην τελετή απονομής του βραβείου και γι’ αυτό το κείμενο της ομιλίας του ήταν ηχογραφημένο.

Θα συνεχίσουμε στο επόμενο άρθρο με κάποια επίμαχα, σκληρά και χαρακτηριστικά σημεία της ομιλίας του Χάρολντ Πίντερ.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1].- Ο Χ. Πίντερ γεννήθηκε τον Οκτώβρη του 1930 στο Λονδίνο από φτωχούς εβραίους γονείς και πέθανε το Δεκέμβρη του 2008 από καρκίνο του ήπατος σε ηλικία 78 ετών. Στα εφηβικά του χρόνια ξεκίνησε τη λογοτεχνική του καριέρα ως ποιητής, για να στραφεί σύντομα στη συγγραφή θεατρικών έργων και στη θεατρική σκηνοθεσία. Εκτός από τις θεατρικές του επιτυχίες, έγινε επίσης γνωστός από την πολιτική ακτιβιστική του δραστηριότητα, κάποιες φορές μαζί με τον διάσημο αμερικανό συγγραφέα Άρθουρ Μίλλερ. Άσκησε αυστηρή κριτική στο νεοφιλελευθερισμό της Μάργκαρετ Θάτσερ και του Ρόναλντ Ρίγκαν.

 

Διαβάστε ακόμα

Ο «ανήθικος» Έλληνας και οι «άμεπτοι» Δυτικοί επικριτές του

Ευρωπαϊκό πελατειακό κράτος: Μια ιστoρία σκανδάλων και διαφθροράς

Ο ρόλος των ΜΜΕ και η ανθελληνική προπαγάνδα στα χρόνια της κρίσης

Οι λομπίστες των Βρυξελλών: Η μυστική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Οι λομπίστες της Ευρωπαϊκής Ελίτ: Η περίπτωση της Μαρίας Δαμανάκη

Ευρωπαϊκή Ένωση: Πώς φτάσαμε στην απεμπόληση των ιδρυτικών της αξιών;

Οι δυσώδεις αναθυμιάσεις του ευρωπαϊκού οικοδομήματος

Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο: τo γεράκι της ευρωπαϊκής «συμμαχίας των προθύμων»

Οι έντιμοι οραματιστές της Ευρωπαϊκής Ιδέας

Η ευρωπαϊκή πορεία της Γαλλίας: από τον Ζισκάρ ντ’ Εστέν στον Φρανσουά Μιτεράν

Ο Φρανσουά Μιτεράν και η πολιτική εξαφανιση της Γαλλίας

Η πολυτάραχη ερωτική ζωή του «σοσιαλιστή» Φρανσουά Μιτεράν

Η περίπτωση του Ζακ Σιράκ: η πορεία προς την εξουσία

Οι ερωτικές περιπέτειες του Ζακ Σιράκ και το διακύβευμα της εξουσίας

Νικολά Σαρκοζί: Μια μαριονέτα του Βερολίνου στο τιμόνι της Γαλλίας

Τα σκοτεινά πολιτικά παιχνίδια του Νικολά Σαρκοζί

Η άνοδος και η πτώση του Φρανσουά Ολάντ

Η κρυφή γοητεία της νεοφιλελεύθερης Ευρώπης

Τα σκάνδαλα και η πολιτική διαφθορά των “έντιμων” Γερμανών

Όταν η Μέρκελ ανέτρεψε τον φιλόδοξο Σόιμπλε

Ο ρόλος του Γκέρχαρντ Σρέντερ στην οικοδόμηση της «γερμανικής Ευρώπης»

Η νεοφιλελεύθερη παρακαταθήκη του «σοσιαλιστή» Σρέντερ

Μέρκελ εναντίον Σόιμπλε: Ένας ακήρυχτος πόλεμος δεκαετιών

Η προτεσταντική ηθική των Γερμανών ηγετών

Από την Ευρώπη των Λαών στην Προτεσταντική Ευρώπη

Η ελληνική υποταγή στους συκοφάντες Ευρωπαίους «εταίρους» μας

Ο Ντομινίκ Στρος-Κάν και το εβραϊκό λόμπι

Ο Νικολά Σαρκοζί και το ροζ σκάνδαλο του Ντομινίκ Στρος-Καν

Ο αμερικανικός δάκτυλος στην απομάκρυνση του Στρος-Καν

Κριστίν Λαγκάρντ: ένας λύκος στην ηγεσία του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος

Η πολιτική μεταστροφή του Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ

Η «επαναστατική» απάτη του Ντανιέλ Κον Μπεντίτ

 

Περισσότερες δημοσιεύσεις της κατηγορίας Αναλύσεις ΕΔΩ

- Advertisement -

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ