Του Νίκου Κοτζιά
Α. Από τη λογιστική των εισοδημάτων στη λογιστική της δημόσιας περιουσίας
Β. Τα απαραίτητα σχέδια και η ανάγκη υπέρβασης της λογιστικής
Η κυβέρνηση έχει περιορίσει την πολιτική της στην εξυπηρέτηση των δανειστών και στη λογιστική αυτής της εξυπηρέτησης. Με αυταρχισμό αντιμετωπίζει τις διαφορετικές απόψεις, ενώ δεν κατανοεί τις λαϊκές αντιδράσεις, δικαιολογημένες ή μη. Την πηγή και την επερχόμενη δυναμική τους. Δεν κατανοεί ότι προκειμένου η χώρα να μπορέσει να βγει από αυτό τον φαύλο κύκλο θα πρέπει να αποκτήσει: α) σχέδιο εξόδου από την ύφεση, β) σχέδιο αποπληρωμής των δανείων με εναλλακτικές λύσεις, γ) σχέδιο επιλογής και ανάπτυξης συγκεκριμένων τομέων και κλάδων της οικονομίας, δ) σχέδιο στήριξης των μικρομεσαίων στρωμάτων σε πόλη και στην ύπαιθρο. Ε) σχέδιο αξιοποίησης του πλούτου που διαθέτει η Ελλάδα. Στ) Σχέδιο απαιτήσεων έναντι της Τρόικας, και πριν από όλα της ΕΕ ως προς τους κλάδους που θα επιδιώξει να αναπτύξει και χρίζουν ειδικής βοήθειας.Μόνο έχοντας τέτοια σχέδια στα χέριά της (ασφαλώς και στο κεφάλι και στην πολιτική της…) η κυβέρνηση, θα μπορέσει να επιλέξει πια μέτρα είναι ορθά για το αναπτυξιακό μέλλον της χώρας και ποια δεν είναι. Θα μπορέσει να έχει ένα δημιουργικό και παραγωγικό κριτήριο για τις επιλογές που κάνει ως προς τις αποκρατικοποιήσεις. Διότι εγκλωβισμένη σήμερα σε μια παράλογη λογιστική που δεν οδηγεί τη χώρα πουθενά, βλέπει τη λεγόμενη «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας ως μια διαδικασία εκποίησης προκειμένου να πληρώσει τμήμα του αυξανόμενου χρέους. Δεν την βλέπει ως παραγωγική αξιοποίηση δημόσιου πλούτου προκειμένου να αποκτήσει η χώρα μια βάση παραγωγικής ανασυγκρότησης που θα φέρει και τα εισοδήματα και τα απαραίτητα ποσά στα ταμεία αποπληρωμής των χρεών. Σε αυτή της την λογιστική μονομέρεια βοηθάνε και σειρά αναλυτών που θεωρούν ότι το πρόβλημα της κρίσης έχει να κάνει με τις ελλείψεις ή και τις στρεβλώσεις της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής και μόνο. Με αυτό τον τρόπο όχι μόνο απαλλάσσουν τους υπεύθυνους εδώ στην Ελλάδα για την εσωτερική κρίση και την έκτασή της, αλλά συμβάλλουν στην παρεμπόδιση της κατανόησης ότι τα προβλήματα της κρίσης δεν είναι μόνο νομισματικά, αλλά πριν απ’ όλα παραγωγικού μοντέλου.Ο τρόπος που η κυβέρνηση μειώνει τα εισοδήματα των πολλών προκειμένου να εξυπηρετήσει τους λίγους στο εσωτερικό καθώς και τους ξένους δανειστές, αποτελεί μια επιλογή περιορισμού της ζήτησης. Κατά προέκταση, μια επιλογή που οδηγεί και πάλι στην ύφεση. Είναι μια επιλογή που παραχωρεί στις τράπεζες ότι εκείνες απαιτούν, όπως είναι η κατάργηση συλλογικών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Η μη συγκρότηση ενός ισχυρού δημόσιου τραπεζικού πυλώνα που θα λειτουργεί ως αναπτυξιακός. Το σπάσιμο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων. Η μη χρήση των δικαιωμάτων του δημοσίου στο εσωτερικό των ίδιων των ιδιωτικών τραπεζών, παρόλο που αυτές σήμερα στηρίζονται στο χρήμα και στις εγγυήσεις του δημοσίου. Επιπλέον, η κυβέρνηση αποφεύγει να εφαρμόσει τα αυστηρά μέτρα και τις προβλέψεις που εφαρμόζονται σε σειρά άλλων χωρών έναντι του τραπεζικού συστήματος.
Γ. Άμεση ανάγκη αλλαγής κριτηρίων: από την λογιστική στην πολιτική
Τα μονομερή μέτρα της κυβέρνησης σημαίνουν απώλειες για την πλειοψηφία των εργαζομένων, άγρια ανακατανομή εισοδήματος και περιουσίας υπέρ των λίγων και πριν απ’ όλα ύφεση για τη χώρα. Όταν εκποιεί κανείς το σύνολο της περιουσίας του με μοναδικό κριτήριο τα νομισματικά μεγέθη, τότε εκποιεί και εκείνα τα εργαλεία με τα οποία θα στήριζε μια οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Επί παραδείγματι, όταν εκποιεί κανείς δημόσιες κερδοφόρες τράπεζες, τότε εκποιεί και τις δυνατότητες να συγκροτηθεί μια αποτελεσματική δημόσια τράπεζα στήριξης της ανάπτυξης. Όταν εκποιεί τη Λάρκο, μια από τις σημαντικότερες εταιρείες παραγωγής και αξιοποίησης νικελίου παγκοσμίως, του οποίου η τιμή συνεχώς αυξάνει, τότε αυτό αποτελεί απόδειξη ότι δεν έχει κάνει καμιά ουσιαστική μελέτη για την αξιοποίηση και κάθετη παραγωγική εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της χώρας. Και αυτό, την στιγμή που η τιμή των μεταλλευμάτων αυξάνει με τρομακτικούς ρυθμούς σε όλο τον κόσμο, λόγο της πείνας της Κίνας και της Ρωσίας, του 40% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το ίδιο ισχύει ως προς την αγροτική παραγωγή. Όταν αποφασίζετε και συμφωνείτε να ευνουχηθεί η Αγροτική Τράπεζα και να κλείσουν ουσιαστικά μεγάλες παραγωγικές μονάδες επεξεργασίας αγροτικών προϊόντων, τότε είναι φανερό ότι η κυβέρνηση δεν έχει ξυπνήσει από τον ανεύθυνο λήθαργό της και εξακολουθεί να θεωρεί την παραγωγή τροφίμων και άλλων αγροτικών προϊόντων ως ξεπερασμένους κλάδους. Και αυτό τη στιγμή που σε αυτόν τον τομέα, η άνοδος των τιμών στις παγκόσμιες αγορές φτάνει ακόμα και το 400% διότι έχουν νεοεισέλθει άνω των 1,5 δισεκατομμυρίων ανθρώπων στις παγκόσμιες αγορές χάρη στην ανάπτυξη που γνωρίζουν οι αναδυόμενες αγορές, όπως Κίνα, Ινδία, Βραζιλία και Νότια Αφρική. Είναι δε ενδεικτικό, ότι για πρώτη φορά στην ιστορία οι ΗΠΑ έχουν προπωλήσει την παραγωγή τους σιταριών για το 2011, ακόμα και των αποθεματικών, λόγο της μεγάλης παγκόσμιας ζήτησης. Αυτό συμβαίνει, διότι μαζί με τις νέες διατροφικές δυνατότητες και συνήθειες των εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων που ξεφεύγουν από την πείνα, η αγροτική παραγωγή χρησιμοποιείται όλο και πιο πολύ, ιδιαίτερα σε ΗΠΑ και Βραζιλία, για την παραγωγή ενέργειας κίνησης.
Δ. Όχι άλλες «Αποσυνδέσεις»
Ένα θεμελιακό πρόβλημα, λοιπόν, είναι ότι η κυβέρνηση έχει αποσυνδέσει την ανάπτυξη από την πληρωμή του χρέους. Έχει αποσυνδέσει τις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας από τις λογιστικές απαιτήσεις εκποίησης των περιουσιακών στοιχείων της. Αποτέλεσμα είναι ότι δεν έχει αναπτυξιακά κριτήρια στο τι πουλάει και στο τι κρατάει. Όλα τα μετρά που λαμβάνει είναι λογιστικά. Με αυτό τον τρόπο υπονομεύει την όποια αναπτυξιακή προοπτική της χώρας. Το ίδιο κάνει και ως προς τους τομείς μακρόχρονης διασφάλισης ανάπτυξης της χώρας, όπως είναι η παιδεία και η έρευνα. Με την λογιστική του οριζόντιου κουρέματος των δαπανών, κόβει μαζί με τις σπατάλες και εκείνα τα κονδύλια που διασφαλίζουν την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας και κατά προέκταση της κυρίας παραγωγικής δύναμης εξόδου από την πολύχρονη ύφεση στην οποία μας εγκλωβίζει η κυβέρνηση.